†Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιάνης και Κονίτσης Σεβαστιανός

18 Δεκεμβρίου 21:42
49
†Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιάνης και Κονίτσης Σεβαστιανός †Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιάνης και Κονίτσης Σεβαστιανός

Μικρή αναφορά στο πρόσωπο τοπυ αειμνήτου Μητροπολίτου Δρυινουπόλεως Πωγωνιανής και Κονίτσης Σεβαστιανού (+12.12.1994), με αφορμή τη σημερινή μνήμη του Αγ. Μάρτυρος Σεβαστιανού.

Τον είπαν: «νέο Πατροκοσμά, Παπαφλέσσα, Εθνάρχη, ηγέτη, σύμβολο, μπουρλοτιέρη, φτερωτό άγγελο, σταυραετό της Ορθοδοξίας, μαχητή».  Μία λέξη όμως τα περικλείει όλα αυτά και πολλά άλλα: πάνω απ’ όλα ήταν ο ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΣ. Αν ο ομώνυμος του μάρτυρας, ο Άγιος Σεβαστιανός, διακρίθηκε για την ομορφιά της νιότης και του παρουσιαστικού του, το νεανικό ζήλο, τη μαρτυρία και το μαρτύριο Ιησού  Χριστού, αν το Άγιό του τον γνωρίζουμε με τα βέλη καρφωμένα στο λαμπρό από την καθαρότητα της αγνείας σώμα του, και ο νεότερος Σεβαστιανός έμοιασε στον Άγιό του και  σε κάποια σημεία, δεν θα ήταν υπερβολικό να πούμε ότι τον υπερέβαλε. Έτσι, στην εκκλησιαστική ιστορία πλέον το όνομα Σεβαστιανός δεν παραπέμπει μόνο στον Άγιο Μάρτυρα του 3ου αι., των χρόνων του Διοκλητιανού, αλλά και στο νεότερο ομολογητή Επίσκοπο που πάλεψε στον 20ο αι. τη νέο-Διοκλητιανή βαρβαρότητα του Αλβανικού αθεϊστικού καθεστώτος! Στην περίπτωσή μας το πρόσωπο εμπλουτίζει το όνομα!

«Κόνιτσα, Δεσποτάδες θα βρεις πολλούς, Σεβαστιανό κανένα. Είναι οι προφητικές και μαρτυρικές μορφές, που ο Θεός μας στέλνει κάθε τριακόσια χρόνια. Όχι γιατί είναι τσιγγούνης, αλλά γιατί δεν βρίσκονται εύκολα» ! Έτσι τον αποχαιρέτισε στην εξόδιο ο Αγιορείτης Ηγούμενος της Ι. Μ. Δοχειαρίου π. Γρηγόριος,  περιγράφοντας τον αποφατικά.

Φτωχή λοιπόν η διάνοια, αδύναμη η γλώσσα να προσεγγίσει μια τέτοια προσωπικότητα. Τολμούμε, υπήκοοι στο οφειλόμενο χρέος ευγνωμοσύνης σε όσα αυτός μας πρόσφερε […] 

Ο Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης, Υπέρτιμος και έξαρχος πάσης Βορείου Ηπείρου, Σεβαστιανός (κατά κόσμον Σωτήριος Οικονομίδης) γεννήθηκε την 20η Ιουνίου 1922 στα Καλογριανά Καρδίτσης, από ευλαβέστατους γονείς. Τον δάσκαλο και ιεροψάλτη Αχιλλέα και την Χρυσούλα Οικονομίδου, οι οποίοι είχαν αποκτήσει 5 παιδιά. Σε ηλικία 3 ετών χάνει την μητέρα του. Ο πατέρας του ξαναπαντρεύεται, αλλά όταν ο Σωτήριος ήταν 17 ετών πεθαίνουν σε ένα μήνα και ο πατέρας του και η μητρυιά του και λίγο αργότερα η μία αδελφή του.   

 Μετά τα μαθήματα της υποχρεωτικής εκπαίδευσης που έλαβε στο χωριό του, φοίτησε στο Ιεροδιδασκαλείο Κορίνθου και στο Γυμνάσιο Καρδίτσης, από το οποίο έλαβε απολυτήριο το 1941. Στη συνέχεια, φοίτησε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών από την οποία ανακηρύχθηκε πτυχιούχος το 1949. 

«Στὰ φοιτητικὰ του χρόνια, γιὰ νὰ ἐξοικονομῇ τὰ πρὸς τὸ ζῆν ἀναγκαῖα, ἐργαζόταν ὡς νεωκόρος στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίου Κωνσταντίνου, στὴν Ὁμόνοια. Τότε, στὸν Ἅγ. Κωνσταντῖνο, προϊστάμενος ἦταν ὁ ἀρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Ταβλαδωράκης, μετέπειτα Μητροπολίτης Ἀργολίδος καὶ Πειραιῶς, ὁ ὁποῖος εἶχε ἀσκήσει βαθυτάτη ἐπίδραση στὸν νεαρὸ νεωκόρο Σωτήριο Οἰκονομίδη». 

Αφού  εξεπλήρωσε την 28 μηνη στρατιωτική του θητεία, το 1952 έγινε μέλος της αδελφότητας Θεολόγων "Η ΖΩΗ" και το 1960 μέλος της αδελφότητος Θεολόγων "Ο ΣΩΤΗΡ". Αρχικά ο νεαρός θεολόγος Σωτήριος Οικονομίδης υπηρετεί ως ιεροκήρυκας, στην Καλαμάτα.

Αργότερα εκάρη μοναχός στην Ιερά Μονή Ασωμάτων Πετράκη Αθηνών, μετονομασθείς σε Σεβαστιανός. Χειροτονήθηκε Διάκονος από τον τότε Μητροπολίτη Λήμνου (κατόπιν Τρίκκης και Σταγών) Διονύσιο τον Αύγουστο του 1956. Να σημειώσουμε ότι συμμαρτυρία για τη χειροτονία έδωσε ο γνωστός για το άφθαρτο λείψανο Άγ. Βησσαρίων της Ι. Μ. Αγάθωνος. Τον Απρίλιο του 1957 διορίσθηκε ιεροκήρυκας της Ι. Μητροπόλεως Ιωαννίνων χειροτονηθείς σε πρεσβύτερο - Αρχιμανδρίτη την 26η Ιουνίου 1957 από τον τότε Μητροπολίτη Ιωαννίνων Δημήτριο. Δίδαξε ως καθηγητής στο ιεροδισκαλείον της Ιεράς Μονής Βελλάς και στη Ζωσιμαία Παιδαγωγική Ακαδημία Ιωαννίνων. Ως ιεροκήρυκας στην Ι. Μητρόπολη Ιωαννίνων τη δεκαετία 1957 - 1967 συνεργάστηκε με τους Μητροπολίτες κ. Δημήτριο και κ. Σεραφείμ (πρώην Αρχιεπίσκοπο Αθηνών) και κυριολεκτικά άφησε εποχή.  

Γιατί, -  όπως σημειώνει ο Μητροπολίτης Κονίτσης Ανδρέας - πραγματικά, «αὐτὸς ὁ τέλεια ἀκτήμων ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ φλογερὸς ἀγωνιστὴς τῆς ἀλήθειας, αὐτὸς ποὺ κέντρο τῆς ζωῆς του εἶχε τὸν Χριστό, γινόταν τώρα ὁ δυνατὸς μαγνήτης καὶ ὁ πόλος ἕλξεως πολλῶν, πάρα πολλῶν νεανικῶν ψυχῶν. Αὐτοὶ οἱ νέοι, ἀλλὰ καὶ οἱ μεγαλύτερης ἡλικίας ἄνθρωποι συνωστίζονταν στὸν Μητροπολιτικὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου, γιὰ ν’ ἀκοῦνε τὰ θεσπέσια κηρύγματά του. Κι’ ὅπως ὁμολογοῦν αὐτόπτες μάρτυρες, ὁ εὐμεγέθης ἐκεῖνος ναὸς δὲν χωροῦσε τὰ πλήθη, ὥστε πολλοὶ νὰ μένουν στὸ προαύλιο (χειμῶνα καιρό !), ἀπ’ ὅπου παρακολουθοῦσαν τὴν μετάδοση τοῦ θείου λόγου ἀπὸ τὰ μεγάφωνα.

