Σεραφείμ Ρόουζ: Δ’ ΜΕΡΟΣ 2ης Διάλεξης – Ο Μεσαίωνας

Φωτογραφία: Αρχείο ΕΟΔ

Η ΕΟΔ συνεχίζει να δημοσιεύει τις 10 διαλέξεις του π. Σεραφείμ Ρόουζ σε μετάφραση του Γεώργιου Τρακάκη, Επιστήμονα Υλικών Δρ. Επιστήμης και Τεχνολογίας Πολυμερών, Πάτρα. Ένα Ορθόδοξο Μάθημα Επιβίωσης: κατανοώντας την αποστασία του Δυτικού πολιτισμού μέσα από την Ορθόδοξη.

Δ’ ΜΕΡΟΣ της 2η Διάλεξη του Σεραφείμ Ρόουζ "Νέα αντίληψη για την Αγιότητα"

Είδαμε λοιπόν ότι στον Μεσαίωνα το πνεύμα του ορθολογισμού και της λογικοκρατίας αρχίζει να αντικαθιστά την πίστη, ή, τουλάχιστον, να τη διαμορφώνει, να γίνεται το κριτήριό της. Είδαμε επίσης ότι ρομαντικά στοιχεία εισχωρούν στη θρησκευτική ζωή. Τώρα όμως φτάνουμε σε ένα ζήτημα ακόμη σοβαρότερο· ίσως και πιο σημαντικό από τον Σχολαστικισμό, διότι τελικά αυτό θα παίξει καθοριστικό ρόλο στην έλευση του Αντιχρίστου: την εμφάνιση ενός νέου τύπου αγιότητας, διαφορετικού από την Ορθόδοξη αγιολογική παράδοση. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ζωή του Φραγκίσκου[1] της Ασίζης.

Το γεγονός ότι αυτός ο άνθρωπος έγινε τόσο δημοφιλής — μάλιστα, συγκλονιστικά δημοφιλής· όπου πήγαινε, πλήθη τον ακολουθούσαν σαν να επρόκειτο για τον ίδιο τον Χριστό· τραγουδούσαν μαζί του, συγκινούνταν, ενθουσιάζονταν — δείχνει ότι ήταν πολύ αντιπροσωπευτικός του πνεύματος της εποχής του. Αλλά αν εξετάσουμε τη ζωή του, θα δούμε πόσο ξένη είναι από Ορθόδοξη σκοπιά. Μπορούμε μάλιστα να πούμε ότι δεν είναι καθόλου Ορθόδοξη βιογραφία αγίου.

Αρχικά, ίδρυσε έναν νέο τρόπο ζωής. Εφεύρε τον «κανόνα της πτωχείας», επειδή μια μέρα στην εκκλησία διαβαζόταν το Ευαγγέλιο περί πτωχείας, περί του ότι οι Απόστολοι δεν έπαιρναν τίποτε μαζί τους όταν κήρυτταν, αν και αργότερα, βεβαίως, οι Απόστολοι έπαιρναν μαζί τους χρήματα και τα λοιπά. Την πρώτη φορά που βγήκαν έξω, πήγαν ανά δύο στις πόλεις, κηρύττοντας στους Ιουδαίους, και δεν πήραν τίποτε μαζί τους. Και αυτός το άκουσε στην εκκλησία και εμπνεύστηκε να εφεύρει έναν νέο κανόνα, έναν νέο τρόπο ζωής, έναν κανόνα πτωχείας βασισμένο στο Ευαγγέλιο, σαν να μην υπήρχε μοναστική παράδοση πριν από αυτόν, ενώ υπήρχε. Και μάλιστα υπήρχαν πολλοί μεγάλοι Άγιοι εκείνη την εποχή.

