Σεραφείμ Ρόουζ: Α' ΜΕΡΟΣ της 3ης Διάλεξης – Η Αναγέννηση

Φωτογραφία της ΕΟΔ Φωτογραφία της ΕΟΔ

Ορθόδοξη ανάλυση της Αναγέννησης ως καρπού του Σχίσματος, της αυτονόμησης της λογικής και της στροφής στον ανθρωπισμό και την ειδωλολατρία.

Η ΕΟΔ συνεχίζει να δημοσιεύει τις 13 διαλέξεις του π. Σεραφείμ Ρόουζ σε μετάφραση του Γεώργιου Τρακάκη, Επιστήμονα Υλικών Δρ. Επιστήμης και Τεχνολογίας Πολυμερών, Πάτρα. Ένα Ορθόδοξο Μάθημα Επιβίωσης: κατανοώντας την αποστασία του Δυτικού πολιτισμού μέσα από την Ορθόδοξη πίστη.

3η Διάλεξη - Α’ ΜΕΡΟΣ - Εισαγωγή

Η ζωή του Αγίου Παύλου της Όμπνορα [1], μας δίνει μια εικόνα ενός πολιτισμού που είναι ακριβώς το αντίθετο από τον πολιτισμό τον οποίο μελετάμε τώρα, τον δυτικό πολιτισμό μετά το Σχίσμα, από τον Μεσαίωνα και εξής. Στους παραδοσιακούς ορθόδοξους πολιτισμούς, όπως αυτόν της Ρωσίας, παρόμοια γεγονότα επαναλαμβάνονται: βαρβαρικές επιδρομές, μοναστήρια που καταστρέφονται, η μοναχική ζωή να ανθίζει σε κάποια εποχή και να χαλαρώνει σε άλλη, για να ανθίσει πάλι. Οι Άγιοι αναδεικνύονται, ο διάβολος επιτίθεται συνεχώς· υπάρχουν εισβολές από έξω. Και όλα αυτά συμβαίνουν χωρίς να διαταράσσουν τη βασική αρμονία και ισορροπία του πολιτισμού. Το ίδιο ισχύει και για το Βυζάντιο. Το ίδιο ίσχυε και στη Δύση πριν από την περίοδο του Σχίσματος.

Δεν υπάρχει τίποτε που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «καινούργιο», διότι αφότου κηρύχθηκε ο Χριστιανισμός, αφότου ήρθε ο Χριστός και ίδρυσε την Εκκλησία Του, δεν υπάρχει πλέον τίποτε νέο. Αυτή είναι η προετοιμασία για το τέλος του κόσμου, και οι άνθρωποι που έχουν διαπεραστεί από τις αρχές της Ορθόδοξης Παραδόσεως δεν περιμένουν κάτι νέο μέσα σε αυτόν τον κόσμο.

Στη Δύση όμως, αντιθέτως —αρχίζοντας ήδη από τα πρώτα μεσαιωνικά χρόνια που είδαμε στην προηγούμενη διάλεξη: το Σχολαστικισμό, τον Φραγκίσκο της Ασίζης, τον Ιωακείμ του Φιόρε, την είσοδο του ρομαντισμού στη θρησκεία, τις νέες πολιτικές ιδέες— υπάρχει ήδη η ιδέα ότι κάτι νέο συμβαίνει. Ο Χριστιανισμός «βελτιώνεται». Υπάρχει μια αναζήτηση κάποιου «νέου χριστιανισμού», αν και δεν χρησιμοποιούν ακόμη αυτή τη φράση. Και αυτή η έμφαση αυξάνει στην περίοδο που μελετούμε τώρα: την Αναγέννηση, την περίοδο μετά τον Μεσαίωνα, περίπου στο 1300–1600. Σε αυτή την περίοδο θα δούμε ότι ό,τι άρχισε στον Μεσαίωνα, τώρα γίνεται επιδημία. Και εμφανίζονται πράγματα εντελώς νέα στην ιστορία της ανθρωπότητας· ή αν υπήρχαν πριν, τώρα φθάνουν σε ένα εντελώς νέο επίπεδο.

