Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός

19 Ιανουαρίου 00:01
30
ΦΩΤΟ: tasthyras.wordpress.com ΦΩΤΟ: tasthyras.wordpress.com

Κρατεί μεν Άτλας μυθικώς ώμοις πόλον,

Κρατεί δ’ αληθώς Μάρκος Oρθοδοξίαν.

Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός γεννήθηκε το 1392 μ.Χ. από ευσεβείς και πιστούς γονείς, τον αρχιδικαστή, σακελλίων και διάκονο της Μεγάλης Εκκλησίας Γεώργιο και τη Μαρία που ήταν κόρη του ευσεβούς ιατρού Λουκά. Ήταν από αρχοντική οικογένεια εξ ου και η επωνυμία Ευγενικός. Λόγω των πολλών του πνευματικών χαρισμάτων έκανε περίλαμπρες θεολογικές και φιλοσοφικές σπουδές και μαθήτευσε στους πλέον φημισμένους διδασκάλους της εποχής του, ένας των οποίων ήταν ο μαθηματικός και φιλόσοφος Γεώργιος Γεμιστός Πλήθωνας.

Διακρίθηκε σαν δάσκαλος της ρητορικής και μεταξύ των μαθητών του ήταν ο Γεώργιος Γεννάδιος Σχολάριος (ο πρώτος μετά την πτώσιν της Πόλεως Πατριάρχης).

Σε ηλικία 25 ετών εκάρη μοναχός σε Μοναστήρι στα Πριγκηπόνησσα. Αργότερα χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος και το 1436 επίσκοπος.

Την εποχή εκείνη η Βυζαντινή Αυτοκρατορία μετά από 1.100 χρόνια ηγεμονίας σε ολόκληρο τον τότε γνωστό κόσμο, βρισκόταν σε κίνδυνο από την αλματώδη επέλαση των Οθωμανών Τούρκων. Σε βοήθεια της Κωνσταντινούπολης που κινδύνευε να πέσει στα χέρια των βαρβάρων Οθωμανών προσέτρεξαν σε βοήθεια οι Χριστιανοί της Δύσεως με τον θρησκευτικό τους ηγέτη τον πάπα. Ο πανίσχυρος πολιτικά και στρατιωτικά πάπας της Ρώμης, λοιπόν, εξέφρασε το έντονο ενδιαφέρον και τη σφοδρή του επιθυμία να βοηθήσει στρατιωτικά την παραπαίουσα αυτοκρατορία να αντιμετωπίσει τους Τούρκους. Ζήτησε όμως ένα αντάλλαγμα: την πλήρη υποταγή της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην παπική εξουσία, δηλ. να αναγνωρίσουν οι Ορθόδοξοι ότι ο πάπας είναι η μοναδική, υπέρτατη εξουσία σε ολόκληρη την Εκκλησία. Αυτός και μόνο να μπορεί να αποφασίζει για ολόκληρη την Εκκλησία, να καθορίζει την πίστη και να δικάζει και αθωώνει κατά την απόλυτα ελεύθερη κρίση του. Δηλαδή, να κάνει ό,τι θέλει στην Εκκλησία χωρίς να υπολογίζει και να ελέγχεται από κανένα.

Μόνο υπό αυτή την προϋπόθεση της πλήρους υποταγής της Ορθοδοξίας στην εξουσία του θα βοηθούσε την Κωνσταντινούπολη. Δυστυχώς, ο αυτοκράτορας Ιωάννης Παλαιολόγος, έχοντας λησμονήσει ότι μόλις πριν από διακόσια χρόνια οι σταυροφόροι του πάπα είχαν λεηλατήσει την Κωνσταντινούπολη και είχαν καταλύσει την Αυτοκρατορία, πίστεψε ότι θα μπορούσε να εξασφαλίσει την στρατιωτική και οικονομική βοήθεια του πάπα.

