Κων/πολη ἤ Μόσχα; «Ὑπαγόταν ἡ Οὐκρανία στήν δικαιοδοσία τῆς Κων/πολης;». Β' Μέρος
Τί ἒλεγαν οἱ ἱστορικοὶ-στελέχη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου;
Παράλληλα πρὸς τὴν ἀδιάψευστη μαρτυρία τῶν Τακτικῶν-Συνταγματίων (Α΄ Μέρος), μὲ τοὺς ὄψιμους καὶ ἀτεκμηρίωτους ἰσχυρισμοὺς τῆς Κωνσταντινούπολης δὲν συμφωνοῦν καὶ ἔγκριτοι ἱστορικοὶ - στελέχη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου[1], οἱ ὁποῖοι σὲ ἀνύποπτο χρόνο ἔχουν δημοσιεύσει μελέτες στὶς ὁποῖες καταδεικνύουν αὐτὸ ποὺ μαρτυροῦν καὶ τὰ Συνταγμάτια, ὅτι τοὺς τελευταίους τρεισήμισι αἰῶνες τὸ Κίεβο δὲν ἀνήκει στὴν κανονικὴ δικαιοδοσία τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, ἀλλὰ ὑπάγεται κανονικῶς στὴν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας! Ἐνδεικτικῶς:
1. α) Ὁ Ἀρχειοφύλακας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, ἀρχιμ. Καλλίνικος Δελικάνης, στὸ περίφημο ἔργο του «Τὰ ἐν τοῖς Κώδιξι τοῦ Πατριαρχικοῦ Ἀρχειοφυλακείου σωζόμενα ἐπίσημα ἐκκλησιαστικὰ ἔγγραφα» τ. Α-Γ, ποὺ ἐκδόθηκε «ἐν Κωνσταντινουπόλει ἐκ τοῦ Πατριαρχικοῦ Τυπογραφείου» τὸ 1902-1905[2] δημοσιεύει «Γράμμα Συνοδικόν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Παϊσίου πρὸς τὸν Μόσχας Νίκωνα», στὸ ὁποῖο ὁ Οἰκουμενικὸς ἀποκαλεῖ τὸν Μόσχας «Πατριάρχη Μοσχοβίας μεγάλης τε καὶ μικρᾶς Ρωσσίας»[3]. Ὡς γνωστὸ «μικρὰ Ρωσσία» εἶναι ἡ σημερινὴ Οὐκρανία!
β) Ὁ ἴδιος ὁ Ἀρχειοφύλακας Κ. Δελικάνης ἀναφερόμενος στὸν «χωρισμὸν τῆς Μητροπόλεως Κιέβου ἀπὸ τῆς Μόσχας» σχολιάζει: «Ἡ αὐτοτέλεια αὕτη διήρκεσε μέχρι τοῦ 1686, ὃτε τῶν ἐπαρχιῶν τούτων ἀνακτησασῶν ἀπὸ τῶν Πολωνῶν τὴν ἰδίαν αὐτῶν αὐτονομίαν, οἱ Τσάροι… ἐξητήσαντο, πρὸς προφυλακὴν τούτων ἀπὸ τῆς Οὐνίας τῆς λυμαινομένης τὰς Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας τῆς Λιθουανίας καὶ Πολωνίας, ἀπὸ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τὴν καὶ αὔθις συνένωσιν τῆς Μητροπόλεως Κιέβου … μετὰ τοῦ Πατριαρχικοῦ Θρόνου τῆς Μόσχας, οὗ προΐστατο ὁ Πατριάρχης Ἰωακεὶμ. εἰς ἣν αἴτησιν ἐπένευσεν ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Διονύσιος ὁ Δ΄ Μουσελίνης, συναποφαινομένου ἐν τῷ ἐκδοθέντι Συνοδικῷ Τόμῳ καὶ τοῦ Ἱεροσολύμων Δοσιθέου»[4]. Ἀξιοσημείωτο τυγχάνει ὅτι ὁ πολὺ καλὸς γνώστης τῶν Πατριαρχικῶν ἐγγράφων καὶ Ἀρχειοφύλακας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου χαρακτηρίζει τὴν Πατριαρχικὴ καὶ Συνοδικὴ Πράξη τοῦ Πατριάρχου Διονυσίου Δ΄ ὡς «Συνοδικὸ Τόμο» στὸν ὁποῖο συμμετεῖχε ὡς «συναποφαινόμενος» ὁ Ἱεροσολύμων Δοσίθεος!
