Η απελευθέρωση του Αγίου Όρους και η οριστική απόδοση στην Ελλάδα το 1923
Συμπληρώνονται σήμερα 113 χρόνια από την απελευθέρωση του Αγίου Όρους· μια ιστορική αναδρομή στα γεγονότα που σφράγισαν την ένταξή του στον εθνικό κορμό.
Στις 2 Νοεμβρίου 1912, 113 χρόνια πριν, ελληνικό άγημα 40 ανδρών, με επικεφαλής τον Σημαιοφόρο Παπαγεωργίου, του αντιτορπιλικού «Θύελλα» αποβιβάστηκε στο Άγιο Όρος, απελευθερώνοντας την πρωτεύουσά του, τις Καρυές. Έρευνα των τελευταίων ετών ανέδειξε άγνωστα, μέχρι πρόσφατα, στοιχεία για την απελευθέρωση του Αγίου Όρους.
Σύμφωνα με αυτά, στις αρχές Οκτωβρίου 1912 είχε αποβιβαστεί στο Άγιο Όρος ομάδα εθελοντών «προσκόπων». Σύμφωνα με τον Σαράντο Καργάκο, δεν επρόκειτο για κάποιους σαν τους γνωστούς μας σήμερα προσκόπους, αλλά για παλιούς Μακεδονομάχους. Ανάμεσά τους ήταν και ο πατέρας του αείμνηστου αρχιτέκτονα, πανεπιστημιακού και Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Δημήτριου Φατούρου (1928-2020).
Αναζητώντας στοιχεία για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης βρήκαμε αναφορές σε εθελοντές «προσκόπους» από την Αθήνα, οι οποίοι είχαν σταλεί πριν τις 26/10 στη Μακεδονία για να προετοιμάσουν το έδαφος για επικείμενες μάχες, αλλά προχώρησαν και σε απελευθέρωση πόλεων! Γράφει ενδεικτικά ο Δρ. Ιωάννης Σ. Παπαφλωράτος: «Παράλληλα με τις νίκες του τακτικού Ελληνικού Στρατού, ορισμένοι εθελοντές απεβιβάσθησαν στη Χαλκιδική και εξουδετέρωσαν τις ολιγάριθμες τουρκικές φρουράς. Λίγο μετά, απελευθέρωσαν τη Νιγρίτα και την Ελευθερούπολη». Τα ίδια αναφέρονται και σε άλλες πηγές.
Η μελέτη όμως των αρχείων του πατέρα του Δημήτριου Φατούρου ανέδειξε ξεκάθαρα τη συμμετοχή «προσκόπων», με άλλους εθελοντές στην απελευθέρωση του Αγίου Όρους. Είχε προηγηθεί δράση Ελλήνων ανταρτών στον Άθω! Όλα αυτά τα συγκλονιστικά υπάρχουν στην επετειακή έκδοση της «ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗΣ ΕΣΤΙΑΣ» με τίτλο «ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ. ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΕΚΑΤΟΝΤΑΕΤΗΡΙΔΑ ΤΗΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ», Θεσσαλονίκη 2012 (με αφορμή τα 100 χρόνια από την απελευθέρωση της συμπρωτεύουσας). Το σχετικό με την απελευθέρωση κεφάλαιο που υπογράφει ο Φιλόλογος – Ιστορικός Νικόλαος Λιβανός είναι πραγματικά εξαιρετικό και δίνει πολύτιμες νέες πληροφορίες.
Σύντομη ιστορία του Αγίου Όρους ως το 1423
Στην αρχαιότητα, η χερσόνησος του Άθω, φυσικά δεν ήταν κέντρο μοναχισμού. Υπήρχαν πόλεις, από τις οποίες μόνο τα ονόματα διασώθηκαν (Σάνη, Ουρανούπολις, Παλαιώριον, Θύσσος, Κλεωναί, Ακρόθωοι, Απολλωνία, Χαράδρια, Ολόφυξος, Δίον). Όλες φαίνεται ότι καταστράφηκαν κατά τη διάρκεια των πολέμων Μακεδόνων – Ρωμαίων (2ος αι. π.Χ.) και σταδιακά ερημώθηκαν. Από τότε, ως τον 7ο μ.Χ. αιώνα δεν υπάρχουν ακριβείς πληροφορίες για τον Άθω, παρά μόνο θρύλοι και παραδόσεις.
