Η απάντηση του Σινά στον Οικουμενικό Πατριάρχη για το αρχαιοπαράδοτο καθεστώς
Με σεβασμό αλλά σαφήνεια, η Ι. Μονή Σινά υπενθυμίζει στον Οικουμενικό Πατριάρχη το αρχαιοτάτο αυτοδιοίκητό της, στηριγμένο σε ιστορικά και κανονικά δεδομένα δεκαπέντε αιώνων.
Με μία επιστολή υψηλού εκκλησιαστικού ήθους και απόλυτης νηφαλιότητας, η Αδελφότητα της Ιεράς Μονής Σινά απάντησε προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, με αφορμή την πρωτοβουλία του Οικουμενικού Πατριαρχείου να τοποθετηθεί σε ζητήματα τα οποία αφορούν το εσωτερικό καθεστώς της Μονής.
Η απάντηση των Σιναϊτών Πατέρων, ευγενική αλλά στερεή, αποτέλεσε μία σαφή υπενθύμιση του αρχαιοτάτου αυτοδιοίκητου καθεστώτος που διέπει το Θεοβάδιστο Όρος Σινά επί δεκαπέντε αιώνες.
Να σημειωθεί ότι η εν λόγω επιστολή, στηρίζεται πάνω σε αδιάσειστα ιστορικά και κανονικά δεδομένα.
Από τον 6ο αιώνα, όταν ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός οικοδόμησε τη Μεγάλη Λαύρα του Σινά και την περιέβαλε με αυτοκρατορικά προνόμια, η Μονή κατέστη ένα από τα ελάχιστα ιερατικά κέντρα της Ορθοδοξίας που απέκτησαν ιδιότυπο και απολύτως σεβαστό καθεστώς αυτοδιοίκησης.
Οι Οικουμενικές Σύνοδοι μεταγενέστερα επικύρωσαν αυτή τη μοναδική θέση του Σινά, δημιουργώντας ένα μακραίωνο πλαίσιο προστασίας, όπου η Μονή λειτουργεί αυτοκεφάλως, εκλέγοντας η ίδια τον Ηγούμενο και Αρχιεπίσκοπό της, ο οποίος φέρει διπλό ρόλο: ποιμαίνει το μικρό ποίμνιο του Σινά και εκπροσωπεί τη Μονή στην Ορθόδοξη Εκκλησία.
Παράλληλα, η πνευματική σχέση με το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων ουδέποτε αναιρεί το αυτοδιοίκητό της, αλλά αποτελεί έκφραση της ιστορικής τάξης και της αλληλοεκτίμησης μεταξύ των δύο αρχαίων Θρόνων.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, οι Σιναΐτες πατέρες εξηγούν ευγενικά στον Οικουμενικό Πατριάρχη ότι η Μονή δεν μπορεί να αποδεχθεί καμία ερμηνεία που υπονοεί αυτοδίκαιη υπαγωγή ή κανονική μεταβολή.
Με απόλυτα σεβαστικό τρόπο, επισημαίνουν ότι ο Οικουμενικός Θρόνος έχει διαχρονικά στηρίξει το Σινά, όμως η κανονική του θέση είναι αμετάβλητη και διασφαλισμένη από την ίδια την παράδοση.
Επίσης, τονίζουν ότι η πνευματική τιμή προς το Φανάρι ουδέποτε μπορεί να μεταφραστεί σε αλλοίωση του αρχαιοπαράδοτου καθεστώτος τους, το οποίο αποτελεί μέρος της συνολικής εκκλησιαστικής γεωγραφίας που θεμελίωσε η Ορθοδοξία.
Η Μονή, όπως τονίζεται στην επιστολή, πέρασε δεκαετίες δύσκολες, εξαιτίας γεωπολιτικών εντάσεων και κινδύνων που συχνά απείλησαν την παρουσία της στην περιοχή.
Σε όλα αυτά τα χρόνια, η Αδελφότητα παρέμεινε σταθερή φύλακας της κανονικής τάξης, λειτουργώντας πάντοτε με πνεύμα αλήθειας, διάκρισης και ταπείνωσης.
Η ακρίβεια αυτή, τονίζουν οι πατέρες, δεν είναι στάση αντιπαράθεσης, αλλά μαρτυρία ευθύνης απέναντι στο Οικουμενικό Πλήρωμα της Εκκλησίας, το οποίο γνωρίζει και αναγνωρίζει το καθεστώς του Σινά ως αναλλοίωτο.
Κλείνοντας την επίστολή τους, οι Σιναΐτες Πατέρες διαβεβαιώνουν για τον σεβασμό και την αγάπη τους προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη, ευχαριστώντας για τις μέχρι τώρα πατρικές φροντίδες.
Όμως, ταυτόχρονα, κάνουν σαφές ότι η Μονή δεν μπορεί να απομακρυνθεί ούτε κατά μικρόν από την ιστορική κανονική της θέση.
Το μήνυμα, βαθιά εκκλησιολογικό, υπογραμμίζει ότι τα όρια των αρχαίων Πατριαρχείων δεν αποτελούν τυπικές γραμμές, αλλά ζωτικό στοιχείο της ενότητας της Ορθοδοξίας.
Ο σεβασμός τους δεν είναι ζήτημα πρωτοκόλλου, αλλά προϋπόθεση για την ειρηνική συνύπαρξη και συνεργασία των Θρόνων, καθώς και για τη διατήρηση της ανόθευτης παράδοσης.
Με αυτή την αξιοπρεπή και απολύτως μετρημένη παρέμβαση, το Σινά υπενθυμίζει σε όλη την Ορθοδοξία ότι η αλήθεια της Εκκλησίας διαφυλάσσεται όχι με εντάσεις, αλλά με προσήλωση στην παράδοση και ταπείνωση.
Τέλος, η επιστολή αυτή καταγράφεται πλέον ως ένα ακόμη κεφάλαιο στη μακραίωνη ιστορία της Μονής, που παραμένει φάρος ειρήνης και κανονικής σταθερότητας μέσα σε έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο.
Προηγουμένως η ΕΟΔ έγραψε για τη συνάντηση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών με τον νέο Αρχιεπίσκοπο Σινά κ. Συμεών.