Φυσικά, θα μπορούσε να κοιτάξει γύρω, ίσως τα μοναστήρια να ήταν διεφθαρμένα κ.τ.λ., και να ήθελε κάτι διαφορετικό. Αλλά υπάρχει ήδη κάτι ύποπτο στο ότι σκέφτεται πως θα κάνει κάτι νέο, έναν ολόκληρο νέο κανόνα ζωής, όχι βασισμένο στους Αγίους Πατέρες. Και αν δεν του άρεσαν οι νεότεροι Λατίνοι Πατέρες, θα μπορούσε να επιστρέψει στον Άγιο Ιωάννη Κασσιανό, στους Αιγυπτίους Πατέρες κ.ο.κ., αλλά δεν το έκανε. Πήγε απευθείας στο Ευαγγέλιο, όπως οι Προτεστάντες. Πήγε και εφεύρε μόνος του έναν κανόνα πτωχείας. Τίποτε το ιδιαίτερο βέβαια, οι μοναχοί είναι φτωχοί, αλλά αυτός έκανε κάτι ιδιαίτερο από αυτό, όπως αργότερα θα δούμε ότι οι Καθολικοί κάνουν κάτι ιδιαίτερο και για την Παναγία, σαν να είναι κάποιο πλάσμα μη γήινο κ.ο.κ.

Και έδωσε στον εαυτό του και στους οπαδούς του νέα ονόματα. Δεν θα ονομάζονταν πλέον απλώς «μοναχοί», αλλά «Πένητες της Ασίζης» ή «Οι Τροβαδούροι του Κυρίου», όπως αυτοαποκαλούνταν, πηγαίνοντας εδώ κι εκεί και τραγουδώντας. Ήδη βλέπουμε ότι θεωρούν πως δεν είναι όπως οι προηγούμενοι μοναχοί και ασκητές, αλλά κάτι νέο, ένα νέο πνεύμα απολύτως σύμφωνο με το πνεύμα των καιρών.

Κάποτε, τα Χριστούγεννα του έτους 1223, αποφάσισε να γιορτάσει τη Γέννηση με έναν νέο τρόπο. Έτσι, αναπαρήγαγε μέσα στην εκκλησία όπου βρισκόταν στην Ιταλία τον στάβλο της Βηθλεέμ. Και έτσι άρχισε η λεγόμενη αφοσίωση στη φάτνη στη Λατινική Εκκλησία· και γύρω από αυτό έκανε κάποιο είδος παράστασης, που αποτελεί την αρχή των «μυστηριακών έργων» στην Ιταλία, συμβάλλοντας έτσι στην άνοδο του θεάτρου. Και φυσικά το θέατρο, παρόλο που προέκυψε από κάτι τέτοιο, δεν θα το συζητήσουμε εδώ. Το μυστηριακό δράμα, το οποίο στην πραγματικότητα προέρχεται από τη Λειτουργία, ήταν επικεντρωμένο στη Θεία Λειτουργία και σε θρησκευτικά θέματα, και αποτελεί μια προσαρμογή στο νέο πνεύμα της εποχής, ώστε η θρησκεία να γίνει πιο ενδιαφέρουσα, πιο κοντά στην καθημερινή ζωή, πιο οικεία στους πιστούς, σαν να μην αρκεί η Ορθοδοξία.

Άλλο ένα στοιχείο της λεγόμενης «αγιότητάς» του: Ένας βιογράφος του αναφέρει: «Η ίδια του η άσκηση ήταν συχνά ντυμένη με τον μανδύα του ρομαντισμού». Έτσι φλερτάρει την Κυρία Πτωχεία, τη σκέφτεται σαν να είναι πραγματικό πρόσωπο, και συνεχίζει να την πολιορκεί ως νυμφίος· και φυσικά η «Αδελφή Θάνατος» και όλες αυτές οι προσωποποιήσεις.