Η αραβική κατάκτηση της Αιγύπτου, σημαντικότερου κέντρου μοναχισμού ως τότε φαίνεται ότι οδήγησε πολλούς ασκητές και ερημίτες στον Άθω. Τον 7ο αιώνα φαίνεται ότι ιδρύθηκαν τα πρώτα μικρά μοναστήρια και η «Καθέδρα των Γερόντων», το συλλογικό όργανο που είχε την έδρα του κοντά στη διώρυγα του Ξέρξη και αντιμετώπιζε τα κοινά προβλήματα. Τον 9ο αιώνα φαίνεται ότι υπήρχαν αρκετοί μοναχοί στον Άθω.
Εκπρόσωποί τους μάλιστα συμμετείχαν στην «Ενδημούσα Σύνοδο» της Κωνσταντινούπολης, στην οποία συμμετείχαν δηλαδή μόνο Επίσκοποι που βρίσκονταν τότε, το 843 μ.Χ., στη Βασιλεύουσα και συγκλήθηκε από την αυτοκράτειρα Θεοδώρα. Η Σύνοδος αυτή επικύρωσε τα πρακτικά της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου (787) για την αναστήλωση των εικόνων. Και η Σύνοδος αυτή συγκλήθηκε από γυναίκα, την Ειρήνη την Αθηναία, Αντιβασίλισσα του Βυζαντίου, καθώς ο σύζυγός της Λέων Δ’ ο Χάζαρος (750-780), γιος του Κωνσταντίνου Ε’ και της πριγκίπισσας των Χαζάρων Σισάκ πέθανε πρόωρα και ο γιος τους, ο μετέπειτα Κωνσταντίνος ΣΤ’ ήταν ακόμα ανήλικος. Την εποχή αυτή αναφέρονται τα ονόματα δύο μοναχών: του Πέτρου του Αθωνίτη και έπειτα του Ευθύμιου από τη Θεσσαλονίκη. Το 883 ο αυτοκράτορας Βασίλειος Α’ ο Μακεδών όρισε με χρυσόβουλο, το αρχαιότερο έγγραφο που σώζεται σχετικά με το Άγιο Όρος, ότι η Χερσόνησος αποτελεί τόπο ασκητισμού και ανήκει αποκλειστικά στους μοναχούς.
Τότε η «Καθέδρα των Γερόντων» μεταφέρθηκε στη Μέση, τις σημερινές Καρυές και ονομάστηκε Πρωτάτον, από τον Πρώτο, τον εκλεγμένο άρχοντα της Ιερής Πολιτείας. Το 957 εμφανίστηκε στο Άγιο Όρος ο Αθανάσιος ο Αθωνίτης, ο οποίος χάρη και στη φιλία του με τον, τότε Στρατηγό και μετέπειτα αυτοκράτορα Νικηφόρο Φωκά αναμόρφωσε τον μοναστικό Βίο. Τη διένεξη του Αθανάσιου με τον Παύλο τον Ξηροποταμίτη, βυζαντινό ευγενή που μόναζε στον Άθω έλυσε ο Ιωάννης Τσιμισκής (971 ή 972) με το Πρώτο Τυπικό του Άθω, τον λεγόμενο «Τράγο». Ο «Τράγος», μια περγαμηνή μεγαλύτερα από τρία μέτρα, από δέρμα τράγου, απ’ όπου πήρε το όνομά του είναι το ιερότερο κειμήλιο του Αγίου Όρους και φυλάσσεται στις Καρυές, σε ένα σφραγισμένο κιβώτιο. Η Μονή της (Μεγίστης) Λαύρας που χτίστηκε από τον Αθανάσιο Αθωνίτη το 963 είχε στο τέλος του 10ου αιώνα 800 μοναχούς. Στον Άθω υπήρχαν 180 μονές. Το 980 ήλθαν από το Αμάλφι της Ιταλίας οι πρώτοι Δυτικοί μοναχοί που ίδρυσαν τη μονή των Αμαλφηνών. Ακολούθησαν Γεωργιανοί (Ίβηρες την εποχή εκείνη), Ρώσοι, που εγκαταστάθηκαν στη μονή του Ξυλουργού και ίδρυσαν (1169) τη μονή του Αγίου Παντελεήμονος, Σέρβοι που εγκαταστάθηκαν στη μονή Χιλανδαρίου (1197) και Βούλγαροι στη μονή Ζωγράφου (1220). Μετά την άλωση της Κων/πολης από τους Λατίνους (1204), το Άγιο Όρος υπέστη μεγάλες καταστροφές και λεηλασίες.