γ) Ἐπίσης σὲ ἄλλο σημεῖο ἐπαναλαμβάνει: «Ἡ δὲ Μητρόπολις Κιέβου ἐξηκολούθη κυβερνωμένη διὰ Τοποτηρητῶν μέχρι τῆς ἐξαρτήσεώς της ἀπὸ τοῦ Πατριαρχικοῦ Θρόνου Μόσχα τῷ 1686»[5].
Ἐπισημαίνουμε καὶ πάλι ὅτι ἡ ἀνωτέρω ἐργασία τοῦ Κ. Δελικάνη ἐκδόθηκε «ἐν Κωνσταντινουπόλει ἐκ τοῦ Πατριαρχικοῦ Τυπογραφείου» καὶ ἀνατυπώθηκε τὸ 1999 ἀποφάσει τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου!
2. Ὁ καθηγητὴς (τώρα καὶ πρωτοπρεσβύτερος) Θεοδ. Ζήσης – παλαιὸς κληρικός, συνεργάτης καὶ σύμβουλος τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως – σὲ Διεθνὲς Σεμινάριον τοῦ ἐν Chambesy τῆς Γενεύης Ὀρθοδόξου Κέντρου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τὸν Μάιο τοῦ 1988: «Οἱ Ὀρθόδοξοι Ρῶσσοι αὐτῶν τῶν χωρῶν μὲ ἕδρα τὸ Κίεβον ἐξηκολούθησαν, ὡς ἰδιαιτέρα μητρόπολις, νὰ ὑπάγωνται ὑπὸ τὴν δικαιοδοσίαν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καὶ μετὰ τὴν χειραφέτησιν τῆς Μόσχα ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολιν μέχρι τοῦ ἔτους 1686, ὁπότε… συνεδέθη καὶ πάλιν τὸ Κίεβον μὲ τὴν Μόσχαν καὶ ἀποκατεστάθη ἡ ἑνότης μὲ ἔγκρισιν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου»[6].
3. Ὁ καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τῆς Χάλκης Βασ. Σταυρίδης, ἐκ τῶν σοβαροτέρων μελετητῶν τῆς ἱστορίας τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου δὲν μνημονεύει στὸν κατάλογο τῶν ἐπαρχιῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου οὔτε τὴ Μητρόπολη Κιέβου οὔτε τὴν Οὐκρανία[7].
4. Ὁ καθηγητὴς Γρ. Λαρεντζάκης, Ἄρχων Μ. Πρωτονοτάριος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, σὲ πρόσφατο ἄρθρο του ἐμμέσως πλὴν σαφῶς ἀποδέχεται ὅτι ἡ Οὐκρανία ὑπάγεται στὴ Μόσχα: «Τὸ Πατριαρχεῖο Μόσχας ὅμως τώρα ἀγωνίζεται μέ κάθε μέσο νά διατηρήσει τήν ἐπικυριαρχία του καί στήν Οὐκρανία»[8].
5. Ἰδιαιτέρως παραπέμπω στὸν καθηγητὴ Βλ. Φειδᾶ, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁμότιμος καθηγητὴς τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας, ἐκ τῶν σημαντικοτέρων στελεχῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, τιμηθείς μὲ τὸ Ὀφίκιο τοῦ Ἄρχοντος Διδασκάλου τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῶ σήμερα ὑπηρετεῖ ὡς Κοσμήτορας τοῦ Ἰνστιτούτου Μεταπτυχιακῶν Σπουδῶν Ὀρθοδόξου Θεολογίας τοῦ Ὀρθοδόξου Κέντρου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στὸ Σαμπεζὺ τῆς Γενεύης. Σὲ σειρὰ ἐπιστημονικῶν του δημοσιευμάτων σὲ διάστημα 40 ἐτῶν (1966-2005) γράφει ὁ καθηγητὴς Φειδᾶς τὰ ἑξῆς, ποὺ καθιστοῦν ἀπολύτως σαφῆ τὴν πλήρη καὶ κανονικὴ δικαιοδοσία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας ἐπὶ τῆς Οὐκρανίας:
α) «Ὁ Κωνσταντινουπόλεως Διονύσιος ὑπήγαγε τὴ Μητρόπολιν Κιέβου ὑπὸ τὴν κανονικὴν δικαιοδοσίαν τοῦ Πατριάρχου Μόσχας (1687)» [9].