Ἔτσι, δὲν εἶναι παράξενο, ὅτι στὴν περιλάλητη Διαθήκη του ἐσημείωνε ὁ μακαριστὸς Ἱεράρχης : «Ἡ θητεία μου εἰς Ἰωάννινα ὡς Ἱεροκήρυκος ἀποτελεῖ τὴν ὡραιοτέραν ἐποχὴν τῆς ζωῆς μου. Εὐχαριστῶ φίλους, συνεργάτες, καθὼς καὶ ὅλον τὸν γενναῖον Ἠπειρωτικὸν λαὸν διὰ τὴν ἀγάπην τους καὶ τὴν ἐκτίμησίν τους». 

Ὅλα αὐτά, ὅμως, μέχρι τὸν Μάιο του 1967. Γιατὶ τὴν χρονιὰ ἐκείνη, τὸ ἐρευνητικὸ χέρι τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Ἱερωνύμου ἀνέσυρε τὸν π. Σεβαστιανὸ ἀπὸ τὴν ἑκούσια ἀφάνειά του, καὶ μὲ τὶς ψήφους τῆς Ἱερᾶς Συνόδου την 1 Ιουνίου 1967 τὸν ἀνέδειξε σὲ Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης». Το ανακοινωθέν της Ι. Συνόδου είναι χαρακτηριστικό: «Πάντες (εξελέγησαν μαζί του και άλλοι 4 Μητροπολίτες)  καλούνται δι’  επιστρατεύσεως χωρίς το παράπαν να το έχουν επιζητήσει και να έχουν προσφύγει εις πλάγια μέσα. Ιδιαιτέρα κατεβλήθη προσπάθεια ως προς τους Ιεράρχας, οι οποίοι θα ποιμάνουν Μητροπόλεις παραμεθορίους, όπου αι ευθύναι των έναντι της Εκκλησίας και του Έθνους είναι επηυξημέναι». 

Πληροφορήθηκε την εκλογή του ευρισκόμενος σε περιοδεία σε χωριά των Ιωαννίνων. Επέστρεψε αμέσως στα Ιωάννινα συνάντησε τον Μητροπολίτη Ιωαννίνων Σεραφείμ (τον μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο) στον οποίο ανακοίνωσε την απόφασή του να μην αποδεχθεί την εκλογή του. Ο Ιωαννίνων Σεραφείμ τον προέτρεψε να αποδεχθεί την εκλογή και του χάρισε αρχιερατική στολή την οποία ο Σεβαστιανός φόρεσε, ελλείψει άλλης, στην χειροτονία του. Την ίδια μέρα ο Σεβαστιανός έστειλε από τα Ιωάννινα τηλεγράφημα στο οποίο δήλωνε ότι δεν αποδεχόταν την εκλογή του. Έγραφε : 

«Προς την Σην Αγίαν και Ιεράν Σύνοδον της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνας. Μετ’ ευγνωμοσύνης βαθυτάτης ευχαριστώ θερμότατα δι’  εκλογήν μου εις το ύψιατον αξίωμα του επισκόπου. Αισθάνομαι όμως την τεραστίαν ευθύνην της τοιαύτης αποστολής και θεωρών εμαυτόν ουχί ικανόν και ενδεδειγμένον διά το αξίωμα τούτο, λίαν ευλαβώς και ταπεινώς  παρακαλώ, όπως η Αγία και Ιερά Σύνοδος δεχθή την παραίτησίν μου και προκρίνη έτερον υποψήφιον αντί της ταπεινότητός μου. Μετά βαθυτάτου σεβασμού και ευγνωμοσύνης, αρχιμ Σεβαστιανός Οικονομίδης».

Πρόκειται – τονίζει ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου – για σπάνια περίπτωση να εκλεγεί κανείς και να αρνηθεί την εκλογή του, αποστέλλοντας τηλεγράφημα στην Ι. Σύνοδο! Εν συνεχεία κατέβηκε στην Αθήνα και συνάντησε τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο. Έπεσε στα πόδια του και με δάκρυα τον ικέτευε για πολλή ώρα να επιλέξει άλλον. Ο Ιερώνυμος βλέποντας το κλάμα του και την αγωνία του, αλλά εκτιμώντας και τα προσόντα του, του είπε: «κάθισε γονατιστός όση ώρα θέλεις, δεν πρόκειται να υποχωρήσω. Πρέπει να αποδεχθείς αλλιώς θα καθαιρεθείς». Προ της αποφασιστικότητος και της εμμονής του Αρχιεπισκόπου και της απειλής  της καθαιρέσεως ο Σεβαστιανός υποχώρησε και η τελετή του μεγάλου μηνύματος έγινε την 5η Ιουνίου, τέσσαρες μέρες μετά την εκλογή! 

«Εἶναι δὲ χαρακτηριστικὸς καὶ χαριτωμένος συνάμα ὁ διάλογος τοῦ Μητροπολίτου ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΥ καὶ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ, ὅταν ὁ τελευταῖος εἶχε ἐπισκεφθῆ, τὸ 1985, τὴν Κόνιτσα. Τὴν ὥρα ποὺ ἔτρωγαν, ἦλθε ὁ λόγος γιὰ τὴν ἐκλογὴ τοῦ ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΥ, ὁ ὁποῖος ὑπενθύμισε στὸν Ἀρχιεπίσκοπο τὴν ἄρνησή του νὰ δεχθῇ τὸ ἀρχιερατικὸ ἀξίωμα. «Τὸ θυμᾶμαι», εἶπε ὁ μακαριστὸς ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ. Καὶ πρόσθεσε : «Εὐτυχῶς ποὺ δὲν σ’ ἄκουσα» !  Γιατί, πραγματικά, ὁ ἀείμνηστος Προκαθήμενος ἐκτιμοῦσε βαθύτατα τὸν ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟ καὶ ἀναγνώριζε τὸ ἔργο του.

Ἔτσι, λοιπόν, ὁ σεμνὸς λευΐτης δέχθηκε την επισκοποίησή του σὰν θέλημα Θεοῦ καὶ ὑποτάχθηκε στὴν βουλὴ τοῦ Ὑψίστου μὲ ταπείνωση καὶ ὑπακοή». Συρόμενος υψώνεται τελικά στο επισκοπικό αξίωμα, υπακούοντας στο θέλημα του Θεού. Δεν είναι αυτόκλητος, αλλά Θεόκλητος. Σε επιστολή του στο Πνευματικό του παιδί, τον νυν Μητροπολίτη Ναυπάκτου, χαρακτήριζε την επισκοπική διακονία ως σταυρό, αγώνα, θυσία, προσφορά, κούραση, κένωση και όχι ως ευκαιρία για άνεση και τρυφή.

Στον χειροτονητήριο λόγο του αναφέρθηκε στον Προφήτη Μωυσή που συναισθανόμενος το βάρος της αποστολής παρακαλούσε το Θεό να μην επιμείνει στην κλίση  και στους Αγίους Πατέρες οι οποίοι απέφευγαν το Επισκοπικό αξίωμα και κατέληξε: «Οι καιροί είναι χαλεποί. Η πίστις των πολλών κλυδωνίζεται. Η αμαρτία αποθρασύνεται. Το κακόν κορυφούται. Χρειάζονται επομένως επίσκοποι ικανοί, με πίστιν, με αγιότητα, με αυταπάρνησην, με πύρινο ζήλον, με μόρφωσιν… Τι δύναται να πράξη ή να είπη τις εκ των μικρών και αδυνάτων και ακαταρτίστων, ως είμαι εγώ, καλούμενος εις το μέγα της επισκοπής υπούργημα;… Στην εποχή μας χρειάζονται Επίσκοποι ικανοί, με πίστιν, με αγιότητα, με αυταπάρνησιν, με πύρινον ζήλον, με μόρφωσιν. Εγώ όμως αισθάνομαι ότι υπολείπομαι εις το μέτρον εκείνο, το οποίο απαιτείται διά να ανταποκρίνεται ο Επίσκοπος εις τα πολυσχιδή  διοικητικά και ποιμαντικά έργα. Εντεύθεν εθεώρουν ως μεγίστην τιμήν την συγκατάβασιν του Κυρίου να με δέχεται να Τον υπηρετώ παραμένων εν τη τάξει του πρεσβυτέρου». 