Οι Καταλανοί μισθοφόροι στις αρχές του 14ου αιώνα κατέστρεψαν τα πάντα. Όταν έφυγαν (1309), μόνο 25 μοναστήρια είχαν παραμείνει στο Άγιο Όρος. Το 1345 κατέλαβαν το Άγιο Όρος οι Σέρβοι για πέντε έτη και τα τέλη του 14ου αιώνα ακολούθησε σύντομη κατάκτηση από τους Οθωμανούς. Σύμφωνα με τον Νικόλαο Λιβανό η οριστική κατάκτηση του Αγίου όρους από τους Οθωμανούς έγινε το 1423. Οι μοναχοί δήλωσαν την υποταγή τους στον Μουράτ Β’, που αποδέχτηκε τα προνόμια που είχαν.
Η τουρκοκρατία στο Άγιο Όρος (1423-1912)
Ως τα μέσα του 16ου αιώνα, το Άγιο Όρος γνώρισε μια περίοδο ευημερίας, χάρη στα προνόμιά του. Σταδιακά όμως, η βαριά φορολογία, η δήμευση κτημάτων και η πειρατεία οδήγησαν την αθωνική πολιτεία σε μαρασμό. Τα μοναστήρια δεν μπορούσαν να συντηρήσουν τους μοναχούς. Η Μεγίστη Λαύρα είχε πλέον μόλις 5-6 καλόγερους! Τότε άρχισε η εμφάνιση των ιδιόρρυθμων μοναστηριών και ιδρύθηκαν οι πρώτες σκήτες. Κάποιες δωρεές από τους ηγεμόνες των παραδουνάβιων ηγεμονιών τόνωσαν πάλι τον μοναχισμό. Τον 18ο αιώνα μόναζαν στο Άγιο Όρος Βλάχοι και Μολδαβοί ιδίως στη σκήτη του Αγίου Δημητρίου ή Λάκκου (από το 1754) και από το 1820 στη σκήτη του Προδρόμου. Η Αθωνιάδα Σχολή που ιδρύθηκε το 1748, με πρωτοβουλία του Οικουμενικού Πατριάρχη Κύριλλου Ε’ και του ηγουμένου της Μονής Βατοπαιδίου έκανε τον Άθω κέντρο πνευματικής κίνησης. Το 1754 ο Κοσμάς ο Επιδαύριος ή Λαυριώτης εγκατέστησε στη Μονή Μεγίστης Λαύρας το πρώτο τυπογραφείο.
Από την Αθωνιάδα Σχολή αποφοίτησαν σπουδαίες μορφές της προεπαναστατικής Ελλάδας (Ευγένιος Βούλγαρις, Κοσμάς ο Αιτωλός, Ιώσηπος Μοισιόδαξ, Αθανάσιος ο Πάριος κ.ά.). Το 1821 μοναχοί του Αγίου Όρους, με επικεφαλής τον Νικηφόρο τον Ιβηρίτη, τον Θεόφιλο τον Βατοπαιδινό και τον Ναθαναήλ τον Λαυριώτη συντάχθηκαν με τον Σερραίο Εμμανουήλ Παππά και συγκρούστηκαν με τους Τούρκους στην Κασσάνδρα και τη Ρεντίνα. Ηττήθηκαν, κυρίως λόγω απειρίας και οι Τούρκοι εισέβαλαν τον Νοέμβριο του 1821 στο Άγιο Όρος καταστρέφοντας και λεηλατώντας τις μονές. Αποχώρησαν την άνοιξη του 1822 αφήνοντας στον Άθω μια φρουρά ως το 1830. Μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους, το Άγιο Όρος παρέμεινε στην κυριαρχία του σουλτάνου και επανέκτησε τα παλιά του προνόμια. Σταδιακά επέστρεψαν οι πρώτοι Έλληνες μοναχοί και μετά το 1833 οι ξένοι (Ρώσοι, Βούλγαροι, Ρουμάνοι και Σέρβοι), που κατάφεραν να ξαναφτιάξουν τις μονές τους.