β) Ο Μ. Πέτρος καταργεῖ τὸν Πατριαρχικὸ θεσμὸ στὴ Μόσχα καὶ εἰσάγει Σύνοδο. Τὴν ἀπόφασή του αὐτὴ τὴν ἐπικυρώνει ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης. Ἔτσι στὴ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας ὡς ἕνα ἀπὸ τὰ τρία μόνιμα μέλη συμμετέχει ὁ Μητροπολίτης Κιέβου (μαζὶ μὲ τὸν Μόσχας καὶ τὸν Πετρουπόλεως)[10].
γ) Ἡ Θεολογικὴ Ἀκαδημία τοῦ Κιέβου εἶναι μία ἀπὸ τὶς τέσσερις σημαντικότερες Ἀκαδημίες τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας[11].
δ) Ὁ Μητροπολίτης Κιέβου διετέλεσε πρόεδρος τῆς Πανρωσικῆς Συνόδου τοῦ 1917, στὴν ὁποία ἀποκαταστάθηκε ὁ Πατριαρχικὸς Θεσμὸς στὴ Ρωσία[12].
ε) Ἰδιαίτερα σημαντικὴ μὲ διορθόδοξη, μάλιστα, συμμετοχὴ εἶναι ἡ Σύνοδος τοῦ 1945. Γράφει ὁ καθηγητὴς Φειδᾶς: «Εἰς τὴν Σύνοδο τοῦ 1945 ἔλαβον μέρος ὁ πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Χριστόφορος, ὁ πατριάρχης Ἀντιοχείας Ἀλέξανδρος Γ΄, ὁ πατριάρχης-«καθολικός» τῆς Ἐκκλησίας τῆς Γεωργίας Καλλίστρατος, ὁ ἀντιπρόσωπος τοῦ πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως μητροπολίτης Θυατείρων Γερμανός, ὁ ἀντιπρόσωπος τοῦ πατριαρχείου Ἱεροσολύμων ἀρχιεπίσκοπος Σεβαστείας Ἀθηναγόρας, ὁ ἀντιπρόσωπος τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας μητροπολίτης Σκοπίων Ἰωσὴφ, ὁ ἐπίσκοπος Ἰωσὴφ τῆς Ἐκκλησίας Ρουμανίας κ.ἂ… Ἡ Σύνοδος συνέταξε καὶ τὸν «Κανονισμὸν διοικήσεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας». Σύμφωνα μὲ τὸ ἄρθρο 19 τοῦ Κανονισμοῦ στὴν ἑξαμελῆ Διαρκῆ Σύνοδο συμμετέχει ὡς μόνιμο μέλος ὁ Μητροπολίτης Κιέβου[13]! Ὑπάρχει πλέον ἡ παραμικρὴ ἐπιφύλαξη σὲ κάθε καλοπροαίρετο ὅτι ὁ Κιέβου δὲν ὑπάγεται στὴν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας, σύμφωνα μὲ τὴν ὁμόγνωμη ἄποψη τῶν πιὸ πάνω Ἐκκλησιῶν;
στ) Τέλος, κατὰ τὸν καθηγητὴ Βλ. Φειδᾶ, στὶς ἐπαρχίες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας ὑπάγεται καὶ τὸ Κίεβο καὶ ὁλόκληρη ἡ Οὐκρανία καθὼς καὶ οἱ Μονὲς τῆς Οὐκρανίας[14]!
Ἀπὸ τὰ ἀνωτέρω ἱστορικὰ στοιχεῖα ποὺ παραθέτουν ἐπίλεκτα στελέχη καὶ συνεργάτες τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, προκύπτει ὅτι οἱ ἐν Οὐκρανίᾳ Ὀρθόδοξοι τούς τελευταίους αἰῶνες συμμετεῖχαν σὲ ὅλες τὶς πτυχὲς τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς τοῦ Πατριαρχείου τῆς Ρωσίας (μοναχισμός, θεολογικὲς Σχολές, διοίκηση καὶ σὲ αὐτὴ τὴν Ι. Σύνοδο, διωγμοὺς κοκ) καὶ ὄχι τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.