Ο σκοπός αυτών των διαλέξεων —και το επαναλαμβάνω— είναι να κατανοήσουμε γιατί ο κόσμος είναι όπως είναι σήμερα, τι έχει συμβάλει στη διαμόρφωση του δικού μας νου· ώστε να μπορέσουμε να είμαστε Ορθόδοξοι αντιστεκόμενοι σε όλες τις ψεύτικες ιδέες, σε όλη την ψεύτικη διαμόρφωση του νου μας, και να βλέπουμε ποιο είναι το αληθινό ορθόδοξο φρόνημα και η αληθινή ορθόδοξη διδασκαλία.

Δυστυχώς, το τέλος αυτής της σύγχρονης εποχής που αρχίζει με το Σχίσμα έχει παράγει μια γενιά ανθρώπων εντελώς ανίδεων για το παρελθόν· και γι' αυτό, κάποιος που δεν γνωρίζει το παρελθόν του γίνεται πολύ εύκολα θύμα του περιβάλλοντός του, το οποίο βασίζεται σε μια αντιχριστιανική φιλοσοφία. Γίνεται τέτοιος επηρεαζόμενος από οτιδήποτε υπάρχει γύρω του στην καθημερινή ζωή. Και εμείς προσπαθούμε να κατανοήσουμε αυτά που υπάρχουν στη ζωή γύρω μας από μια βαθύτερη φιλοσοφική οπτική, ώστε ακόμη και η μουσική στο σουπερμάρκετ να γίνεται κάτι φιλοσοφικό: έχει πίσω της μια ιδέα που σκοπεύει να μας δώσει ένα συγκεκριμένο συναίσθημα, το οποίο μας απομακρύνει από τον Χριστό.

Και έτσι, ο σκοπός αυτής της μελέτης είναι η ορθόδοξη αυτοάμυνα. Ολόκληρο αυτό το μάθημα είναι μια εξέταση της νεότερης ιστορίας από την οπτική της Ορθοδοξίας· κάτι που είναι αρκετά πρωτότυπο ως προσέγγιση. Διότι όλα τα ιστορικά βιβλία γράφονται από άλλες οπτικές· είτε ξεκινούν με την ιδέα ότι υπάρχει μια «Σκοτεινή Εποχή» και μετά φωτεινοί, «διαφωτισμένοι» νεότεροι χρόνοι, και όλα κρίνονται με βάση τη σύγχρονη, διαφωτιστική, επιστημονική κοσμοαντίληψη· είτε υπάρχει μια άλλη σχολή που θεωρεί ως μέτρο σύγκρισης τον καθολικό χριστιανισμό, όπου ο δέκατος τρίτος αιώνας είναι το αποκορύφωμα, και όλα τα υπόλοιπα μια παρακμή. Και υπάρχουν κι άλλες οπτικές.

Αλλά η δική μας οπτική είναι η ορθόδοξη. Και από ορθόδοξη σκοπιά, πρέπει να ειπωθεί ότι η περίοδος της Αναγέννησης είναι στην πραγματικότητα πολύ λιγότερο σημαντική από την περίοδο του Μεσαίωνα. Στην Αναγέννηση βλέπουμε τις πιο θεαματικές αλλαγές και τις μεγαλύτερες αποκλίσεις από τον αρχαίο Χριστιανισμό· αλλά η περίοδος που γέννησε αυτές τις αλλαγές, αυτή που αργότερα οδήγησε στην Αναγέννηση και πέρα από αυτήν, ήταν —όπως είδαμε στο προηγούμενο μάθημα— η περίοδος αμέσως μετά το Σχίσμα.