Το 1876 η οθωμανική κυβέρνηση αναγνώρισε ότι τα μοναστήρια ανήκουν στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, οι μοναχοί ήταν υπήκοοι του σουλτάνου, αυτεξούσιοι να διακανονίζουν τα ζητήματα της Πολιτείας τους και πνευματική τους εξουσία είχαν το Πατριαρχείο. Το Συνέδριο του Βερολίνου, το 1878 αναγνώρισε τα δικαιώματα των μοναχών.
Ωστόσο, στην πράξη η κατοχύρωση των δικαιωμάτων γινόταν ανάλογα με τις διαθέσεις της εκάστοτε οθωμανικής κυβέρνησης. Ένα άλλο άκρως σημαντικό ζήτημα είναι το μεγάλο ενδιαφέρον που έδειχναν οι Ρώσοι για το Άγιο Όρος, ιδιαίτερα μετά την ήττα τους στον Κριμαϊκό Πόλεμο (1853-1856) και όπως θα δούμε εκτενέστερα στη συνέχεια, από το 1912 ως το 1917…
Η απελευθέρωση του Αγίου Όρους (2/15 Νοεμβρίου 1912)
Ως ημέρα απελευθέρωσης του Αγίου Όρους θεωρείται η 2α Νοεμβρίου, καθώς στις 2/15 Νοεμβρίου 1912 ελληνικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν στον Άθω. Όμως, όπως αναφέραμε και στην αρχή του άρθρου, στο Άγιο Όρος είχαν παρουσία αρκετές μέρες νωρίτερα, Έλληνες «πρόσκοποι» και εθελοντές. Οι ειδήσεις για τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο έφτασαν στον Άθω άμεσα, πριν ο καϊμακάμης (αντιπρόσωπος του σουλτάνου στο Άγιο Όρος, Οθωμανός διοικητής του) το ανακοινώσει επίσημα. Πολλοί μοναχοί, κυρίως Έλληνες έφυγαν για να πολεμήσουν, εντασσόμενοι στις τάξεις του Στρατού μας. Η Ιερά Κοινότητα ζητά από τους ιερείς του Πρωτάτου να ψάλλουν καθημερινά παράκληση μετά τον εσπερινό, υπέρ των μαχομένων.
Όμως ο τηλέγραφος κόβεται και πλέον στον Άθω κυκλοφορούν διάφορες φήμες. Ενώ ο Ελληνικός Στρατός πλησιάζει τη Θεσσαλονίκη, ο Κωνσταντίνος Μαζαράκης – Αινιάν οργανώνει τα σώματα «προσκόπων» στη Χαλκιδική, πίσω από τις εχθρικές γραμμές. Αρχηγοί των σωμάτων αυτών ήταν οι Γεώργιος Γαλανόπουλος και Βασίλειος Παπακώστας. Σε όλη τη διάρκεια του Οκτωβρίου 1912 «πρόσκοποι» αποβιβάζονται στη Χαλκιδική. Πολλοί, από αυτούς, σε παραλίες και όρμους του Αγίου Όρους. Στις 16/10 λίγοι Έλληνες στρατιώτες αποβιβάζονται στη Μεγίστη Λαύρα και στις 17/10 σώματα ανταρτών αφού αποβιβάστηκαν κοντά στη Σιμωνόπετρα κινήθηκαν βόρεια. Άλλοι μπαίνουν στον Άθω από την Χαλκιδική για να αφοπλίσουν σώματα άλλων εθνικοτήτων, αλλά και για να λάβουν τρόφιμα και άλλα εφόδια.