Έτσι η πολιτική εξουσία, ο αυτοκράτορας, πίεσε την Εκκλησία να δεχθεί να συζητήσει με τον πάπα με απώτερο σκοπό να εξασφαλίσει την πολιτική και στρατιωτική βοήθεια των Δυτικών. Συμφώνησε να συμμετάσχει πολυπληθής βυζαντινή αντιπροσωπία στην Σύνοδο Φερράρας Φλωρεντίας που συνεκάλεσε ο Πάπας με σκοπό να συζητηθεί και να υπογραφεί η Ένωση των Δύο Εκκλησιών. Στην αυτοκρατορική συνοδεία επελέγη και ο Επίσκοπος Εφέσου Μάρκος ως εκπρόσωπος των Πατριαρχών Αλεξανδρείας και Ιεροσολύμων.

Η Βυζαντινή αντιπροσωπεία μόλις πάτησε το πόδι της στην Ιταλία και πριν καλά-καλά συναντήσει τον πάπα βρέθηκε προ εκπλήξεως όταν άκουσε την απαίτηση του πάπα ότι στην πρώτη συνάντηση μαζί του πάπα στον Καθεδρικό Ναό της Φεράρας ενώπιον όλου του λαού ο Βυζαντινός αυτοκράτορας, ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως και όλοι οι Ορθόδοξοι να πέσουν να προσκυνήσουν την παντόφλα του. Η επιμονή των παπικών ήταν τόσο μεγάλη που οι Βυζαντινοί έθεσαν θέμα ματαίωσης της Συνόδου και άμεσης επιστροφής στην Κωνσταντινούπολη. Τελικά οι παπικοί μπροστά στον κίνδυνο να ματαιωθούν τα σχέδιά τους υποχώρησαν αλλά δεν έγινε η υποδοχή της αντιπροσωπείας των Ορθοδόξων στον Καθεδρικό Ναό παρουσία του λαού, αλλά στην κατοικία του πάπα σε πολύ στενό κύκλο.

Οι συζητήσεις στην Σύνοδο Φερράρας Φλωρεντίας (1438-1439) περιεστράφησαν στα θεολογικά ζητήματα που χώριζαν τις εκκλησίες Δύσεως και Αναστολής, κυρίως στην αξίωση του Πάπα για το Πρωτείο, το Φιλιόκβε, κ.ά. Ο Άγιος Μάρκος επέμενε ο θεολογικός διάλογος να διεξαχθεί με αγάπη και ειλικρίνεια και επί τη βάσει των αποφάσεων των Επτά Οικουμενικών Συνόδων, των οποίων τα Πρακτικά και οι όροι ζήτησε να αναγνωσθούν πριν την έναρξη των συζητήσεων. Ήθελε ο Άγιος Μάρκος η Ένωση να στηριχθεί στην ακαινοτόμητη ευαγγελική και αποστολική πίστη, όπως αυτή εκφράσθηκε από τους Αγίους Πατέρες των Οικουμενικών Συνόδων.

Επειδή οι θεολογικές συζητήσεις καθυστερούσαν, ο αυτοκράτορας και ο Πάπας πίεζαν για την επίσπευση της υπογραφής της Ενώσεως, η κάθε πλευρά για τους δικούς της λόγους. χρησιμοποιώντας απειλές, πολιτικούς εκβιασμούς, χρηματικά δώρα και υποσχέσεις.

― Έτεροι δε τινές είπον «Ολίγη εστίν η μεταξύ ημών και των Λατίνων διαφορά, και ει θελήσουσιν οι ημέτεροι, ευκόλως διορθωθήσεται». 

― Και αποκριναμένου του Εφέσου ότι «μεγάλη διαφορά εστίν»,

― είπον αυτώ «Ουκ έστιν αίρεσις ουδέ δύνασαι ειπείν αυτήν αίρεσιν . ουδέ γαρ τινές των προ σου ελλογίμων και αγίων ανδρών εκάλεσαν αυτήν αίρεσιν».

― Έφη ουν ο Εφέσου, ότι «Αίρεσίς εστι και ούτως είχον αυτήν και οι προ ημών, …. ει δε βούλεσθε, δείξω υμίν εγώ όπως είχον τούτους αιρετικούς».