Από εκεί και πέρα, όλα τα υπόλοιπα είναι απλώς λογική συνέπεια εκείνης της πρώτης αλλοίωσης. Διότι όταν η Ορθοδοξία έχει εγκαταλειφθεί, δεν απομένει τίποτε άλλο παρά η εφαρμογή των νέων αρχών που εισήχθησαν. Και όλες οι αρχές που εμφανίστηκαν στον Μεσαίωνα θα αναπτυχθούν μέχρι τις μέρες μας, έτσι ώστε ουσιαστικά οι δυνάμεις που σήμερα διαμορφώνουν την ιστορία είναι οι ίδιες με εκείνες του 13ου αιώνα, μόνο που σήμερα έχουν φτάσει σε πολύ πιο προχωρημένη μορφή.

Η περίοδος μετά τον Μεσαίωνα ονομάζεται Αναγέννηση, δηλαδή αναγέννηση της αρχαιότητας. Είναι η εποχή του λεγόμενου Ανθρωπισμού. Και ήδη είναι ξεκάθαρο ποια είναι η βάση αυτής της νέας εποχής.

Είδαμε ότι η μεσαιωνική περίοδος κυριαρχήθηκε από τον Σχολαστικισμό, δηλαδή από τη λογική που γίνεται αυτόνομη, που τοποθετείται πάνω από την πίστη. Και αυτή η λογική, όπως πολύ εύστοχα έδειξε ο Κυριέγιεφσκυ τον 19ο αιώνα όταν κριτίκαρε τη Δύση από ορθόδοξη σκοπιά, πολύ γρήγορα στράφηκε εναντίον του Χριστιανισμού. Αρχικά υποτίθεται ότι ήταν η «θεραπαινίδα της πίστης», υπηρετούσε τον Χριστιανισμό και αποδείκνυε τα δόγματα της πίστεως — και πολλά άλλα ακόμη — βασισμένη στην αυθεντία της Γραφής, κάποιων πρώιμων Πατέρων (κυρίως του Αυγουστίνου) και του Αριστοτέλη, επειδή πίστευαν ότι ο Αριστοτέλης είχε την αληθινή θεώρηση της φύσης.

Αλλά στην εποχή της Αναγέννησης, αυτή η λογική στράφηκε εναντίον της θρησκείας. Διότι αν η λογική είναι αυτόνομη, μπορεί να αναπτύξει τις δικές της αρχές· δεν υπάρχει λόγος να δεσμευτεί από θρησκευτικό περιεχόμενο. Επίσης είδαμε ότι στον Μεσαίωνα τα μεγάλα κινήματα — Φραγκίσκος, Ιωακείμ — είχαν μοναστικό, ασκητικό χαρακτήρα. Στην Αναγέννηση όμως εμφανίζεται πλήρης αντίδραση σε αυτό. Μεταβάλλεται το κλίμα στο οποίο γεννιούνται οι νέες ιδέες, και πλέον δεν ενδιαφέρει ούτε ο μοναχισμός ούτε η λογική που υπηρετεί τη θεολογία. Έτσι βλέπουμε ότι σε αυτή την περίοδο η ιδέα του μοναχισμού και της ασκήσεως αντιμετωπίζεται εξαιρετικά αρνητικά, διότι το ενδιαφέρον για τον κόσμο έχει πλέον αφυπνιστεί.

Και έτσι ήταν φυσικό ότι σε αυτή την περίοδο ο δυτικός άνθρωπος στράφηκε μακριά από την Εκκλησία προς την ειδωλολατρική Ελλάδα και Ρώμη, τα μνημεία των οποίων βρίσκονταν παντού στη Δύση και ιδιαιτέρως στην Ιταλία. Και ένας συγγραφέας έχει μάλιστα πει ότι σε αυτή την εποχή η ειδωλολατρική Ελλάδα και Ρώμη πήραν την εκδίκησή τους από τον Χριστιανισμό· διότι εκείνος ο παγανιστικός, αρχαίος πολιτισμός είχε κάποτε καταλυθεί από τον Χριστιανισμό. Η αρχαία ειδωλολατρική κοσμοθεωρία, που έθετε τον άνθρωπο πρώτο, είχε ανατραπεί από τον Χριστιανισμό και τώρα, όταν η λογική στράφηκε εναντίον του Χριστιανισμού, αυτό το αρχαίο παγανιστικό πνεύμα πήρε την «εκδίκησή» του, ενωμένο πλέον με τη λογική. Και με τη σειρά του αυτό το παγανιστικό πνεύμα έδωσε μια τεράστια ώθηση σε ένα ιδεώδες καθολικής κοσμικότητας.