Στις 30/10, άλλα δύο τορπιλοβόλα προσεγγίζοντας τη Μονή Βατοπαιδίου. Ανυπόμονοι οι μοναχοί για την απελευθέρωση του Αγίου Όρους ζητούν από τους πλοιάρχους «να ξεβρομίσουν τον τόπο μια ώρα αρχύτερα» και αυτοί απαντούν ότι θα μεταφέρουν άμεσα το αίτημά στους ανώτερους τους. Οι Βούλγαροι εποφθαλμιούν όμως και το Άγιο Όρος. Ο Μητροπολίτης Κασσανδρείας Ειρηναίος, που ξεγέλασε τους Τούρκους λέγοντάς τους ότι καταφθάνει μέγα πλήθος Ελλήνων στρατιωτών (κάτι τέτοιο δεν συνέβαινε…) και τους έκανε να παραδώσουν την Κασσάνδρα, ενημερώνει για τα γεγονότα τον Κωνσταντίνο και του ζητά να κινητοποιηθεί γρήγορα. Την 1/11/1912 ο Διάδοχος στέλνει στον Βενιζέλο το ακόλουθο τηλεγράφημα:
«Πρωθυπουργόν Βενιζέλον – Αθήνας
Ανάγκη καταληφθή υπό Αγήματος Στόλου Άγιον Όρος και υψωθεί Σημαία διότι μανθάνω ταύτην την στιγμήν ότι Βούλγαροι θα προβώσιν εις την κατάληψιν αυτού δια ξηράς.
Παρακαλώ δοθώσιν επειγόντως διαταγαί εις Στόλον.
Θεσσαλονίκη 1.11.1912 Κωνσταντίνος».
Ο Βενιζέλος ανταποκρίθηκε θετικά. Η διαταγή φτάνει στον Κουντουριώτη τα μεσάνυχτα της ίδιας μέρας. Στις 5 π.μ. ο Ναύαρχος δίνει εντολή να αποπλεύσει από τον Μούδρο για τη Δάφνη το αντιτορπιλικό «Θύελλα» με ένα άγημα 40 ανδρών με επικεφαλής τον Σημαιοφόρο Γεώργιο Παπαγεωργίου. Στις 10 π.μ. ο «Αβέρωφ» με τα πλοία «Ιέραξ» και «Πάνθηρ» ακολούθησαν τη «Θύελλα». Όταν έφτασαν στον Άθω, το άγημα του Παπαγεωργίου είχε υψώσει την ελληνική σημαία στη Δάφνη.
Μετά από 15’ το «Αβέρωφ» με τα άλλα πλοία κατευθύνθηκαν προς τον όρμο της Αμμουλιανής, όπου αποβιβάστηκε άγημα στη διώρυγα του Ξέρξη με επικεφαλής τον Ανθυποπλοίαρχο Τηλέμαχο Κουρμούλη, για να αναχαιτίσει βουλγαρικά στρατεύματα που θα κατευθύνονταν προς το Άγιο Όρος. Η άφιξη του Παπαγεωργίου με το άγημα στη Δάφνη προκάλεσε θύελλα ενθουσιασμού. Μόλις μαθεύτηκε στις μονές η είδηση «εταράχθη ο τόπος από τους πυροβολισμούς». Τα σήμαντρα των μοναστηριών χτυπούσαν αδιάκοπα. Οι μοναχοί φώναζαν: «Χριστός Ανέστη! Ζήτω η Ελευθερία! Ζήτω ο Ελληνισμός! Ζήτω η Ορθοδοξία! Ζήτω η Ελλάδα! Ζήτω ο Διάδοχός μας Κωνσταντίνος, ο κατακτητής και πορθητής» και ύψωσαν την ελληνική σημαία με δάκρυα στα μάτια. Στις Καρυές συνεκλήθη η Ιερά Επιστασία και αποφασίστηκε η αποστολή στη Δάφνη τριμερούς αντιπροσωπείας με επικεφαλής τον Πρωτεπιστάτη Γρηγέντιο Ιβηρίτη για την υποδοχή. Επίσης συγκλήθηκε επιτροπή με σκοπό την παράδοση του Οθωμανικού καϊμακάμη, Αλή Ταλαάτ Μουλαζανδέ και των άλλων οθωμανικών σωμάτων ασφαλείας, κάτι που έγινε λίγο αργότερα.