Η ενθρόνισή του έγινε στην έδρα της Μητροπόλεως στο Δελβινάκι στις 29 Ιουνίου 1967 από τον Μητροπολίτη Ιωαννίνων και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Σεραφείμ. Μία σύντομη παρένθεση : Τότε, ο αείμνηστος Ιωαννίνων Σεραφείμ δεν είχε κανένα ενδοιασμό να ενθρονίσει ως κανονικό Μητροπολίτη Δρυινουπόλεως τον εκλεγέντα από Αριστείνδην Σύνοδο … 

Στον ενθρονιστήριο λόγο του ο Σεβαστιανός δεν έκανε «προγραμματικές δηλώσεις», όπως συνηθίζεται, αλλά αφού απηύθυνε ευχαριστίες αναφέρθηκε στην αποστασία των ανθρώπων από το Θεό και κάλεσε σε μετάνοια. Αντιλαμβανόμενος την αμηχανία του ακροατηρίου λόγω του ασυνήθους του κηρύγματος δικαιολογήθηκε : «Ας μη φανεί παράξενον, ότι ο νέος Επίσκοπος αρχίζει με ένα τοιούτο κήρυγμα. Κήρυγμα μετανοίας και επιστροφής προς τον Χριστόν. Πιστεύω ακραδάντως ότι από τούτο το κήρυγμα έχουμε ανάγκην περισσότερον οι σημερινοί Χριστιανοί Έλληνες. Αποτελεί άλλωστε το κήρυγμα της μετανοίας το θεμέλιον της Χριστιανικής διδασκαλίας. Με κήρυγμα μετανοίας ήρχισεν ο Πρόδρομος το έργο του. Με τούτο το κήρυγμα ήρξατο και ο Κύριος της δημοσίας δράσεώς του. Τούτο και Παύλος από του βήματος του Αρείου Πάγου – σαν την αποψινήν εσπέραν – εβροντοφώναξεν προς τους ομοεθνείς μας. Είναι το κήργμα πο συντρίβει τα πάθη και τους εγωισμούς και δημιουργεί τας ψυχικάς νεκραναστάσεις, που χαρίζει μια νέα ζωή αγιασμού, ειρήνης, αγάπης, χαράς, σεβασμού και αληθινού πολιτισμού». Για τα σχέδιά του περιορίστηκε μόνο να πει : «Υπόσχομαι ότι θα κάνω παν το δυνατόν δια να ανταποκριθώ εις την βαρείαν δοκιμασίαν  και αποστολήν μου. Ενώπιόν μου θα είναι πάντοτε η εικών του καλού ποιμένος, όπως την παρουσιάζει ο Κύριος. Του ποιμένος ουχί του μισθωτού, αλλά του καλού ποιμένος. «όστις … την ψυχήν αυτού τίθησιν υπέρ των προβάτων»! 

Βέβαια στον ενθρονιστήριο λόγο του δεν θα μπορούσε να λησμονήσει τους Βορειοηπειρώτες: «Κατά την στιγμήν αυτήν καθ’ ήν το πρώτον ανέρχομαι τον θρόνον τούτον, … στρέφεται ο νους μου προς τους αλυτρώτους αδελφούς μας της Βορείου Ηπείρου τους στενάζοντας υπό τον ζυγόν της πικράς δουλείας δια να τους  διαδηλώσωμεν ότι, όχι μόνον αι προσευχαί μας θα τους συνοδεύουν καθημερινώς, αλλά και παν το δυνατόν θα πράξωμεν, όπως λυτρωθούν των δεσμών της δουλείας και συντόμως επανέλθουν εις τους κόλπους της μητρός Ελλάδος»

«Θέλοντας, λοιπόν, καὶ μή, ὁ Δεσπότης μας – λέει ο διάδοχός του π. Ανδρέας - ἔβαλε «τὸ χέρι στ’ ἀλέτρι». Κι’ ἄρχισε, μὲ ζῆλο ἱεραποστολικό, πού, ἄλλωστε, ἦταν γνώριμος σ’ αὐτόν, νὰ ὀργώνῃ τὴν Ἐπαρχία του μὲ περιοδεῖες συνεχεῖς, μὲ κηρύγματα, κατηχητικά, ἁγιογραφικοὺς κύκλους, χειροτονίες καλῶν κληρικῶν κ.ο.κ. 

Φέρουν την προσωπική του σφραγίδα ο περίκλυτος Ναός του Αγ. Κοσμά, τα φιλανθρωπικὰ Ἱδρύματα (ὅπως τὸ Γηροκομεῖο το 1968, με ένα χρόνο Επισκοπείας !) καὶ τὰ δὺο μαθητικὰ Οἰκοτροφεῖα ἀρρένων (το 1969 στα δύο χρόνια του ως Επίσκοπος ! το ονόμαζε «Οικοτροφείο Υποψηφίων εργατών του Ευαγγελίου - Άγ. Κοσμάς ο Αιτωλός» καὶ αργότερα θηλέων), εκκλησιαστικές κατασκηνώσεις, πνευματικά κέντρα (στην Κόνιτσα, το Δελβινάκι, τα Δολιανά),  καθὼς καὶ από το 1991 τὸ «Ράδιο Δρυϊνούπολη», ο Ραδιοφωνικὸς Σταθμὸς τῆς Μητροπόλεως που ακούγεται από την Άρτα και την Κέρκυρα μέχρι το Αργυρόκαστρο την Πρεμετή, το Λεσκοβίκι, τους Αγίους Σαράντα και τη Χειμάρρα!»

Ἡ ἀκριτικὴ Ἐπαρχία παρουσίαζε ἕνα πρωτοφανῆ πνευματικὸ καὶ ἱεραποστολικὸ ὀργασμό, εντελώς δυσανάλογο με το ανθρώπινο και λοιπό δυναμικό που διάθετε ! Χαρακτηριστικά: Ολόκληρη η Μητρόπολη αριθμεί 12.000 άτομα! Οι κάτοικοι των περισσοτέρων χωριών είναι άνω των 70 ετών. 

Από τις 96 ενορίες :

-Οι 30 έχουν κάτω από 20 άτομα
-Οι 18 έχουν από 20-50 άτομα
-Οι 38 έχουν από 50-100 άτομα
-Οι υπόλοιπες 10 έχουν σχετικώς ικανοποιητικό αριθμό!

Στην Κόνιτσα, σ’ αυτή την ακριτική και ερημωμένη ουσιαστικά περιοχή η προσωπικότητα του Σεβαστιανού είλκυσε λαμπρούς επιστήμονες άνδρες και γυναίκες (κυρίως εκπαιδευτικοί άλλά και άλλων ειδικοτήτων) οι οποίοι του αφιερώθηκαν και έμειναν θυσιαστικά κοντά του εμπνεόμενοι από τη διακονία και τα οράματά του. Αλλά και πολλοί κληρικοί ή υποψήφιοι κληρικοί συνδέθηκαν με την ξένη ως τότε Κόνιτσα και έμειναν κοντά στο Σεβαστιανό. Ανέφερα στην αρχή τους νυν Μητροπολίτες Δρυινουπόλεως Ανδρέα και τον Μεσογαίας Νικόλαο. Θα προσέθετα τον ηγούμενο του Μολυβδοσκεπάστου, τον ηγούμενο του Στομίου, τον μέχρι πρότινος γενικό αρχιερατικό π. Χριστόδουλο, τον π. Ιωήλ, τον π. Χερουβίμ, ανθρώπους οι οποίοι υπηρέτησαν και υπηρετούν θυσιαστικά την Κόνιτσα λόγω Σεβαστιανού. 