Έτσι, το ιδεώδες της Αναγέννησης είναι το ιδεώδες του φυσικού ανθρώπου, και επίσης μιας «φυσικής θρησκείας» που είναι κατανοητή στη λογική χωρίς ειδική αποκάλυψη. Ένας από τους μεγάλους ουμανιστές του Βορρά, ο Έρασμος [2], βρήκε στην Ελλάδα αυτό που ονόμασε «τη φιλοσοφία του Χριστού», δηλαδή μέσα στην ειδωλολατρική αρχαία Ελλάδα. «Όταν διαβάζω ορισμένα αποσπάσματα αυτών των μεγάλων ανδρών», έγραψε για τους Έλληνες, «δύσκολα συγκρατούμαι από το να πω: “Άγιε Σωκράτη, πρέσβευε υπέρ εμού”». Φυσικά, δεν προσευχόταν πραγματικά στους αγίους, ούτε στον Σωκράτη. Αυτό που θέλει να πει είναι: αυτοί οι παγανιστές παίρνουν τη θέση των Αγίων.

Έτσι, είναι σε αυτή την εποχή που «ανακαλύφθηκε ο άνθρωπος». Εμφανίζεται ένα τεράστιο ενδιαφέρον για το άτομο. Υπάρχει ένα πολύ καλό βιβλίο για την Αναγέννηση στην Ιταλία, του Γιάκομπ Μπούρκχαρντ [3], μελετητή του 19ου αιώνα. Παρεμπιπτόντως, υπάρχουν αρκετοί αξιόλογοι μελετητές του 19ου και πρώιμου 20ου αιώνα οι οποίοι μελέτησαν τα θέματά τους με αξιοθαύμαστη πληρότητα, κάτι που σπάνια συμβαίνει σήμερα. Και, ακόμη κι όταν η οπτική τους είναι συχνά αγνωστικιστική ή ακόμη και άθεη, επειδή εξετάζουν το αντικείμενό τους τόσο διεξοδικά, μπορεί κανείς να δει ξεκάθαρα τι ακριβώς συνέβαινε. Και αυτός (ο Μπούρκχαρντ) αναλύει πολλές από τις ιδέες που κυριαρχούσαν σε αυτή την περίοδο στην Ιταλία, τον πρώτο τόπο της Αναγέννησης, που αργότερα εξαπλώθηκε προς τον βορρά.

------

[1] Άγιος Παύλος της Όμπνορα (†1429): Ο Άγιος Παύλος της Όμπνορα υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους Ρώσους ερημίτες του 15ου αιώνα. Μαθητής του Αγίου Σεργίου του Ραντονέζ, έζησε σε απόλυτη άσκηση μέσα στα δάση της βόρειας Ρωσίας, κοντά στον ποταμό Όμπνορα, όπου αργότερα ιδρύθηκε και η μονή που φέρει το όνομά του.

Ξεχώρισε για την ακραία του αυστηρότητα: πολυετής ησυχαστική ζωή, νηστεία, υπακοή, αδιάλειπτη προσευχή, υπέρβαση των φυσικών αναγκών. Οι βίοι τον περιγράφουν ως άνθρωπο βαθιάς ειρήνης και θείας χάριτος, ο οποίος —παρά τις επιδρομές, τις καταστροφές και τις συνεχείς δοκιμασίες της εποχής του— παρέμεινε ατάραχος, δείχνοντας πώς λειτουργεί μια αληθινά ορθόδοξη πολιτισμική παράδοση: ακλόνητη, ακόμη κι όταν όλα γύρω καταρρέουν.