Ως αιχμάλωτοι πλέον οι Οθωμανοί επιβιβάστηκαν σε πλοίο που έφτασε στον Άθω ειδικά γι’ αυτό τον σκοπό και οδηγήθηκαν στη νότια Ελλάδα. Στις 11 π.μ. ο Παπαγεωργίου με τους 40 άνδρες του έφτασαν στις Καρυές. Τους υποδέχθηκε ολόκληρη σχεδόν η μοναστική κοινότητα, σε έντονα πανηγυρικό κλίμα. Ο Παπαγεωργίου διάβασε μήνυμα του Κουντουριώτη στο οποίο αναφερόταν ότι εγγυάται απολύτως τα δικαιώματα του Αγίου Όρους, ότι η περιουσία των μονών δεν θα πειραχτεί, όπως και το καθεστώς διοίκησης των μονών. Διατάσσει τέλος την απαγόρευση της οπλοφορίας και την υποχρέωση να αποδίδονται οι έκτακτες εισφορές, όπως θα καθορίζει ο διοικητής του αγήματος.
Στις 4 π.μ. της 3/11/1912 συνήλθαν σε συνεδρίαση οι αντιπρόσωποι όλων των μονών, πλην της ρωσικής και αποφάσισαν να στείλουν ευχαριστήρια τηλεγραφήματα στον βασιλιά Γεώργιο, τον Ελευθέριο Βενιζέλο, τον Κωνσταντίνο, την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδας και τον Ναύαρχο Κουντουριώτη, από τον οποίο ζητούσαν να αποκαταστήσει άμεσα τη λειτουργία του τηλεγράφου. Την ίδια ημέρα, γίνεται γνωστή σε όλη την Ελλάδα η απελευθέρωση του Αγίου Όρους, από τηλεγράφημα του Παύλου Κουντουριώτη προς τις εφημερίδες: «Σήμερον (ενν. στις 2/11) την 10ην πρωινήν ώραν κατελήφθη η χερσόνησος του Άθω δια ταυτοχρόνου αποβάσεως αγημάτων εις όρμον Αμμουλιανής και λιμένα Δάφνης, το επίνειον των Καρυών, της έδρας της ιεράς κοινότητας του Αγίου Όρους».
Στις 4/11 αποβιβάζονται από το φορτηγό «Αίολος» 750 στρατιώτες, με Διοικητή τον Ταγματάρχη Γ. Καρέκλη. Επρόκειτο για ένα Τάγμα του Στρατού που είχε εντολή να απελευθερώσει πόλεις και χωριά της Χαλκιδικής που κατείχαν ακόμα οι Οθωμανοί. Για αρκετές μέρες το Τάγμα παρέμεινε στο Άγιο Όρος. Κάθε μονή πρόσφερε 40 οκάδες (περίπου 50 κιλά) ψωμί καθημερινά (κάθε μονή έχει τον δικό της «φούρναρη» που λέγεται μάγκιπος) και χόρτο για τα 150 ζώα του Στρατού, μέχρι ν’ αρχίσει η τροφοδοσία του. Οι αξιωματικοί και στρατιώτες επισκέφθηκαν διακριτικά αρκετές μονές, στις οποίες έγιναν δεκτοί με ενθουσιασμό. Στις 9/11 οι στρατιώτες αναχώρησαν από τον Άθω αφήνοντας εκεί μόνο, τον τελωνοσταθμάρχη Μεγίστης Λαύρας Δημήτριο Παπαδόπουλο. Την ίδια μέρα έφτασαν όμως 20 Κρητικοί χωροφύλακες.