Έτσι ο ίδιος ανέδειξε με την προσωπικότητά και το πολυτιμότατο έργο του την φτωχική επαρχία της Κονίτσης, που είναι μία από τις μικρότερες μητροπόλεις της Ελλάδος, προπύργιο του ακριτικού Ελληνισμού και προμαχώνα των Ελληνορθοδόξων ιδεωδών και οραμάτων. 

Για την αναδιοργάνωση της Ι. Μητροπόλεως εκτός των καθαρά πνευματικών δράσεων ανέφερα και  την ανέγερση και ανακαίνιση πολλών κτηρίων. Ένα όμως κτήριο αρνήθηκε ο Σεβαστιανός να ανακαινίσει.  Ήταν το Μητροπολιτικό Μέγαρο ή σωστότερα τον πειράζαμε εμείς λέγοντάς το Μητροπολιτικό Ερείπιο, στο οποίο διέμενε με τον π. Ανδρέα Τρεμπέλα, τον μετέπειτα διάδοχό του στην Ι. Μητρόπολη Κονίτσης. Το Επισκοπείο είναι ένα παλαιό ιστορικό πέτρινο κτήριο της Κόνιτσας στο οποίο διέμενε ο Μητροπολίτης Βελλάς και Κονίτσης Σπυρίδων Βλάχος, ο μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών. Μάλιστα σε κρύπτη του κτηρίου έκρυβε ο Σπυρίδων και οπλισμό για τον Αυτονομιακό Αγώνα. Αρνιόταν να εγκαταστήσει κεντρική θέρμανση και χρησιμοποιούσε ξυλόσομπες. Το δάπεδο έτριζε στο περπάτημα και τις απλές ξύλινες τάβλες του τις κάλυπτε μουσαμάς ή κουρελούδες το χειμώνα. Ούτε λόγος να γίνεται για βαριά έπιπλα. Κάποιες παλιές βιβλιοθήκες και αρκετές απλές, παλαιές καρέκλες.  Σε απλότητα ήταν πολύ πιο κάτω από το μέσο επίπεδο των σπιτιών της Κόνιτσας. Έμοιαζε περισσότερο με φτωχό αγιορείτικο κελί παρά με Επισκοπείο !

Για το αυτοκίνητό του τι να πούμε ; Ένα Opel της δεκαετίας του 1960 το χρησιμοποιούσε μέχρι το 1993 για τις μετακινήσεις του στην ορεινή και δύσβατη Μητρόπολη αλλά και για να κατεβαίνει στην Αθήνα. Αρνιόταν συστηματικά τις πολλές προσφορές αυτοκινήτων που του έγιναν. 

Ας αναφέρω και ένα περιστατικό που τα λέει όλα. Όταν εκοιμήθη και οι συνεργάτες του θέλησαν να ντύσουν το λείψανό του αγόρασαν παντελόνι, διότι όσα είχε ήσαν μπαλωμένα, καθαρά αλλά μπαλωμένα ! 

Και σκεφτείτε ήταν ένας άνθρωπος από τα χέρια του οποίου πέρασαν την τετραετία 1990-1994 για το Βορειοηπειρωτικό ποσά που άγγιξαν το 1.000.000.000 δρχ ! Έζησε ως πραγματικός μοναχός.  Αρνήθηκε για τον εαυτό του και αυτά που κάθε άνθρωπος θα τα θεωρούσε απολύτως θεμιτά.

"Σύμβολο του Ελληνισμού της Βορείου Ηπείρου" τον χαρακτήρισε σε επιστολή της η ΟΜΟΝΟΙΑ Αργυροκάστρου (1991). Ας προσέξουμε ότι ο Μητροπολίτης Σεβαστιανός δεν ήταν πολιτικός, ούτε επαναστάτης, αλλά είχε τον παλμό των επαναστατών συνδεδεμένο με το εκκλησιαστικό φρόνημα και την πνευματικότητα των Επισκόπων.  Έβλεπε το θέμα της Β. Ηπείρου μέσα σε εκκλησιαστικά πλαίσια. Ό,τι έκανε το έκανε ως Ορθόδοξος Ιεράρχης και Έλληνας Επίσκοπος, μέσα από την παράδοση της Εκκλησίας και του Γένους.

Την πνευματική διάσταση του αγώνα του αποδεικνύει η απάντηση που έδωσε εδώ στην Πάτρα, στο Ραδιοφωνικό Σταθμό της Ι. Μητροπόλεως, όταν τον ρώτησαν : «Σεβασμιότατε ποιος ξέρει πότε θα έρθει το «ποθούμενο»; Και εσείς άραγε, θα ζείτε για να το χαρείτε;»  Η απάντηση του Ιεράρχου : «Ο Ρήγας Φεραίος τραγούδησε την ελευθερία της Ελλάδος, μα δεν την χάρηκε. Και ο Μάρκος Μπότσαρης πολέμησε γι’ αυτήν , μα δεν πρόλαβε να την δει. Ο Θεός δεν θα με ρωτήσει αν πέτυχα την εθνική αποκατάσταση της Β. Ηπείρου. Όχι! Θα με ρωτήσει μόνο αν τώρα έκανα αυτό που μπορούσα και έπρεπε. Κάνω λοιπόν, το χρέος μου…» 

Ας δούμε πολύ επιγραμματικά τη δράση του για τον Ελληνισμό της Β. Ηπείρου :

1. Ήταν ο άνθρωπος που κυριολεκτικά νεκρανάστησε το Βορειοηπειρωτικό. Τότε που κανένας δε μίλαγε για Βόρειο Ήπειρο, μόνο ο Μητροπολίτης Σεβαστιανός, οργώνοντας κυριολεκτικά την Ελλάδα, σε Ναούς και πανεπιστήμια, σε κινηματοθέατρα και πλατείες, στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο ενημέρωνε και διαμαρτυρόταν για το δράμα των ξεχασμένων Ελλήνων. Ο πειστικός λόγος του ξέφυγε από τα ελληνικά σύνορα φτάνοντας σε κέντρα αποφάσεων στο εξωτερικό : στο Αμερικανικό Κογκρέσο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Λονδίνο. Να σταθώ λίγο στην επίσκεψη στο Λονδίνο, όπου τον υποδέχθηκαν με  ιδιαίτερες τιμές ο πρύτανης των Βυζαντινολόγων Steven Ransiman και ο μέγας αρχαιολόγος Nikolas Hammond.  Και οι δύο κορυφαίοι επιστήμονες όταν έρχονταν στην Ελλάδα επισκέπτονταν την ακριτική Κόνιτσα, για να δουν το Σεβαστιανό. Μία μικρή παρένθεση για τον Nikolas Hammond : διεξήγαγε αρχαιολογικές έρευνες σε ολόκληρη σχεδόν την Β. Ήπειρο (εκτός Κορυτσάς) και στην περίφημη έκδοσή του EPIRUS απέδειξε την ελληνικότητα της ενιαίας Ηπείρου. Το βιβλίο αυτό έγινε αιτία να του απαγορευθεί η είσοδος στη Β. Ήπειρο από το Αλβανικό καθεστώς ! 

