Για τον Γέροντα Βασίλειο Ιβηρίτη

Γράφει ο Παναγιώτης Παύλος, ερευνητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Οσλο, Νορβηγία.
Σχίζεις το ασημόχρυσο πέλαγος στα πόδια του Άθω να προφθάσεις την εξόδιο ακολουθία του Γέροντος Βασιλείου Ιβηρίτου, και μέσα από αναρίθμητους ιλιγγιωδώς ιπτάμενους λογισμούς ο νούς σου καρφώνεται μια στιγμή στο ιδιόμελο του Εσπερινού της Κυριακής των Βαΐων: «Σήμερον η χάρις του Αγίου Πνεύματος ημάς συνήγαγε…».
Επί σαράντα χρόνια η μορφή του πατρός Βασιλείου χαράχθηκε μέσα σου τόσο οικεία, ώστε να νιώθεις όχι ότι πηγαίνεις στο Άγιον Όρος αλλά ότι επιστρέφεις σε αυτό.
Δεν τον κατανοούσες καταλαβαίνοντας τη γλώσσα του αλλά κοινωνούσες από το βίωμα, αλλότριο και υπερκόσμιο, που την άρθρωνε και την εμπλούτιζε.
Η ομιλία κι η γραφή του σε χρόνο ενεστώτα, όπως τα λειτουργικά κείμενα, καθώς «ο χρόνος είναι κινητή εικόνα της αιωνιότητας» που στην Εκκλησία βρίσκει τα όντα σε «αεικίνητο στάση» και «στάσιμο ταυτοκινησία».
Κοντά του ανέπνεες ελευθερία άλλης τάξης που δεν περιχαρακώνεται σε λογικές προτάσεις.
Το πρόσωπό του εξέπεμπε τέτοια χάρη πρωτόγνωρης δύναμης και γλυκύτητας που ξεχνούσες τον εαυτό σου και σου θύμιζε πώς περιγράφει ο Αγιος Διονύσιος Αρεοπαγίτης την εκστατικότητα του θείου έρωτος στο «Περί Θείων Ονομάτων».
Σπανίως μια ανθρώπινη μορφή σε ελκύει με τρόπο του επέκεινα εκπέμποντας ιλαρή αγαθότητα και κάλλος όχι περιγράψιμο, αλλά μετεχόμενο. Μετοχή αλλόκοτη ως ξένη, και επιθυμητή ως απολύτως συγγενής.
Δεν σου έδινε ντιρεκτίβες, μάλλον σου μιλούσε με τρόπο άλλου –κατά Χριστόν– Ηρακλείτου, όπως το μαντείο των Δελφών που ούτε λέγει ούτε κρύπτει αλλά σημαίνει.
Αποφατικότητα των καταφάσεων και κατάφαση των αποφάσεων συναμφοτέρως, όπως το θεσπίζει ο Αγιος Μάξιμος Ομολογητής στη «Μυσταγωγία», ανώτερα μαθηματικά άλλης λογικής, Ορθόδοξης κατ’ αντιστροφήν διαλεκτικής.
Γράφει στα «Αποτυπώματά» του: «Όταν ένας άγιος σου μιλά για την κόλασι, οσφραίνεσαι την ευωδία του παραδείσου. Όταν ένας πλανεμένος σου περιγράφει τον παράδεισο, παγώνεις από την κρυάδα της κολάσεως».
Ευφυΐα απαράμιλλη ιλιγγιώδους αντίστιξης, αλληλοσυμπλοκής λόγου αποφατικού και καταφατικού εφάμιλλη.
Ο Γέροντας Βασίλειος δεν ήταν φιλόσοφος, επιστήμων, τεχνίτης, διανοούμενος, ποιητής, ως φορέας κατατετμημένης γνώσης ειδικής, αλλά ως υποδοχέας των ομόκεντρων εκφάνσεων της παρουσίας του Ενός «ού εστι χρεία».