Επικεφαλής τους και νέος Αστυνόμος του Αγίου Όρους ήταν ο Κωνσταντίνος Βεργογιαννόπουλος, από την Κορώνη Μεσσηνίας και βοηθός του ο Αστυνόμος Λουκόπουλος. Το πιο σοβαρό περιστατικό που σημειώθηκε στο Άγιο Όρος αφορούσε την δόλια είσοδο 50 Βουλγάρων στρατιωτών που εμφανίστηκαν ως προσκυνητές και μπήκαν στη Μονή Ζωγράφου. Ο Δρ. Ιωάννης Παπαφλωράτος γράφει ότι επρόκειτο για έναν ολόκληρο λόχο και πιθανότατα, όπως φαίνεται από τις φωτογραφίες έχει δίκιο… Οι Βούλγαροι στρατιώτες δεν αρκέστηκαν στο προσκύνημα, αλλά ύψωσαν και τη σημαία τους στη Μονή Ζωγράφου. Κατά τη διάρκεια του Β’ Βαλκανικού Πολέμου εμφανίστηκε στην ακτή μπροστά από τη Μονή Ζωγράφου ελληνικό πολεμικό πλοίο και ζήτησε από τους Βούλγαρους να παραδοθούν.
Αυτοί αρνήθηκαν και οχυρώθηκαν πίσω από τα τείχη της μονής αναμένοντας τη «βεβαία κατ’ αυτούς» άφιξη του στρατού τους. Τελικά, οι λίγοι Έλληνες στρατιώτες που βρίσκονταν στις Καρυές, μαζί με τους χωροφύλακες και Έλληνες μοναχούς πολιόρκησαν τους Βούλγαρους στη μονή, ενώ και το ελληνικό πλοίο έριξε τρεις άσφαιρους κανονιοβολισμούς για εκφοβισμό. Σταδιακά, το ηθικό των Βουλγάρων κάμφθηκε και καθώς δεν εμφανίστηκαν ποτέ οι συμπατριώτες τους που περίμεναν, παραδόθηκαν και μεταφέρθηκαν αιχμάλωτοι στον Πειραιά.
Η Διάσκεψη του Λονδίνου και η παρέμβαση της Ρωσίας για το Άγιο Όρος
Στις αρχές Δεκεμβρίου 1912 ξεκίνησε στο Λονδίνο διάσκεψη με τη συμμετοχή των Μεγάλων Δυνάμεων και σκοπό την επίτευξη ειρήνης. Σ’ αυτή τη Διάσκεψη «εμφανίστηκε» ξαφνικά η Ρωσία, η οποία αξίωνε το Άγιο Όρος να εξαιρεθεί από τα εδάφη τα οποία η Οθωμανική Αυτοκρατορία θα υποχρεωνόταν να παραδώσει στις νικήτριες χώρες του Α’ Βαλκανικού Πολέμου.
Παράλληλα, κυκλοφόρησε μια φήμη σύμφωνα με την οποία ο Βενιζέλος δέχτηκε αρχικά τη ρωσική πρόταση. Τα προσχήματα που πρόβαλε η Ρωσία ήταν ότι το ενδιαφέρον της έχει μόνο θρησκευτικούς σκοπούς και στοχεύει στη σύσφιξη των σχέσεων των Ορθόδοξων λαών. Τα μέλη της ελληνικής κυβέρνησης στην Αθήνα διαφώνησαν με τη φημολογούμενη (;) στάση Βενιζέλου. Αυτό τόνισε ο Προεδρεύων του Υπουργικού Συμβουλίου, Λάμπρος Κορομηλάς, Υπουργός Εξωτερικών, στον Ρώσο πρέσβη Ντιμίντεφ. Οι ρωσικές προτάσεις ήταν αντικρουόμενες και ομιχλώδεις. Υπήρξε αρχικά μια εξήγηση ότι η Ρωσία επιθυμούσε να αποτελέσει το Άγιο Όρος πολιτικά και εκκλησιαστικά Αυτόνομη Δημοκρατία, με Πρόεδρο τον Οικουμενικό Πατριάρχη, ενώ άλλη εξήγηση που δόθηκε έκανε μνεία για τη διατήρηση του ισχύοντος διοικητικού καθεστώτος του Αγίου Όρους και το έδαφός του, να θεωρείται ουδέτερο.