2. Σταθμός στον αγώνα του αυτό υπήρξε η ίδρυση το 1982 της Συντονιστικής Φοιτητικής Ένωσης Βορειοηπειρωτικού Αγώνα (ΣΦΕΒΑ). Εκατοντάδες δεν είναι υπερβολή να λέγαμε ότι άγγιξαν τα 1.000 τα μέλη και οι στενοί της συνεργάτες φοιτητές και νέοι επιστήμονες στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, την Πάτρα, τα Γιάννενα που στρατεύτηκαν στον αγώνα του Σεβαστιανού υψώνοντας μαζί με την Ελληνική σημαία ως λάβαρο το ράσο του Σεβαστιανού. Αυτό το τριμμένο ράσο εννοούσε το σύνθημα «Όταν το ράσο γίνεται σημαία, τότε η νίκη είναι βεβαία». Ο Σεβαστιανός δεν ήταν μόνο ο ιδρυτής και χρηματοδότης της ΣΦΕΒΑ, αλλά κάτι σημαντικότερο: ήταν η ψυχή της, ο εμπνευστής της, ο εμψυχωτής της. Ήταν αυτός που με το λόγο του, με την ψυχική του δύναμη, το αγωνιστικό του φρόνημα, το ακέραιο ήθος του, τη συνέπειά του, με ολόκληρη τη ζωή του άνδρωσε τη ΣΦΕΒΑ, εμψυχώνοντας τα μέλη της. Στο Σεβαστιανό κυρίως οφείλεται το ότι οι φοιτητές και οι νέοι της ΣΦΕΒΑ προσέφεραν το νεανικό τους ενθουσιασμό και θυσίασαν χρόνο, διασκέδαση, διακοπές, μαθήματα για τον ιερό αγώνα του Ελληνισμού της Βορείου Ηπείρου. Έδιναν έναν αγώνα χέρι με χέρι, καρδιά με καρδιά και κάποτε αίμα με αίμα. Αψήφησαν πολλές φορές και κινδύνους για τη μετέπειτα σταδιοδρομία αλλά και την ίδια τους τη ζωή.  

Ο Σεβαστιανός είχε δώσει στη ΣΦΕΒΑ πρώτιστα διάσταση πνευματική-εκκλησιαστική. Κύριο μέλημά του ήταν η πνευματική πρόοδος των παιδιών και η συγκράτησή τους από τους κινδύνους της νεότητας.   

Η σχέση του Σεβαστιανού με τους νέους της ΣΦΕΒΑ ήταν αμφίδρομη. Χαιρόμαστε να βρισκόμαστε κοντά του, κολακευόμαστε που μας έλεγαν «παιδιά του Σεβαστιανού», αλλά και αυτός, είμαστε σίγουροι ότι καυχιόταν για τα «παιδιά» του, πάντοτε μίλαγε με καμάρι για τα «παλικάρια της ΣΦΕΒΑ».  

3. Το 1987 ίδρυσε τον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Βορειοηπειρωτικού Αγώνα (ΠΑΣΥΒΑ) με έδρα την Κόνιτσα, σύνδεσμο στον οποίο συμμετέχουν εξέχοντες επιστήμονες και στελέχη του διπλωματικού χώρου. Ο ΠΑΣΥΒΑ διοργάνωσε στην Κόνιτσα δύο πολύ αξιόλογα επιστημονικά συνέδρια (1987 & 1990) των οποίων έχουν ήδη εκδοθεί οι τόμοι των πρακτικών τους.

4.  Η Μητρόπολη Κονίτσης την εποχή του Χότζα ήταν το καταφύγιο φυγάδων, βορειοηπειρωτών και αλβανών, χριστιανών και μουσουλμάνων. Δεν υπήρχε φυγάς ανεξαρτήτου εθνικότητας και θρησκεύματος που να μην φιλοξενήθηκε στη Μητρόπολη, που να μην άκουσε λόγο παρηγοριάς, αγάπης και ελπίδας.

5.  Ας προσέξουμε, τέλος, ότι ο Σεβαστιανός είχε εντάξει το Βορειοηπειρωτικό σε εκκλησιαστικά-πνευματικά πλαίσια. Τόνιζε σε  πολλούς τόνους την υποχρέωση προσευχής γα τη λύση του ζητήματος. Γι' αυτό και ανέθεσε στον αγιορείτη μοναχό π. Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη τη σύνθεση Ι. Παράκλησης προς τους αγίους της Βορείου Ηπείρου υπέρ των Βορειοηπειρωτών.  Στα ίδια πλαίσια είχε καθορίσει και άλλες τρεις προσευχητικές εκδηλώσεις στη Μητρόπολή του :

α) Αγρυπνία στην Ιερά Μονή Μολυβδοσκεπάστου στις 15 Αυγούστου, δίπλα στα ελληνοαλβανικά σύνορα.

β) Ανάσταση στο τελευταίο ακριτικό χωριό Μαυρόπουλο απέναντι από την Δρόπολη Αργυροκάστρου. Η τελετή της Αναστάσεως καθιερώθηκε στα χρόνια του Χότζα κατόπιν αιτήσεως των Βορειοηπειρωτών, οι οποίοι παρακολουθούσαν μέσα από τις γρύλλιες των παραθύρων, ενώ ο αντίλαλος του ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ έφτανε σ' αυτούς με ισχυρά μεγάφωνα.

γ) Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η διοργάνωση "τριήμερου πένθους και προσευχής" στη Μητρόπολή του στα μέσα Φεβρουαρίου. Οι εκδηλώσεις κορυφώνονταν την Κυριακή στο Δελβινάκι Ηπείρου όπου μετά την αρχιερατική Θεία Λειτουργία, ψαλλόταν επιμνημόσυνος δέηση στο τάφο του Μητροπολίτου Δρυϊνουπόλεως Βασιλείου (υπουργού της κυβέρνησης Αυτονομίας το 1914) και ακολουθούσε ομιλία του Μητροπολίτου Σεβαστιανού στον ίδιο χώρο. Τέλος στο συνοριακό φυλάκιο της Κακαβιάς απηύθυνε μήνυμα φιλίας και συνεργασίας προς τον Αλβανικό λαό αλλά και διαμαρτυρίας προς την κυβέρνησή του. Στις εκδηλώσεις συμμετείχαν χιλιάδες λαού από όλη την Ελλάδα.

Β) Αλλά και μετά την πτώση των ηλεκτροφόρων συρματοπλεγμάτων (1990) στην Αλβανία, ο Μητροπολίτης Σεβαστιανός συνέχισε πιο εντατικά τον αγώνα, εντοπίζοντας τον κυρίως στην προσπάθεια για παραμονή των βορειοηπειρωτών στις πατρογονικές τους εστίες. 

α) Αυτός πρώτος επεσήμαινε ότι η ανάληψη της εξουσίας από τον Μπερίσα θα σήμαινε συνέχιση των διωγμών του Ελληνισμού. Όταν στην Ελλάδα επικρατούσε ευφορία για την άνοδο του Μπερίσα, όταν οι ελληνικοί πολιτικοί φορείς ενίσχυαν και οικονομικά το κόμμα του Μπερίσα, τότε πρώτος ο Μητροπολίτης Σεβαστιανός επεσήμαινε: "Οι Αλβανοί πολιτικοί είναι το ίδιο μισέλληνες, είτε δεξιοί είναι είτε αριστεροί". Οι πολιτικοί στην Ελλάδα το κατάλαβαν αυτό πολύ αργότερα.

β) Οργάνωσε αποστολές εκατοντάδων τόνων ανθρωπιστικής βοήθειας στη Βόρειο Ήπειρο. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η ανθρωπιστική βοήθεια της Μητροπόλεως Κονίτσης αποστελλόταν αδιακρίτως και σε ελληνικά αλλά και σε αλβανόφωνα και μουσουλμανικά χωριά. Την ίδια πολιτική ακολούθησε και η ΣΦΕΒΑ σε ολόκληρη την Ελλάδα. Να υπενθυμίσουμε ότι από εδώ, από την Πάτρα, έφυγαν από την Χριστιανική Εστία ανθρωπιστικές αποστολές για την βλαχόφωνη πόλη της Σελενίτσας συνολικού βάρους άνω των 40 τόνων !