― Ευθύς ουν θυμού πλήρεις γίνονται ο τε Μυτιλήνης και ο Λακεδαιμονίας και λέγουσι «και τις άνθρωπος ει σύ και λέγεις τους Λατίνους αιρετικούς;» και ανέστησαν ενώπιον του πατριάρχου και εγγύτερον γενόμενοι του Εφέσου αδεώς ομού τε και αναιδώς έβαλλον αυτόν λόγοις και σκώμμασι [κοροϊδίες, χλευασμούς]: «και έως πότε ανεξόμεθα σιωπώντες, τοιαύτα σου λέγοντος», έφασκον, και μονονούκ οδούσι και χερσί ώρμων διασπαράξαι αυτόν . και τέλος επέθηκαν: «ερούμεν ημείς τω πάπα όπως λέγεις αυτόν αιρετικόν, και πείση καθώς ει άξιος» και εξήλθον μετά τοιαύτης οχλήσεως.

ο Νικαίας αναίδην έσκωπτε τον Εφέσου . και μετά την πολλήν φιλονεικίαν αναστάς

― ο Νικαίας έφη «περισσόν ποιώ και φιλονεικώ μετά ανθρώπου δαιμονιαρίου [είναι περιττό να φιλονικώ με δαιμονισμένο - έτσι αποκάλεσε τον Άγ. Μάρκο!] . αυτός γαρ ένι μαινόμενος [αυτός, ο Άγ.Μάρκος, είναι φανατικός, μανιακός], και ου θέλω ίνα φιλονεικώ μετ’ αυτού» και εξήλθε μετά θυμού.

Τελικά ο Άγιος Μάρκος μόνος αυτός παρέμεινε μέχρι τέλους συνεπής στις ορθόδοξες θέσεις και παρ’ όλες τις πιέσεις και τις απειλές ακόμη και κατά της ζωής του, δεν υπέγραψε. Όταν το έμαθε ο Πάπας Ευγένιος, είπε την χαρακτηριστική φράση: «Μάρκος ουχ υπέγραψεν, ουδέν εποιήσαμεν!».

Μετά την προδοτική ένωση της Φεράρας- Φλωρεντίας οι Βυζαντινοί εγκατέλειψαν την Ιταλία. Ύστερα από ταξίδι τρεισήμισι μηνών έφθασαν τελικά στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί οι κάτοικοι δέχθηκαν με αισθήματα εχθρικά και αποδοκίμασαν αυτούς που υπέγραψαν την ένωση-υποταγή, αλλά επιδοκίμασαν και τίμησαν τον Άγιο Μάρκο όπως αναφέρει ο υβριστής του γραικολατίνος επίσκοπος Μεθώνης Ιωσήφ: «ο Εφέσου είδε το πλήθος δοξάζων αυτόν ως μη υπογράψαντα και προσεκύνουν αυτώ οι όχλοι καθάπερ Μωϋσεί και Ααρών και ευφήμουν αυτόν και άγιον απεκάλουν» (PG 159, 992).

Ενώ ο λαός αποδοκίμασε την ένωση με τον πάπα ο νέος πατριάρχης ήταν ενωτικός-λατινόφρονας και σε συνεργασία με το παλάτι στράφηκε εναντίον του Άγ. Μάρκου, ώστε ο Άγιος αναγκάστηκε να δραπετεύσει από την Βασιλεύουσα, διότι κινδύνευε η ζωή του, και να πάει στην Έφεσο. Όταν όμως το πλοίο σταμάτησε για λίγο στη Λήμνο ο Άγιος ανεγνωρίσθηκε και αμέσως συνελήφθη, κατόπιν αυτοκρατορικής εντολής και φυλακίσθηκε εκεί για δύο χρόνια. Κατά την διάρκεια της φυλακίσεώς του υπέφερε πολύ, αλλά όπως έγραψε στον ιερομόναχο Θεοφάνη τον εν Ευβοία «ο λόγος του Θεού και η της αληθείας δύναμης ου δέδεται, τρέχει δε μάλλον και ευοδούται, και οι πλείονες των αδελφών τη εμή εξορία θαρρούντες βάλλουσι τοις ελέγχοις τους αλιτηρίους και παραβάτας της ορθής πίστεως...».