[Ἔχοντας ὑπ’ ὄψιν τά ἀνωτέρω ἐπιστημονικά συμπεράσματα τοῦ σεβαστοῦ καθηγητοῦ Βλ. Φειδᾶ (δημοσιευθέντα σὲ διάστημα 40 ἐτῶν — 1966-2005!) προκαλοῦν εὔλογη ἀπορία οἱ ἀρτιφανεῖς ἰσχυρισμοί του σὲ πρόσφατο δημοσίευμα[15] (π.χ. περὶ βιαίας προσαρτήσεως τῆς Οὐκρανίας στὴν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας, ἀντικανονικῆς συμμετοχῆς τοῦ Μητροπολίτου Κιέβου στὴν Πατριαρχικὴ Σύνοδο τῆς Μόσχας κοκ): «μὲ τὴ συγκεκριμένη Συνοδικὴ Πράξη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου (1686) ὄχι μόνο δὲν παραχωρήθηκαν πλήρως ἢ ὁριστικῶς στὴ δικαιοδοσία τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας οἱ ἀνατολικὲς ἐπαρχίες τῆς Οὐκρανίας καὶ τῆς Λευκορωσσίας, ὅπως ἰσχυρίζονται ἀκρίτως οἱ θεολογικοὶ σύμβουλοι τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας ἀλλ’ ἀντιθέτως διακηρύχθηκε τὸ ἀπαραβίαστο τῆς κανονικῆς δικαιοδοσίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου σὲ ὁλόκληρη τὴν ἔκταση τῆς Μητροπόλεως τοῦ Κιέβου», «τὸ Πατριαρχεῖο Μόσχας ἀγωνίζεται ἐπὶ πέντε αἰῶνες νὰ ἐπιβάλῃ βιαίως καὶ μὲ καθαρῶς πολιτικὰ ἢ ἐθνοφυλετικὰ κριτήρια τὴν ἀντικανονικὴ ἀξίωσή του γιὰ τὴν ὑπαγωγὴ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας στὴ δυναστικὴ δικαιοδοσία του, γι’ αὐτὸ ἡ ἐκκλησιαστικὴ Ἱεραρχία, ὁ ἱ. Κλῆρος καὶ ὁ εὐλαβὴς λαὸς τῆς Οὐκρανίας ἀρνήθηκαν πάντοτε νὰ δεχθοῦν τὴν ἐξάρτηση αὐτὴ» καὶ «Βεβαίως, ἡ ἰδιότυπη αὐτὴ ἐπαχθής ἀνεξαρτησία κατοχυρώνεται μὲ τὸν Καταστατικὸ Χάρτη της, ἀφοῦ ἡ Ἱ. Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας ἐκλέγει καὶ χειροτονεῖ ὄχι μόνο ὅλους τούς ἀρχιερεῖς τῆς Οὐκρανίας, ἀλλὰ καὶ τὸν Προκαθήμενό της Μητροπολίτη Κιέβου καὶ πάσης Οὐκρανίας. Ἐν τούτοις, αὐτὸ τὸ καθεστὼς τῆς ἐπαχθοῦς ἀνεξαρτησίας τῆς Ἐκκλησίας Οὐκρανίας σχετικοποιεῖται καὶ ἀποδυναμώνεται ἀπὸ τὴν ἀντικανονικὴ ἀξίωση τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας νὰ εἶναι ὁ Μητροπολίτης Κιέβου τακτικὸ μέλος καὶ τῆς Ἱ. Συνόδου τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας, γιὰ νὰ ἐκφράζεται προφανῶς ἡ αὐθαίρετη ἀξίωση τῆς πλήρους ὑπαγωγῆς της στὴν κανονική του δικαιοδοσία»! Εἶναι προφανές πώς ἡ πληρέστερη ἀναίρεση τῶν ἀνωτέρω καινοφανῶν ἀπόψεων τοῦ καθηγητοῦ ἒχει γίνει ἀπό τόν ἲδιο σέ παλαιότερα δημοσιεύματά του…]
[1] Στὸ παρὸν δημοσίευμα παραπέμπουμε μόνο σὲ στελέχη καὶ στενοὺς συνεργάτες τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Ὅμως ἐπισημαίνουμε ὅτι ὅσοι ἔχουν ἀσχοληθεῖ μὲ τὸ ζήτημα αὐτὸ ὁμογνωμοῦν ὅτι τὸ 1686-1687 ὁ Πατριάρχης Διονύσιος Δ΄ ὑπήγαγε τὴ Μητρόπολη Κιέβου στὴν κανονικὴ δικαιοδοσία τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας. Ἐνδεικτικά: Β. ΤΖΩΡΤΖΑΤΟΥ, Οἱ βασικοὶ θεσμοὶ διοικήσεως τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχείων, μετὰ ἱστορικῶν ἀνασκοπήσεων, ἐν Ἀθήναις 1972, σ. 169: «ἡ ὑπὸ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Διονυσίου διοικητικὴ ὑπαγωγὴ τῆς μητροπόλεως Κιέβου εἰς τὸ Πατριαρχεῖον Μόσχας (1687)», Β. ΣΤΕΦΑΝΙΔΗ, Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία, Ἀθῆναι 19703, σ. 448: «Μέσα τῆς ιζ΄ ἑκατονταετηρίδος ἡ Μικρὰ Ρωσία … ἡνώθη καὶ ἐκκλησιαστικῶς μετ’ αὐτῆς (1685). Ἡ ἕνωσις ἐπεκυρώθη ὑπὸ τοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως (1687) καὶ οὕτως ἐξέλιπε πᾶσα ἐξάρτησις τῆς Μικρᾶς Ρωσίας ἐκ τοῦ πατριαρχείου τούτου (Κωνσταντινουπόλεως). Ὁ Κιέβου ὑπετάγη στόν Μόσχας».