γ) Σημαντικότατη ήταν η προσφορά της μικρής Μητροπόλεως Κονίτσης στην Εκκλησία της Αλβανίας μάλιστα στα πρώτα χρόνια της αναγεννήσεώς της, πριν χειροτονηθούν βορειοηπειρώτες και αλβανοί ιερείς: ενίσχυε οικονομικά εκκλησιαστικές επιτροπές της Βορείου Ηπείρου για την ανοικοδόμηση ναών, έστειλε πολλούς ιερείς για την εξυπηρέτηση των θρησκευτικών αναγκών, ιδιαίτερα στις μεγάλες εορτές. Ας προσέξουμε κάτι που δεν είναι και ιδιαίτερα γνωστό : λίγο πριν πέσει το αθεϊστικό καθεστώς, γίνονταν συζητήσεις για την ανασύσταση της Εκκλησίας στην Αλβανία. Κάποιοι υποστήριζαν την ανάδειξη υπερορίου Ιεραρχίας η οποία θα εδρεύει εκτός Αλβανίας και θα ασκεί εκ του μακρόθεν τα ποιμαντικά της δικαιώματα. Ο αοίδιμος Σεβαστιανός, τότε, σε υπόμνημά του στον Πατριάρχη Δημήτριο επέστησε τις δυσκολίες και τους κινδύνους μιας τέτοιας εξελίξεως και αντιπρότεινε σο Πατριαρχείο τον ορισμό Εξάρχου της εν Αλβανία Εκκλησίας. Ο Πατριάρχης τού εξέφρασε τας «θερμάς ευχαριστίας και την ευαρέσκειαν της Μητρός Εκκλησίας και ημών προσωπικώς, επί τη πρόφρονι ανταποκρίσει υμών εις την παράκλησιν του καθ’  ημάς πανιέρου Οικουμενικού Θρόνου, και τη υποβολή των απόψεων υμών επί του μελετωμένου ενταύθα αλβανικού εκκησιαστικού ζητήματος». Η πρόταση του Σεβαστιανού για ορισμό Εξάρχου έγινε τελικά αποδεκτή από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και ορίστηκε ο Ανδρούσης Αναστάσιος (Γιαννουλάτος). 

δ) Τα οικοτροφεία της Μητροπόλεως γέμισαν από Βορειοηπειρωτόπουλα. Εδώ να σημειωθεί το προσωπικό του ενδιαφέρον για εγγραφή των παιδιών σε Πανεπιστήμια (ιδιαίτερα στην Θεολογική Σχολή) και η πληρωμή των τροφείων τους στην πόλη που σπουδάζουν. [Αυτές τις ημέρες συνεδριάζει στη Γενεύη η Πανορθόδοξη Προσυνοδική Διάσκεψη. Το λαϊκό μέλος της Εκκλησίας της Αλβανίας μαζί με τον Αργυροκάστρου Δημήτριο είναι Β/Η θεολόγος που σπούδασε στη Θεολογική Αθηνών δαπάναις Σεβαστιανού !]. Αλλά και γενικότερα η Μητρόπολη και κατ’  επέκταση και η ΣΦΕΒΑ ενισχύει και συντηρεί μέχρι σήμερα φροντιστήρια ελληνικής γλώσσας μισθοδοτώντας δασκάλους, αλλά και ευρύτερα ποτέ δεν πέρασε από την Μητρόπολη του Βορειοηπειρώτης ή Αλβανός (Χριστιανός ή Μουσουλμάνος ή άθρησκος) που να μην πήρε κάποια μικρή ή μεγαλύτερη οικονομική ενίσχυση.

ε) Ύψιστη όμως είναι και η προσφορά του Μητροπολίτου Σεβαστιανού με την ίδρυση του Ραδιοφωνικού Σταθμού "Ράδιο Δρυϊνούπολη". Μέσω τριών ισχυρών πομπών το μήνυμα ορθοδοξίας και του ελληνισμού φτάνει στις περιοχές της Δρόπολης, Αργυροκάστρου, Τεπελενίου, Πρεμετής, Πωγωνίου, Αγίων Σαράντα, Βούρκου, Χειμάρρας στη Βόρειο Ήπειρο, αλλά και στο Ελληνικό έδαφος, σε ολόκληρη την Ήπειρο και τα Επτάνησα. Με εκπομπές στα ελληνικά αλλά και αλβανικά για την ορθόδοξη πίστη, ελληνική ιστορία, την ιστορία του Ελληνισμού της Βορείου Ηπείρου, αλλά και μαθήματα ελληνικής γλώσσας, υπήρχε καθημερινή επικοινωνία του Σεβασμιωτάτου με το μεγαλύτερο μέρος του Ελληνισμό της Βορείου Ηπείρου που ζει σήμερα στον τόπο του. Η σοβαρότητα του σταθμού, το πλούσιο πρόγραμμα, η αγάπη των βορειοηπειρωτών προς αυτόν αλλά και η ακροαματικότητα του έχουν εξοργίσει τους Αλβανούς και τους "συμμάχους" τους στην Ευρώπη και πιέζουν να τον κλείσουν. 

στ) Τέλος να αναφέρουμε τις ανοιχτές επιστολές - εκκλήσεις που έχουν μοιραστεί σε χιλιάδες αντίτυπα για επιστροφή των βορειοηπειρωτών στον τόπο τους.

Ως κατακλείδα αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τα έτη 1991-1992 το συνολικό ποσό που η Μητρόπολη Κονίτσης διέθεσε για τους Βορειοηπειρώτες ανέρχεται σε 300.000.000 δρχ !  Μία Μητρόπολη 12.000 ψυχών.  - - -  που είχε όμως ένα Σεβαστιανό! Νομίζω αυτό λέει πολλά!

Όλος αυτός ο αγώνας έγινε μέσα σε πολύ δύσκολες συνθήκες. Δυστυχώς υπήρχαν έλληνες υπερασπιστές του αλβανικού καθεστώτος. Θεωρούσαν πολύ λογικό να υπάρχουν ηλεκτροφόρα συρματοπλέγματα στα σύνορα, να απαγορεύεται η θρησκευτική λατρεία, ακόμα και η θρησκευτική συνείδηση, να υπάρχουν φυλακές πολιτικών κρατουμένων, να απαγορεύεται η ελληνική γλώσσα και παιδεία! Και υπήρχαν δήμαρχοι που οργάνωναν ελληνοαλβανικές φιέστες! Ναι! δυστυχώς υπήρχαν! Έτσι αυτοί οι υπέρμαχοι των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε Χιλή, Νικαράγουα και Σαλβαντόρ μετήλθαν κάθε άνομο και άτιμο μέσο για να φιμώσουν τη φωνή του Σεβαστιανού και των παιδιών του ! Συκοφαντίες, λασπολογίες, καταγγελίες στο ΥΠΕΠΘ, απειλές για την ίδια τη ζωή στην ημερήσια διάταξη. Να αναφέρω τρία ενδεικτικά περιστατικά : όταν πηγαίναμε για την Ανάσταση στο Μαυρόπουλο μαζί με τις λαμπάδες μας παίρναμε και φορητή γεννήτρια ηλεκτρικού ρεύματος, γιατί μια χρονιά βρεθήκαμε χωρίς ρεύμα στην Εκκλησία . είχαν κόψει την παροχή της Εκκλησίας για να μην ακουστεί από τα μεγάφωνα το ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ στη Β. Ήπειρο ! Άλλες φορές στο τριήμερο πένθους έβγαζαν τα γλωσσίδια από τις καμπάνες και έκαναν κατάληψη σε καμπαναριά για να μην χτυπήσουν πένθιμα οι καμπάνες. Σε εκδήλωση στην Ιατρική Σχολή Αθηνών με ομιλητή τον Σεβαστιανό ομάδα 30 περίπου «δημοκρατικών» κρανοφόρων προσπάθησε να διαλύσει τη «φασιστική», όπως τη χαρακτήρισε, συγκέντρωσή μας !

Η πολεμική δεν προερχόταν μόνο από το χώρο των αυτοαποκαλουμένων «δημοκρατικών» δυνάμεων, αλλά και ακριβώς από την άλλη πλευρά, από τον ακροδεξιό χώρο ! Όταν είδαν κάποιοι ότι ο Σεβαστιανός θέλει και καταφέρνει να κρατά το Βορειοηπειρωτικό πέρα και πάνω από κομματικές παρατάξεις και σκοπιμότητες και αυτοί στράφηκαν εναντίον του !

Αντιλαμβάνεσθε, αγαπητοί, ότι εκτός από τις επιφημίες, τις ζητωκραυγές, τα χειροκροτήματα υπήρχε και η άλλη διάσταση του αγώνα. Και βεβαιωθείτε ότι αυτή ήταν εξίσου έντονη ! 