Και ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα κάποιας καινοτομίας, που δεν είναι καθόλου Ορθόδοξη, είναι αυτό που συνέβη μια φορά όταν ήταν άρρωστος. Έφαγε κρέας. Ένας Ορθόδοξος (που δεν είναι μοναχός) μπορεί σε αρρώστια να φάει κρέας· αν το έκανε, όμως, θα το ένιωθε ως αμαρτία, θα μετανοούσε, θα ζητούσε συγχώρηση από τον Θεό, θα έλεγε «είμαι ανάξιος ούτως ή άλλως» και θα παρακαλούσε να τον συγχωρήσει ο Θεός, αν Εκείνος το θέλει. Αλλά όχι ο Φραγκίσκος της Ασίζης. Αντί γι’ αυτό, βγήκε να κηρύξει στον λαό. Υπήρχε πλήθος μεγάλο, χιλιάδες άνθρωποι όπως συνήθως· και είπε: «Σταθείτε. Μείνετε όλοι εδώ μέχρι να επιστρέψω». Και πήγε στην κοντινή εκκλησία, και ανάγκασε δύο από τους μαθητές του να κάνουν ό,τι τους έλεγε από υπακοή. Ο ένας άδειασε πάνω στο κεφάλι του στάχτες, έναν κουβά γεμάτο στάχτες· ο δεύτερος έβαλε γύρω από τον λαιμό του ένα σκοινί και τον έβγαλε μπροστά στον λαό, που περίμενε να δει τι θα γίνει. Και να ο Φραγκίσκος της Ασίζης, με σκοινί στον λαιμό, με στάχτες στο μαυρισμένο κεφάλι του, να τους κοιτάζει και να λέει: «Εσείς με θεωρείτε άγιο, αλλά εγώ έφαγα κρέας όταν ήμουν άρρωστος».

Με αυτό κάνει μια δημόσια επίδειξη ότι «υποτίθεται πως είμαι πολύ άγιος, και αν έκανα λάθος πρέπει να εξιλεωθώ, ώστε να εξακολουθήσετε να νομίζετε ότι είμαι άγιος». Βλέπουμε λοιπόν ότι παίζει ήδη τον ρόλο ενός αγίου ανθρώπου, ο οποίος πρέπει να εμφανίζεται στον λαό ως καθαρός· ενώ ένας γνήσιος άγιος θα μετανοούσε, και μάλιστα θα ήταν ακόμη καλύτερο αν οι άνθρωποι τον θεωρούσαν κακό ή ανάξιο.

π. Γερμανός: Λοιπόν, εδώ είναι ένα καλό παράδειγμα: οι διά Χριστόν σαλοί κάνουν ακριβώς το αντίθετο. Συμπεριφέρονται σαν τρελοί για να τους υποτιμούν…

π. Σεραφείμ: Και φυσικά, οι άνθρωποι που έχουν ήδη νέες ιδέες για την αγιότητα λένε: «Ω, πόσο ταπεινός είναι αυτός ο άνθρωπος!» Και στην πραγματικότητα πρόκειται για ψεύτικη ταπεινοφροσύνη· αυτό δεν είναι ταπεινοφροσύνη. Στην πραγματικότητα, το κλειδί της αγιότητάς του είναι η υπερηφάνεια. Έχει επίγνωση του εαυτού του ως αγίου ανθρώπου. Είπε: «Δεν βλέπω στον εαυτό μου καμία αμαρτία που να μην έχω εξιλεώσει με εξομολόγηση και μετάνοια. Διότι ο Κύριος, με το έλεός Του, μου έδωσε το χάρισμα να αναγνωρίζω καθαρά στην προσευχή εκείνο στο οποίο Τον ευαρέστησα και εκείνο στο οποίο δεν Τον ευαρέστησα», δηλαδή, πνευματική αυτοϊκανοποίηση. «Είμαι άγιος· αμάρτησα, αλλά εξιλεώθηκα με έναν ορισμένο αριθμό επιτιμίων, και θέτοντας τον εαυτό μου μπροστά στον λαό· και τώρα ξέρω ότι είμαι καθαρός».

Και μπορούμε να το αντιπαραβάλουμε αυτό με οποιονδήποτε βίο Ορθοδόξων Αγίων· για παράδειγμα τον Άγιο Σισώη, ο οποίος ετοιμαζόταν να πεθάνει και τελικά έζησε λίγο ακόμη, επειδή όταν οι μαθητές του τον ρώτησαν: «Γιατί επέστρεψες;» είπε: «Ένας άγγελος μού είπε ότι δεν ήμουν έτοιμος· πρέπει να μετανοήσω ακόμη περισσότερο». Αυτός που θεωρείται ότι έζησε μια αγία ζωή είπε: «Προσπάθησα όλη μου τη ζωή να ευαρεστήσω τον Θεό, και τώρα, στο τέλος, δεν ξέρω αν Τον ευαρέστησα ή όχι». Και ο Φραγκίσκος γνωρίζει ότι ευαρέστησε τον Θεό. Αυτό είναι ήδη το πνεύμα του Φαρισαίου.