Η Ρωσία βολιδοσκόπησε τα υπόλοιπα βαλκανικά κράτη σχετικά με την πρότασή της. Σερβία και Μαυροβούνιο έδειξαν αδιαφορία. Η Βουλγαρία, που πιεζόταν από τη Ρουμανία να της παραχωρήσει τη Σιλιστρία πρότεινε να δοθεί στη Ρουμανία το Άγιο Όρος (!), για να μην παραχωρήσει η ίδια εδάφη της. Ξαφνικά, άρχισαν να αξιώνουν δικαιώματα στο Άγιο Όρος η Αυστροουγγαρία, καθώς Βόσνιοι, υπήκοοί της τότε, μόναζαν στο Άγιο Όρος! Η Ρωσία χωρίς να έχει καμία σχέση κυριαρχίας με το Άγιο Όρος απάντησε ότι «θα ελαμβάνοντο υπ’ όψει οι πόθοι αυτής (της Αυστροουγγαρίας!)» Απαιτήσεις πρόβαλε και η Μ. Βρετανία υπό την προστασία της οποίας βρισκόταν το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, η Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Κύπρου και η Αυτοδιοίκητη Αρχιεπισκοπή του Σινά. Το ζήτημα του καθεστώτος του Αγίου Όρους παραπέμφθηκε στην Πρεσβευτική Συνδιάσκεψη. Οι εξελίξεις στο Λονδίνο προκάλεσαν θύελλα αντιδράσεων στο Άγιο Όρος. Στις 11/2/1913 είχαν συνταχθεί από την Ιερά Κοινότητα και τις Μονές δύο τηλεγραφήματα.
Το ένα απευθυνόταν στους Υπουργούς Εξωτερικών των Μεγάλων Δυνάμεων, πλην Ρωσίας και τους πρεσβευτές όλων ανεξαιρέτως των χωρών που συμμετείχαν στη Συνδιάσκεψη. Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου (28 Ιουλίου/10 Αυγούστου 1913) αναγνώριζε την ελληνική κυριαρχία στον Άθω. Η Ρωσία με δούρειο ίππο τη Μονή Παντελεήμονος επέμενε. Στις 3 Οκτωβρίου 1913 έγινε μια έκτακτη σύσκεψη στις Καρυές, παρουσία των ηγουμένων και των προϊσταμένων των μονών, καθώς και άλλων αντιπροσώπων. Η συνέλευση πραγματοποιήθηκε στον Ιερό Ναό του Πρωτάτου, όπου εψάλη δέηση μπροστά στην εικόνα του «Άξιον Εστί». Έπειτα, υπογράφηκε ψήφισμα με παρουσία 500 μοναχών και εκατοντάδων λαϊκών, ανάμεσά τους Ελλήνων αξιωματικών και οπλιτών του Στρατού.
Στο ψήφισμα αυτό γινόταν καταγγελία των ενεργειών των Ρώσων (που δεν αναφέρονταν ονομαστικά) και διατρανωνόταν η ελληνικότητα του Αγίου Όρους. Το ψήφισμα καθαρογράφτηκε σε μεμβράνη, σφραγίστηκε από την Ιερά Κοινότητα και στάλθηκε, μέσω των πρεσβειών των χωρών στην Αθήνα, στις κυβερνήσεις των Μεγάλων Δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένης και της ρωσικής. Όσο κι αν φαίνεται κάπως παράξενο, ο βασικός λόγος που η Ρωσία σταμάτησε να ασχολείται με το Άγιο Όρος ήταν η Οκτωβριανή Επανάσταση και οι αλλαγές που αυτή έφερε…
Με τη Συνθήκη της Λωζάνης (1923), το Άγιο Όρος αποδόθηκε οριστικά στην Ελλάδα, με το καθεστώς που ισχύει μέχρι σήμερα.
Προηγουμένως η ΕΟΔ έγραψε για τον ρόλο του κλήρου στο έπος του 1940.