Ο Σεβαστιανός ζούσε συνεχώς με τη σκέψη ότι κάποια μέρα μπορούσε και να δολοφονηθεί. Αυτή η βεβαιότητα όμως δεν τον αλλοίωσε. Την αντιμετώπιζε πολύ ψύχραιμα και λογικά, δηλ. πνευματικά ! Συνήθιζε να λέει : «Εγώ την κάπα μου την έκαψα. Δεν πρόκειται να κλείσω το στόμα μου. Είτε με βρίζουν. Είτε λασπολογούν σε βάρος μου. Είτε με συκοφαντούν. Είτε με απειλούν ότι θα με σκοτώσουν. Ένας Δεσπότης λιγότερος. Θα είναι τιμή μου να χύσω το αίμα μου για την Ελλάδα»

Ο γέροντας π. Εφραίμ Κατουνακιώτης μετά από μία έντονη συζήτηση που είχαν για το μαρτύριο, όταν τον επισκέφθηκε ο Σεβαστιανός, τον χαρακτήρισε στη συνοδεία του, όταν αποχώρησε ο Ιεράρχης, ως «μάρτυρα τη προαιρέσει». Και πράγματι αυτό ήταν !  «μάρτυρας τη προαιρέσει».  

Τη δύναμη που απαιτούσε ο αγώνας αυτός, ο Μητροπολίτης Σεβαστιανός την αντλούσε από την πίστη του στο Θεό, την ηρεμία και προπαντός από την αφοσίωσή του στην αλήθεια και το δίκαιο που διακονούσε με ευλάβεια και υπευθυνότητα. Το ταπεινό φρόνημά του και το ανιδιοτελές του αγώνα του του έδιναν τη δύναμη και το σθένος να παρουσιάζεται μπροστά σε πολιτικά ισχυρούς με αξιοθαύμαστη παρρησία και δύναμη. 

Ποιος όμως αμφιβάλει ότι η πνευματικότητα του ανθρώπου φαίνεται μπροστά στους μεγάλους πειρασμούς των ασθενειών, ιδιαίτερα μάλιστα στην ασθένεια  που με βεβαιότητα οδηγεί στο θάνατο ; 

Και σε αυτό το πεδίο εσωτερικής μάχης και υπαρξιακού αγώνα ο αοίδιμος Σεβαστιανός διέπρεψε.

Η διάγνωση του καρκίνου και η πρώτη επέμβαση έγινε τον Απρίλιο 1994 στο Ευγενίδειο Θεραπευτήριο Αθηνών, όπου του αφαιρέθηκε  μεγάλο μέρος του συκωτιού. Οι πόνοι του ήσαν αφόρητοι. Η υπομονή και η καρτερία του υποδειγματική. Ας προσέξουμε την ερμηνεία που έδωσε στην αρρώστιά του. Γεμάτος από ταπείνωση και συγκίνηση έλεγε : «Υποφέρω από πόνους και αυτό γίνεται εξ αιτίας των χειροκροτημάτων που δέχθηκα στη ζωή μου» !

Μην ξεχνάμε όμως ότι λόγω του Βορειοηπειρωτικού αγώνα δεν δέχθηκε μόνο χειροκροτήματα και επαίνους, αλλά και πολλές επιθέσεις, χλευασμούς και συκοφαντίες. Εκείνος όμως ξέχασε τις λοιδορίες,  τις διώξεις, τις διαβολές και παρέμεινε στους επαίνους των ανθρώπων. Θεωρούσε, λοιπόν, ότι η ταπείνωσή του, που έγινε με την ασθένεια, ήταν αποτέλεσμα των χειροκροτημάτων που δέχθηκε, ότι τα χειροκροτήματα του έκαναν κακό! 

Η θλίψη του όμως στην πρώτη φάση της αρρώστιας είναι βαθιά, διότι – όπως έλεγε -  πέρασαν οι εορτές του Πάσχα χωρίς να μπορέσει να λειτουργήσει. Αλλά αυτό ήταν και το παράπονό του στις τελευταίες 40 μέρες που έμεινε στο Νοσοκομείο Ιωαννίνων (από τις 4 Νοεμβρίου μέχρι τις 12 Δεκεμβρίου 1994). Ο π. Ανδρέας Τρεμπέλας συχνά τον ακούει να του λέει : «πάρε με από δω μέσα. Πάμε στην Κόνιτσα να λειτουργήσω» !

Συγκλονιστική ήταν η τελευταία του Αγρυπνία της Παναγίας στο Μολυβδοσκέπαστο. Είχε πρόσφατα υποβληθεί σε επώδυνη εγχείρηση, η δε ανοιχτή πληγή στο πόδι του δυσχέραινε πολύ την κατάσταση. Βάδιζε μόνο με πατερίτσες.   Την παραμονή της εορτής οι στενοί του συνεργάτες επιμένουν να μη λάβει μέρος στην αγρυπνία. Ο ίδιος αποκλείει ένα τέτοιο ενδεχόμενο. «Δεν πρόκειται να λείψω τουλάχιστον στην αρχή. Έχω υποχρέωση να δώσω κουράγιο στους αδελφούς Βορειοηπειρώτες που περνούν τραγικές στιγμές μέσα». Και πράγματι με τη βοήθεια της Παναγίας μιλάει στο εκκλησίασμα επί 50 λεπτά σαν να είναι απολύτως υγιής. Μετά την ομιλία όμως αναχωρεί για την Κόνιτσα για να αναπαυθεί. Ξαπλώνει στο κρεβάτι. Δεν τον πιάνει όμως ύπνος. Ακούει από το ραδιόφωνο την Αγρυπνία. Και σηκώνεται. Ετοιμάζεται και επιστρέφει πάλι στο Μοναστήρι, στην Αγρυπνία, όπου και κάθεται μέχρι το τέλος της. Καθησυχάζει τους σαστισμένους ιερείς του : «Μη φοβάσθε. Δεν θα  μου συμβεί τίποτα. Η Παναγία με προστατεύει. Ήρθα γιατί σκέφτηκα πως δεν είναι σωστό εσείς όλοι να προσεύχεστε για τη λύτρωση των σκλάβων της Β. Ηπείρου και εγώ να απουσιάζω»! 

Στους επόμενους μήνες ανέβαινε στο Γολγοθά. Όλο και περισσότερο οι δυνάμεις του τον εγκατέλειπαν. Η υγεία του πλέον είχε κλονιστεί ανεπανόρθωτα. Ήξερε ότι οδεύει προς το θάνατο. Δεν τον φόβιζε η πραγματικότητα αυτή. Οι σκέψεις του είναι συγκλονιστικές και μας θυμίζουν ανάλογες του Απ. Παύλου και των μεγάλων νηπτικών Πατέρων : «προσεύχομαι και παρακαλώ το Θεό να με αφήσει να ζήσω για δύο λόγους : πρώτον για να μπορέσω  να μετανοήσω για τις αμαρτίες μου. Και δεύτερον γι’  αυτούς τους ταλαίπωρους Βορειοηπειρώτες. Για να μπορέσω να τους βοηθήσω»! 

Οι τελευταίες του μέρες στο Νοσοκομείο Ιωαννίνων δείχνουν το μεγαλείο της ταπείνωσής του : «Τι με υπηρετείτε, παιδιά μου, Εγώ είμαι ανάξιος και περισσότερο αμαρτωλός από όλους τους ανθρώπους… Συγχωρέστε με αν σας πίκρανα».