Στο κρεβάτι του θανάτου του, ο Φραγκίσκος λέει: «Ιδού, ο Θεός με καλεί· και συγχωρώ όλους τους αδελφούς μου, παρόντες και απόντες, για τα παραπτώματα και τα σφάλματά τους, και λύνω τις αμαρτίες τους στον βαθμό που αυτό είναι στην εξουσία μου». Δεν ήταν ιερέας, άρα ούτε κατά διάνοια είχε τέτοια εξουσία· δηλαδή, αναγνώριζε στον εαυτό του μια δύναμη αγιότητας, με βάση την οποία μπορεί να λύνει τις αμαρτίες των ανθρώπων, κάτι εντελώς αντορθόδοξο. Και τα τελευταία του λόγια ήταν: «Έκανα αυτό που έπρεπε να κάνω. Επιστρέφω στον Θεό. Ας σας ελεήσει». Δηλαδή: «Είμαι τέλειος· το έκανα, τελείωσα, είμαι πλήρως δικαιωμένος».

Ακόμα περισσότερο, χαρακτηριστικό αυτού του είδους «αγιότητας» είναι ένα περιστατικό στη ζωή του, όταν ο Χριστός υποτίθεται ότι του εμφανίστηκε στην προσευχή και του πρόσφερε όποια χάρη επιθυμούσε. Αυτό είναι ήδη ρομαντισμός και παραμύθι, τρεις ευχές και τα σχετικά. Αλλά αυτή η εξοικείωση ενός δήθεν αγίου με τον Θεό είναι χαρακτηριστική πλάνης· πνευματικής απάτης. Και ο Φραγκίσκος ζήτησε, επειδή ήταν λέει πολύ φορτωμένος από την αγάπη του για τους ανθρώπους, να δοθεί πλήρης άφεση σε όλους όσοι εξομολογούνται και επισκέπτονται το παρεκκλήσι του, στο κέντρο του Τάγματός του. Και ο Χριστός συμφώνησε, αλλά είπε ότι πρέπει να το επικυρώσει ο Πάπας. Ο Πάπας το έκανε. Και από εκείνη την ημέρα μέχρι σήμερα, στις 2 Αυγούστου, μπορεί κανείς να λάβει πλήρη άφεση πηγαίνοντας στο παρεκκλήσι του να εξομολογηθεί· πράγμα που σημαίνει ότι δεν θα υποστεί τις συνέπειες των προσωρινών ή χρόνιων αμαρτιών του. Ένα ολόκληρο νέο σύστημα αφέσεως αμαρτιών βεβαίως υπάρχει ήδη από τον 13ο αιώνα· είναι ήδη εκεί.

Αλλά υπάρχει ένα ακόμη πράγμα, το οποίο είναι το πιο εντυπωσιακό χαρακτηριστικό αυτής της λεγόμενης «αγιότητας»· στην πραγματικότητα, το πιο εντυπωσιακό χαρακτηριστικό της πλάνης του: ότι μιμήθηκε τον Χριστό με εξωτερικό τρόπο. Όταν είχε τους πρώτους —πιστεύω— επτά μαθητές του, ή ίσως δώδεκα· πιθανότερα δώδεκα, αρχίζοντας με επτά. Τους πήρε μαζί του και τους έστειλε ανά δύο για να πάνε να κηρύξουν το Ευαγγέλιο. Ο ίδιος πήγε, λέει, στη Γαλλία, υποτίθεται στη Γαλλία· έπειτα κάπου αλλού, στην Αγγλία, στην Ιταλία και τα λοιπά. Και χρησιμοποίησε ακριβώς τα λόγια του Ευαγγελίου: «Σας στέλνω ανά δύο για να πάτε να κηρύξετε την άφεση των αμαρτιών». Πρώτα τους έστειλε σε χριστιανικές χώρες και μόνο αργότερα έστειλε σε μη χριστιανικές χώρες, σαν να διδάσκει ένα νέο Ευαγγέλιο, σαν αυτό να μην είχε γίνει ήδη, σαν να είναι ένας νέος χριστός που στέλνει τους δικούς του ανθρώπους για να κηρύξουν το δικό του ευαγγέλιο· διότι αυτές οι χώρες έχουν ήδη τους επισκόπους τους ή τους ιερείς τους, όλο το εκκλησιαστικό σύστημα· και τους στέλνει σε αυτές τις ίδιες χώρες που έχουν ήδη τη χριστιανική τους διοίκηση, για να κηρύξουν το δικό του ευαγγέλιο. Και πράγματι, αυτοί πηγαίνουν και ιδρύουν το Τάγμα των Φραγκισκανών.