[2] Ἔχει ἀνατυπωθεῖ ὡς Κ. ΔΕΛΙΚΑΝΗΣ, Ἐπίσημα Ἐκκλησιαστικὰ Ἔγγραφα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, τ. Α-Γ, 1999.
[3] Κ. ΔΕΛΙΚΑΝΗΣ, ὅ.π., τ. Γ΄ σ. 36.
[4] Κ. ΔΕΛΙΚΑΝΗΣ, ὅ.π., τ. Γ΄ σ. 7 σημείωση.
[5] Κ. ΔΕΛΙΚΑΝΗΣ, ὅ.π., τ. Γ΄ σ. 34.
[6] Θ. ΖΗΣΗΣ, Κωνσταντινούπολη καί Μόσχα, σ. 31.
[77] Β. ΣΤΑΥΡΙΔΟΥ, Συνοπτικὴ Ἱστορία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἐκδ. Πατριαρχικὸ Ἵδρυμα Πατερικῶν Μελετῶν, Θεσσαλονίκη 1991, σ. 91-93.
[8] ΓΡ. ΛΑΡΕΝΤΖΑΚΗ, «Σκέψεις καί σχόλια τῶν ἐξελίξεων γιά τό Αὐτοκέφαλον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας», στό http://anastasiosk.blogspot.com/2018/11/blog-post_703.html
[9] ΒΛ. ΦΕΙΔΑ, Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία τῆς Ρωσίας, σ. 273-274. Στὴν ἴδια διαπίστωση καταλήγει καὶ ὁ πρωτ. Θ. ΖΗΣΗΣ, Τὸ Οὐκρανικὸ Αὐτοκέφαλο, σ. 79-98.
[10] ΒΛ. ΦΕΙΔΑ, Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία τῆς Ρωσίας, σ. 317-318, ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ, «Ρωσικὴ Ἐκκλησία», ΘΗΕ τ. 10 στ. 1055.
[11] ΒΛ. ΦΕΙΔΑ, Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία τῆς Ρωσίας, σ. 301-304.
[12] ΒΛ. ΦΕΙΔΑ, Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία τῆς Ρωσίας, σ. 335.
[13] ΒΛ. ΦΕΙΔΑ, Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία τῆς Ρωσίας, σ. 348-349, ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ, «Ρωσικὴ Ἐκκλησία», ΘΗΕ τ. 10 στ. 1077, Β. ΤΖΩΡΤΖΑΤΟΥ, Οἱ βασικοὶ θεσμοὶ διοικήσεως τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχείων, μετὰ ἱστορικῶν ἀνασκοπήσεων, ἐν Ἀθήναις 1972, σ. 177.
[14] ΒΛ. ΦΕΙΔΑ, «Ρωσικὴ Ἐκκλησία», ΘΗΕ τ. 10 στ. 1078.
[15] ΒΛ. ΦΕΙΔΑΣ, «Ἡ Συνοδικὴ Πράξη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου (1686) καὶ ἡ Αὐτοκεφαλία τῆς Ἐκκλησίας Οὐκρανίας», στὸ https://www.orthodoxianewsagency.gr/gnomes/h-συνοδική-πράξη-1686-και-η-αυτοκεφαλία/.
[Απόσπασμα από τη μελέτη του πρεσβ. Αναστάσιου Γκοτσόπουλου, Ουκρανικό Αυτοκέφαλο, Συμβολή στον διάλογο, Θεσσαλονίκη 2019, σ. 11-23].