Ας παρακολουθήσουμε όμως τη μαρτυρία του διαδόχου του Μητροπολίτου Ανδρέα για τις τελευταίες ώρες του αοιδίμου Ιεράρχου, όπως τη διασώζει ο Ηλ. Μάκος στο «Φτερωτός άγγελος»: «Την παραμονή της Κοιμήσεώς του, ήταν Κυριακή 11 Δεκεμβρίου, είχα ειδοποιηθεί ότι τέλος έφτανε και κατέβηκα  στο Νοσοκομείο των Ιωαννίνων. Μπαίνοντας στο δωμάτιο στο οποίο νοσηλευόταν, τον είδα να έχει ένα ρόγχο βαρύτατο, που έδινε την εντύπωση ότι το τέλος ήταν κοντά.  Πέρασαν κάποιοι ιατροί. Άλλος είπε σε μισή ώρα, άλλος είπε σε μία ώρα. Μη έχοντας τι άλλο  να κάνω κάθισα δίπλα στην κλίνη της ασθένειας του μακαριστού και προσπαθούσα να συγκεντρώσω τον εαυτό μου και να προσευχηθώ. Μέσα μου όμως είχα μία αγωνία. Ρώτησα λοιπόν , ένα συνεργάτη που βρισκόταν μέσα στο δωμάτιο αν μετέλαβε. Βέβαια μεταλάμβανε συχνά. Αλλά σκέφτηκα ως τελευταίο εφόδιο, το φάρμακο της αθανασίας. Μου απάντησε ότι επρόκειτο να μεταλάβει το Σάββατο, αλλά δεν μετέλαβε, γιατί είχε την τάση να βγάζει ό,τι έπαιρνε (δεν έπαιρνε ούτε τροφή) και επί πλέον είχε ένα σωληνάκι, το οποίο ομολογουμένως τον εμπόδιζε και τον κούραζε. Άκουσα την πληροφορία αυτή, κάθισα πάλι στη θέση μου, αλλά δεν ησύχασα.

Σε μια στιγμή μπαίνει μέσα ένας γιατρός, χωρίς εμείς να έχουμε ειδοποιήσει, πλησιάζει το κρεβάτι και λέει :

Να του βγάλουμε του ανθρώπου το σωληνάκι αυτό, διότι τον ταλαιπωρεί και δεν του προσφέρει και τίποτα. Μόλις βγήκε το σωληνάκι, κάπως κατέπαυσε ο ρόγχος και έγινε πιο κανονική η αναπνοή του. Πέρασε λίγη ώρα και κάποια στιγμή σκύβω κοντά στο αυτί του και με κάπως δυνατή φωνή του λέω :

- Σεβασμιώτατε, θέλετε να φέρουμε τη θεία Κοινωνία ; 

Τότε όσοι είμαστε μέσα στο θάλαμο παρακολουθήσαμε ένα θαύμα. Γύρισε προς τα εκεί που ακουγόταν η φωνή, άνοιξε τα μάτια του και κοίταξε με ένα ιλαρώτατο βλέμμα. Όλοι σχηματίσαμε την εντύπωση ότι πραγματικά επιθυμούσε τη Θ. Κοινωνία. Ειδοποιήσαμε να έλεθει ιερέας από το μετόχι της  Ι. Μ. Σινά να τον μεταλάβει. Όταν ήρθε ο ιερέας με τη Θ. Κοινωνία, σκύβω πάλι στο αυτί του και του λέω :

- Σεβασμιώτατε, ήλθε η Θ. Κοινωνία.

Άνοιξε τα μάτια του και προσπάθησε να ενώσει τα δάχτυλά του για να κάνει το σημείο του σταυρού . Τον βοηθήσαμε να κάνει το σταυρό και με πλήρη συναίσθηση και μια βαθύτατη ικανοποίηση και χαρά μετάλαβε την τελευταία Θ. Μετάληψή του. Έσκυψα μετά στο αυτί και του έψαλα αυτό που και ο ΄διος συνήθιζε : «Του Δείπνου σου του Μυστικού…». Σε μια στιγμή είδα τα μάτια του να υγραίνονται ελαφρά. Η θαυμαστή αυτή ανάνηψη κράτησε περίπου τρία τέταρτα». 

Μετά έπεσε σε ένα λήθαργο που διήρκησε ορισμένες ώρες και στις 6:35 το πρωί της 12  Δεκεμβρίου 1994, με το κτύπημα της πρώτης Καμπάνας για την εορτή του Αγ. Σπυρίδωνος, ο μέγας Σεβαστιανός παραδίδει την αγία ψυχή του στα χέρια του Κυρίου,  τον οποίο από μικρός αγάπησε και μέχρι τέλους διηκόνησε. 

Πραγματικά οσιακά τέλη! Και στην περίπτωση του αειμνήστου Σεβαστιανού θα μπορούσε να ψάλει Ψαλμωδός : «ως χρυσόν εν χωνευτηρίω εδοκίμασεν αυτόν και ως ολοκάρπωμα θυσίας προσεδέξατο αυτόν».

Πραγματικά ο Σεβαστιανός δίδαξε και μετά το θάνατό του. Η διαθήκη του είναι το απόσταγμα μιας ζωής δοσμένης στο Χριστό και τον άνθρωπο, είναι απαύγασμα μιας ψυχής που ήξερε να θυσιάζεται για τα υψηλά ιδεώδη της πίστεως και της πατρίδος.

Θαυμάζει ο καθένας μας τη βαθιά του αγάπη και συγχωρητικότητα ακόμα και προς αυτούς που τον πίκραναν. Πλεονάζει βέβαια η ευγνωμοσύνη του στους στενούς του συνεργάτες κληρικούς και λαϊκούς οι οποίοι συνεπαρμένοι από το ήθος του τον ακολούθησαν στα δύσβατα μονοπάτια της διακονίας του. Μνημονεύει τους συνεργάτες του στον ΠΑΣΥΒΑ και «τα ηρωικά παλληκάρια» της ΣΦΕΒΑ και κάνει θερμή αναφορά στους «προσφιλείς μου αδελφούς και πονεμένους Βορ/τες, τους οποίους τόσο πολύ  ηγάπησα».

Διακρίνεται έντονα η απόλυτη ακτημοσύνη του. Δεν υπάρχει περιουσία ούτε κινητή, ούτε ακίνητη. Μόνο κάποια άμφια και βιβλία.  Έζησε πραγματικά ως ασκητής Επίσκοπος.

Και η κατάληξη της διαθήκης φανερώνει την βαθιά του ταπείνωσή, και την αυτοπαράδοσή του στο έλεος του Κυρίου τον οποίο, όπως χαρακτηριστικά τονίζει, παρά την εν γένει αμαρτωλότητά του τον αγάπησε και τον παρακαλεί να τον αξιώσει της επουρανίου βασιλείας του μαζί με τον ευγνώμονα ληστή. 

Αγαπητοί, ο Σεβαστιανός πέθανε, αλλά και συνεχίζει να ζει. Ζει στις καρδιές και τη σκέψη όσων τον γνώρισαν. Ζει απελευθερωμένος πλέον από τα δεσμά του χώρου και του χρόνου, υμνώντας και δοξολογώντας τον Τριαδικό Θεό και ικετεύοντας τον για τα παιδιά του. 

[Από την εκδήλωση για τα 15 χρόνια από την εκδημία του αειμνήστου Μητροπολίτου Σεβαστιανού, που πραγματοποιήθηκε στο Κέντρο Ενοριακής Διακονίας του Ι. Ν. Αγ. Νικολάου Πατρών, στις 15.12.2009] 

π. Αναστάσιος Γκοτσόπουλος
Εφημέριος Ι. Ν. Αγ. Νικολάου Πατρών
18.12.2025

Προηγουμένως η ΕΟΔ έγραψε για τον Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης Σεβαστιανό και τον Τάσο Παπαδόπουλο.

Εάν παρατηρήσετε κάποιο σφάλμα, επιλέξτε το απαιτούμενο κείμενο και πατήστε Ctrl+Enter ή Υποβολή σφάλματος για να το αναφέρετε στους συντάκτες.
Εάν βρείτε κάποιο σφάλμα στο κείμενο, επιλέξτε το με το ποντίκι και πατήστε Ctrl+Enter ή αυτό το κουμπί Εάν βρείτε κάποιο σφάλμα στο κείμενο, επισημάνετε το με το ποντίκι και κάντε κλικ σε αυτό το κουμπί Το επισημασμένο κείμενο είναι πολύ μεγάλο!
Διαβάστε επίσης