Πάλι, λίγο πριν πεθάνει, του έφεραν άρτο. Ευλόγησε τον άρτο, τον έκοψε, και δόθηκε στους μαθητές του· και ο βίος του Αγίου Φραγκίσκου λέει ότι θυμήθηκε το Μυστικό Δείπνο που ο Κύριος τέλεσε με τους μαθητές Του για τελευταία φορά· συνειδητά τους έδωσε ένα «τελευταίο δείπνο».

Ακόμη, υπάρχει κάτι πολύ ενδιαφέρον που του συνέβη όταν έλαβε τα στίγματα, δηλαδή τα σημάδια των πληγών του Χριστού, πέντε σημάδια στα χέρια, στο πλευρό, στα πόδια. Πριν λάβει αυτό, το οποίο στην Καθολική Εκκλησία γίνεται δεκτό ως πραγματικό σημείο αγίου, προσευχήθηκε να υποφέρει ό,τι υπέφερε ο Χριστός στην ψυχή και στο σώμα «ώστε όσο το δυνατόν περισσότερο να νιώσω με όλη μου την ύπαρξη αυτή την απεριόριστη αγάπη με την οποία καιγόσουν, Υιέ του Θεού, και η οποία σε έκανε να υπομείνεις τόσα βάσανα για εμάς τους αμαρτωλούς».

Αυτή είναι μια θρασύτητα που είναι πρωτάκουστη στους αληθινούς Αγίους: να θέλουν να έχουν την ίδια την αγάπη του Θεού, και να θέλουν να υποφέρουν ό,τι υπέφερε Εκείνος, αισθανόμενοι τη σάρκα. Αυτό δεν είναι πνευματική άσκηση· είναι αναζήτηση σωματικών αισθήσεων και μεγάλη υπερηφάνεια, ότι δηλαδή θέλησε να αισθανθεί τα ίδια τα αισθήματα του Θεού. Και μπορεί κανείς να το αντιπαραβάλει με οποιονδήποτε Άγιο. Ο Χριστός πράγματι εμφανίζεται σε Αγίους. Εμφανίστηκε στον Άγιο Σεραφείμ ενώ διακονούσε στη Λειτουργία ως διάκονος· και ο Άγιος Σεραφείμ δεν προσευχήθηκε «φανερώσου σε μένα» ή «κάνε με να νιώσω ό,τι ένιωσες». Προσευχόταν στην εκκλησία· ο Χριστός του εμφανίστηκε. Και δεν ήθελε καν να μιλήσει γι’ αυτό.

Και ύστερα, όταν [ο Φραγκίσκος] έλαβε τα στίγματα, υπήρξε ένα όραμα ενός σεραφείμ με τον εσταυρωμένο Χριστό υπερτεθειμένο επάνω του, ο οποίος ήρθε σε αυτόν και — όπως θα δούμε σε μία από τις εικόνες τους— εξέπεμπε ακτίνες, ηλιακές ακτίνες, και του έδωσε τα στίγματα. Και εκείνη τη στιγμή, σύμφωνα με τον βίο του, ο Φραγκίσκος ένιωσε τον εαυτό του ολοκληρωτικά μεταμορφωμένο σε Ιησού, κάτι που είναι βλασφημία. Αυτή είναι η ρίζα ολόκληρης της καθολικής πνευματικότητας: αυτή η γλυκιά αίσθηση ότι ο Ιησούς πλησιάζει, ότι «είμαι ένα μαζί Του και Εκείνος με εμένα», όλα αυτά είναι πλάνη.