Από την Λήμνο ο Άγιος εξαπέλυσε την περίφημο εγκύκλιο επιστολή του προς τους απανταχού της γης και των νήσων ευρισκομένους Ορθοδόξους Χριστιανούς. Με αυτήν ελέγχει αυστηρώς τους Ορθοδόξους εκείνους που αποδέχθηκαν την ένωση και με αδιάσειστα στοιχεία αποδεικνύει ότι οι λατίνοι είναι αιρετικοί: «ως αιρετικούς αυτούς απεστράφημεν, και δια τούτο αυτών εχωρίσθημεν». Καλεί δε ο άγιος τους πιστούς να αποφεύγουν τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως που ήταν λατινόφρονας και όσους είχαν κοινωνία μαζί του, διότι αυτοί είναι «ψευδαπόστολοι και εργάται δόλιοι».

«Φευκτέον αὐτούς, ὡς φεύγει τις ἀπὸ ὄφεως, ὡς αὐτοὺς ἐκείνους ἢ κακείνων πολλῷ χείρονας, ὡς χριστοκαπήλους καὶ χριστεμπόρους» (φεύγετε τους λατινόφρονες όπως φευγετε από τα φίδια).

«Πέπεισμαι γὰρ ἀκριβῶς ὅτι ὅσον ἀποδιίσταμαι τούτου καὶ τῶν τοιούτων ἐγγίζω τῷ Θεῷ καὶ πᾶσι τοῖς Ἁγίοις, καί, ὥσπερ τούτων χωρίζομαι, οὕτως ἑνοῦμαι τῇ ἀληθείᾳ καὶ τοῖς Ἁγίοις Πατράσι καὶ Θεολόγοις τῆς Ἐκκλησίας». 

Η τελευταία του υποθήκη, προτού πεθάνει ήταν: «Εκφεύγειν άπασι τρόποις την κοινωνίαν αυτού (του πατριάρχου) και μήτε συλλειτουργείν αυτού, μήτε αρχιερέα τούτον, αλλά λύκον και μισθωτόν ηγείσθε».

Μάλιστα φτάνει στο σημείο να πει ότι δεν τους θέλει ούτε στην κηδεία του να παραβρεθούν: «Λέγω περί του Πατριάρχου… ούτε βούλομαι ούτε δέχομαι την αυτού ή την των αυτού κοινωνίαν το παράπαν, ουδαμώς, ούτε επί της ζωής μου ούτε μετά θάνατον …. ώσπερ παρά πάσαν μου την ζωήν ήμην κεχωρισμένος απ’ αυτών, ούτω και εν τω καιρώ της εξόδου μου, και έτι και μετά την εμήν αποβίωσιν αποστρέφομαι αυτών την κοινωνίαν και ένωσιν, και εξορκών εντέλλομαι, ίνα μηδείς εξ αυτών προσεγγίση ή εν τη εμή κηδεία ή τοις μνημοσύνοις μου … ώστε συμφορένειν επιχειρήσαι και συλλειτουργείν τοις ημετέροις»!

Μετά την αποφυλάκιση του άγιος Μάρκος λόγω της ασθενείας του δεν μπόρεσε να αποσυρθεί στο Άγιο Όρος, αλλά επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου έγινε δεκτός με τιμές ως άγιος και ομολογητής. Από το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου των Μαγγάνων ο νέος ομολογητής διηύθυνε τον αγώνα κατά των ενωτικών, γράφοντας επιστολές στους μοναχούς και κληρικούς ενθαρρύνοντας τους να κρατούν την ορθή πίστη και να μη συνεργάζονται με τους ενωτικούς.

Οι διωγμοί, οι εξουθενώσεις και οι πιέσεις επιδείνωσαν την κατάσταση της υγείας του Αγίου Μάρκου και στις 23 Ιουνίου του 1444 μ.Χ., αφού είχε καλέσει κοντά του τα πνευματικά του τέκνα και ανέθεσε στον Γεώργιο Σχολάριο την αρχηγία του ανθενωτικού αγώνος, απεδήμησεν εις Κύριον. Ήταν μόλις 52 ετών.