Η ζωή του αποκαλύπτει τον χαρακτήρα των παραδοσιακών ορθόδοξων πολιτισμών: οι εξωτερικές αναταράξεις δεν καταστρέφουν τη βαθύτερη πνευματική ισορροπία, γιατί το κέντρο είναι ο Χριστός και η ασκητική παράδοση της Εκκλησίας. Επιβεβαιώνει ότι μέσα στην Ορθοδοξία δεν υπάρχει "κάτι νέο", αλλά η συνεχής πιστότητα στη μία και αμετάβλητη αλήθεια.

[2] Έρασμος του Ρότερνταμ (Desiderius Erasmus, 1466–1536): Ανθρωπιστής λόγιος της Βόρειας Αναγέννησης, κεντρική μορφή του ευρωπαϊκού ουμανισμού. Ήταν ιερέας, φιλόλογος και κορυφαίος εκδότης αρχαίων κειμένων, ιδιαίτερα της Καινής Διαθήκης στα ελληνικά. Υποστήριξε μια μορφή «χριστιανικού ουμανισμού», που τόνιζε την ηθική βελτίωση του ανθρώπου και την επιστροφή στα πρωταρχικά κείμενα («ad fontes»). Παρότι παρέμεινε εντός της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, άσκησε κριτική τόσο στη σχολαστική θεολογία όσο και στην εκκλησιαστική διαφθορά. Ο θαυμασμός του για την αρχαία ελληνική σοφία έφτανε σε σημείο να εξυψώνει παγανιστές φιλοσόφους — χαρακτηριστικά αποκαλεί τον Σωκράτη «Άγιο Σωκράτη»— εκφράζοντας έτσι τον ανθρωποκεντρικό προσανατολισμό της Αναγέννησης, κάτι ριζικά ξένο προς την Ορθόδοξη πατερική προσέγγιση.

[3] Γιάκομπ Μπούρκχαρτ (Jacob Burckhardt, 1818–1897): Ελβετός ιστορικός του πολιτισμού, από τους θεμελιωτές της «πολιτισμικής ιστορίας» στη νεότερη Ευρώπη. Το έργο του The Civilization of the Renaissance in Italy (1860) υπήρξε καθοριστικό στην κατανόηση της Αναγέννησης ως εποχής «ανακάλυψης του ατόμου» και γέννησης του σύγχρονου κοσμικού ανθρώπου. Με διεισδυτική, σχεδόν λογοτεχνική προσέγγιση, ανέλυσε την τέχνη, την πολιτική, τα ήθη και την ψυχολογία της εποχής. Αν και κοσμικός και συχνά αγνωστικιστής, περιγράφει με σαφήνεια τις νέες δυνάμεις που αναδύονται τότε — ατομικισμό, κοσμικότητα, λατρεία της αρχαιότητας — στοιχεία που, από ορθόδοξη σκοπιά, σηματοδοτούν την απομάκρυνση της Δύσης από το πνεύμα της Παράδοσης.

Εάν παρατηρήσετε κάποιο σφάλμα, επιλέξτε το απαιτούμενο κείμενο και πατήστε Ctrl+Enter ή Υποβολή σφάλματος για να το αναφέρετε στους συντάκτες.
Εάν βρείτε κάποιο σφάλμα στο κείμενο, επιλέξτε το με το ποντίκι και πατήστε Ctrl+Enter ή αυτό το κουμπί Εάν βρείτε κάποιο σφάλμα στο κείμενο, επισημάνετε το με το ποντίκι και κάντε κλικ σε αυτό το κουμπί Το επισημασμένο κείμενο είναι πολύ μεγάλο!
Διαβάστε επίσης