Δεν ήταν θεολόγος ως «θεολογών», αλλά ως φανερωτής –όσο σου ήταν δυνατόν– του Θεού Λόγου Χριστού. Ως λειτουργός δεν προέβαλλε εαυτόν αλλά αποκάλυπτε τη λογική λατρεία της Θείας Ευχαριστίας ως ιερουργούμενη θεουργία.
Σε αγαπούσε τόσο που καθώς ασχολιόταν μαζί σου αισθανόσουν το είναι σου να παίρνει αξία και νόημα τέτοιο που μόνος σου εσύ δεν μπορούσες να του προσδώσεις.
Ήταν λόγος, ώστε από θεατής της αγιότητας να σου έρθει όρεξη να γίνεις μέτοχος. Κάποτε η λάμψη του θείου έρωτος στο πρόσωπό του αντανακλούσε μέσα σου λούζοντάς σε με τέτοιο φως ελευθερίας, που να μη θέλεις να αντισταθείς στη δρόσο του Πνεύματος.
Δεν σου προσέβαλλε το έλλογον του αυτεξουσίου, αλλά σε απάλλασσε από το άλογον του ακουσίου. Δεν σου μετέδιδε πληροφορία, αλλά εμπειρία. Δεν σου διαμόρφωνε τη σκέψη, αλλά σε μυούσε στην αληθή ελευθερία. Δεν επεδίωκε να σου δώσει κάτι δικό του, αλλά να σε βοηθήσει εσύ να κοινωνήσεις την Πηγή του Παντός. Δεν σε παρέπεμπε στα γραπτά και τις κατακτήσεις του πνεύματός του, αλλά σε μυούσε στον πλούτο των άλλων, των μεγάλων.
Δεν σου μιλούσε για να καταλάβεις αλλά για να αναλάβεις. Δεν σε καθοδηγούσε ως οπαδό αλλά σου ανέπαυε τον λογισμό. Δεν παραμελούσε τίποτε και κανένα, αλλά σε όλους και όλα έβλεπε την Χριστοείδεια και Θεοείδειά τους.
Αφού και το κακό ακόμη εφίεται του Αγαθού, καθώς έλκει το είναι του από αυτό, όπως μαρτυρεί ο Αρεοπαγίτης. Δεν τον ενδιέφερε να σε εντάξει σε σχολή σκέψης αλλά να βοηθήσει τη σκέψη σου να σχολάσει· «Σχολάσατε και γνώτε…».
Δεν σε έκρινε γι’ αυτό που είσαι, αλλά σε διέκρινε γι’ αυτό που ο Χριστός θέλει να γίνεις. Δεν σε τακτοποιούσε στα μικρά, σε άπλωνε στα μεγάλα. Δεν σου έλυνε απορία διανοητική, σου χάριζε εμπειρία ασκητική. Δεν σου δίδασκε τα θεία, αλλά τα έπασχε φανερώνοντάς τα κατά το μερίδιο της δικής σου αντοχής. Δεν κήρυττε στους κτιστούς τον Ακτιστο, αλλά υπηρετούσε το γεφύρωμά τους.
Τον ευγνωμονείς όχι για τις απαντήσεις που σου έδωσε, αλλά για τα ανεξήγητα που σου μίλησε. Πονάς με την κοίμησή του.
Αλλά χαίρεσαι με τη βεβαιότητα ότι είναι παρών, όπως υποσχέθηκε σε έναν μοναχό της Μονής της Παναγίας Πορταΐτισσας λίγο πριν το τέλος: «Εγώ θα φύγω, αλλά εδώ θα γυρίζω. Θα τα παρακολουθώ όλα χωρίς να μ’ ενοχλείτε· χωρίς να σας ενοχλώ».
Επρεπε να φύγει, ώστε να αντιληφθείς ότι το δεύτερο ενικό του προφορικού και γραπτού λόγου του ήτανε κάλυψη και απόκρυψη εμπειρίας πρώτου προσώπου. Νύν πάντα πεπλήρωται Φωτός, Γέροντα Βασίλειε!
Νωρίτερα η ΕΟΔ έγραψε για τον επικήδειο στον μακαριστό Γέροντα Βασίλειο Ιβηρίτη από τον Καθηγούμενο της Ι.Μ. Ιβήρων.