Και αργότερα, πράγματι, οι μαθητές του τον αποκαλούν «νέο Χριστό». Σε έναν βίο μάλιστα αναφέρεται, που ο Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ[2] παραθέτει συχνά, ότι όταν ο Φραγκίσκος πέθανε και αναλήφθηκε στον ουρανό, ο Θεός, κοιτάζοντάς τον, δεν ήξερε ποιος ήταν μεγαλύτερος, ο Φραγκίσκος ή ο ίδιος Του ο Υιός.

Αυτό το είδος αγιότητας, αυτή η πνευματικότητα, είναι ήδη πολύ χειρότερη από τον ορθολογισμό του Σχολαστικισμού. Κι αυτό γιατί μπορεί να έχεις ορθολογιστές να διδάσκουν στα σεμινάρια, ωστόσο μπορείς ακόμη να είσαι άγιος άνθρωπος, ακόμη να κρατάς την πηγή της πνευματικότητας. Αλλά όταν το ίδιο το πρότυπο της πνευματικότητας γίνεται αυτό το πλανεμένο, θρασύ πράγμα γεμάτο υπερηφάνεια, τότε η ρίζα αποκόπτεται τελείως. Και έτσι (και αυτό είναι ήδη το 1200, στο τέλος του 11ου, στον 12ο, ακόμη και τον 13ο αιώνα, εκατό χρόνια μετά το Σχίσμα, 150 χρόνια αργότερα) αυτό το είδος πνευματικότητας, αυτή η αντίληψη της πνευματικότητας είναι τόσο διαφορετική από την Ανατολή, ώστε δεν υπάρχει πια καμία δυνατότητα επαφής. Τον άνθρωπο με αυτά τα χαρακτηριστικά τον ονομάζουμε πλανεμένο άνθρωπο. Αυτό θα ήταν ένα κλασικό παράδειγμα ανθρώπου που ζει σε πλάνη.

Είναι φανερό ότι αυτό προέρχεται από την, όπως φαίνεται, πολύ ισχυρή δύναμη φαντασίας που είχε. Και αυτό είναι κάτι που δεν γνωρίζουμε καν τους νόμους του· αλλά βρίσκεται στην πλευρά των διεφθαρμένων χαρακτηριστικών. Ίσως να μην είναι μαύρη μαγεία καθαυτή, αλλά συνδέεται στενά με όλο εκείνο το πιο σκοτεινό πεδίο του ψυχικού, στο οποίο μπορούν να εμφανιστούν σκιές και κάθε είδους φαινόμενα.

Αλλά υπάρχουν και χειρότερα. Οι ακόλουθοι του Φραγκίσκου είναι πολύ ενδιαφέροντες, διότι σε αυτούς εμφανίζονται τα λογικά αποτελέσματα αυτού του νέου είδους πνευματικότητας, αυτού του νέου είδους αγιότητας. Βλέπουν ότι υπάρχει ένα είδος νέου (τον αποκαλούν ακόμη και «νέο Χριστό») πνεύματος που εισέρχεται στον κόσμο, μια νέα πνευματικότητα. Και έτσι, σε έναν από τους μαθητές του, τον Ιωακείμ του Φιόρε[3], εμφανίζεται, πράγματι για πρώτη φορά, η έννοια της Ελεύσεως της «Τρίτης Εποχής του Αγίου Πνεύματος», η οποία αποτελεί το θεμέλιο όλων των σύγχρονων φιλοσοφιών της προόδου, του χιλιασμού και της Νέας Εποχής. Ο ίδιος έλαβε αυτή την αποκάλυψη όχι με διανοητική επεξεργασία, αλλά σε ένα όραμα. Υπάρχει ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο Το Νόημα στην Ιστορία, δίνει μια φιλοσοφία της ιστορίας, ανθρώπων από τον Μεσαίωνα έως τους νεότερους χρόνους. Και λέει τα εξής γι’ αυτό:

«Ήταν μια αποφασιστική στιγμή στην ιστορία της χριστιανικής Εκκλησίας όταν ένας Ιταλός ηγούμενος, ένας φημισμένος προφήτης και άγιος και άνθρωπος εκπαιδευμένος στην πιο αυστηρή πειθαρχία του Τάγματος των Κιστερικανών, μετά από επίπονη μελέτη και διαλογισμούς στην έρημο των βουνών της Καλαβρίας, έλαβε μια έμπνευση την Πεντηκοστή (μεταξύ 1190 και 1195)».