Αμέσως μετά την κοίμηση του ο Μάρκος τιμήθηκε ως άγιος και ομολογητής. Αυτό μαρτυρεί με πόνο και ο σύγχρονος και άσπονδος εχθρός του Ιωσήφ, ουνίτης επίσκοπος Μεθώνης, λέγων, «ώσπερ πολλούς μεν και άλλους, και τον καλούμενον Παλαμάν, και τον Εφέσου Μάρκον, ανθρώπους ούτ' άλλως φρενήρεις, αλλά και δοξοσοφίας εμπεπλησμένους, μηδεμίαν αρετήν ή αγιωσύνην εν εαυτοίς έχοντας, μόνον δια το λέγειν και συγγράφειν κατά Λατίνων, δοξάζετε και υμνείτε, και εικόνας εγκοσμείτε αυτοίς και πανηγυρίζοντες, στέργετε αυτούς ως αγίους και προσκυνείτε» ( PG 159, 1357).

Κατ' αρχάς η μνήμη του εορταζόταν στις 23 Ιουνίου αλλά ο Πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος, το 1456 μ.Χ., όρισε διά συνοδικής πράξεως, να εορτάζεται η μνήμη του στις 19 Ιανουαρίου, μία μέρα μετά την εορτή των μεγάλων Πατέρων και προμαχων της πίστεως του Μ. Αθανασίου και του Αγ. Κυρίλλου.

Οι αγώνες του Μάρκου και του μαθητού του Γενναδίου αναγνωρίστηκαν από την μεγάλη σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως το 1484 μ.Χ. και κατέγραψε τα ονόματα τους, ως πατέρων αγίων, στο Συνοδικό της Ορθοδοξίας.

Αγαπητοί μου,

Δυστυχώς η εποχή του Αγ. Μάρκου μοιάζει πάρα πολύ με τη σημερινή πραγματικότητα στην Εκκλησία μας. Όπως τότε, έτσι και σήμερα η πολιτική εξουσία θέλει να παρεμβαίνει στα της Εκκλησίας και να καθορίζει αυτή τις ενέργειες των εκκλησιαστικών ηγετών. Δέστε τι γίνεται στην Ουκρανία όπου την εκκλησιαστική αντζέτα την καθορίζει η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ και οι εκκλησιαστικοί ηγέτες είναι τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι. Και από την άλλη πλευρά πολλοί από τους ηγέτες της Εκκλησίας αρνούνται την παρακαταθήκη του Αγ. Μάρκου, συμπεριφέρονται σαν τους εξωμότες φραγκολατίνους, ερωτοτροπούν με τον πάπα και τα παπίδια, πολεμούν μετά μανίας και θέλουν να φιμώσουν όσους συνεχίζουν να προβάλλουν αντιστάσεις.

Όμως ο λόγος του Θεού και ο λόγος της αληθείας ου δέδεται. Και όσο αν αυτοί έχουν την εξουσία Αυτός που καθορίζει τελικά την πορεία της Εκκλησίας είναι ο Κύριός μας. Και αυτός μας υποσχέθηκε ότι «Πύλαι άδου ο κατισχύσουσι αυτής».

Παράλληλα όμως η εκκλησιαστική μας παράδοση και οι Άγιοί μας επιφορτίζουν όλους μας με μία μεγάλη ευθύνη: «επαγωνίζεσθε τη άπαξ παραδοθείση πίστει». Ο καθένας μας ανάλογα με τη θέση και την ευθύνη του καθώς και τα χαρίσματα και τις δυνατότητές του να στεκόμαστε αγωνιστές για την πίστη μας, διότι εσείς, εμείς, όλοι μαζί «ο πιστός λαός είναι ο φύλακας της πίστεως».

 

π. Αναστάσιος Γκοτσόπουλος

Πρεσβύτερος

Εάν παρατηρήσετε κάποιο σφάλμα, επιλέξτε το απαιτούμενο κείμενο και πατήστε Ctrl+Enter ή Υποβολή σφάλματος για να το αναφέρετε στους συντάκτες.
Εάν βρείτε κάποιο σφάλμα στο κείμενο, επιλέξτε το με το ποντίκι και πατήστε Ctrl+Enter ή αυτό το κουμπί Εάν βρείτε κάποιο σφάλμα στο κείμενο, επισημάνετε το με το ποντίκι και κάντε κλικ σε αυτό το κουμπί Το επισημασμένο κείμενο είναι πολύ μεγάλο!
Διαβάστε επίσης