Στην πραγματικότητα δεν ήταν αληθινός μαθητής του Φραγκίσκου· απλώς ήταν της ίδιας εποχής. “Αποκαλύπτοντάς του τα σημεία των καιρών υπό το φως της Αποκάλυψης του Αγίου Ιωάννου”. Λέει:

«Όταν ξύπνησα τα ξημερώματα, έπιασα την Αποκάλυψη του Αγίου Ιωάννη. Εκεί, ξαφνικά, τα μάτια του πνεύματός μου χτυπήθηκαν από τη διαύγεια της ενόρασης, και μου αποκαλύφθηκε η εκπλήρωση αυτού του βιβλίου και η συμφωνία της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης».

Και έτσι έχει μια ολόκληρη νέα ερμηνεία του τι σημαίνει η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη.

«Το γενικό σχήμα της διακριτικής ερμηνείας του Ιωακείμ βασίζεται στο Τριαδικό δόγμα. Τρεις διαφορετικές οικονομίες λαμβάνουν χώρα σε τρεις διαφορετικές εποχές στις οποίες τα τρία Πρόσωπα της Τριάδος εκδηλώνονται διαδοχικά. Η πρώτη είναι η οικονομία του Πατρός, η δεύτερη του Υιού, η τρίτη του Αγίου Πνεύματος. Η τελευταία μόλις τώρα αρχίζει, δηλαδή προς το τέλος του δωδέκατου αιώνα και προχωρά προς την πλήρη ‘ελευθερία’ του ‘πνεύματος’. Οι Εβραίοι ήταν δούλοι υπό τον νόμο του Πατρός».

Δηλαδή η Παλαιά Διαθήκη.

«Οι Χριστιανοί της δεύτερης εποχής ήταν, αν και ατελώς, πνευματικοί και ελεύθεροι, δηλαδή σε σύγκριση με τη νομικίστικη ηθική της πρώτης οικονομίας. Στην τρίτη εποχή, τα προφητικά λόγια του Αγίου Παύλου θα γίνουν αληθινά: γνωρίζουμε και προφητεύουμε τώρα μόνο εν μέρει, αλλά όταν έλθει το τέλειο, τότε το εν μέρει θα καταργηθεί[4]».

Ο Ιωακείμ λέει ότι «ήδη μπορούμε να διακρίνουμε την αρχή της τελικής απελευθέρωσης του πνεύματος στην πλήρη του μορφή». Η πρώτη εποχή ξεκινά με τον Αδάμ, μέσα στον φόβο και υπό το σημείο του Νόμου· από τον Αβραάμ και έπειτα ωρίμασε, για να βρει την ολοκλήρωσή της στον Ιησού Χριστό. Η δεύτερη εποχή αρχίζει με τον Οζία, χαρακτηρίζεται από πίστη και ταπείνωση κάτω από το σημείο του Ευαγγελίου, και από την εποχή του Ζαχαρία (πατέρα του Προδρόμου) φέρει τους καρπούς της προς μια μελλοντική ολοκλήρωση. Η τρίτη εποχή, που ο Ιωακείμ ταυτίζει με την «εποχή του Πνεύματος», εγκαινιάζεται από τον Άγιο Βενέδικτο, επειδή ο Ιωακείμ βλέπει σε εκείνον ένα πρότυπο μοναστικής ζωής, και χαρακτηρίζεται από αγάπη και χαρά. Η πλήρης πραγμάτωσή της, λέει, θα συμβεί με την επανεμφάνιση του προφήτη Ηλία στο τέλος του κόσμου. Οι τρεις εποχές αλληλοκαλύπτονται.

Μέρος Α', Β' και Γ' της Πρώτης διάλεξης του π. Σεραφείμ Ρόουζ "ΕΙΣΑΓΩΓΗ – ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΚΟΣΜΟΘΕΩΡΙΑ".

-------

[1] Φραγκίσκος της Ασίζης (Franciscus Assisiensis, 1181/82–1226): Ιδρυτής του Τάγματος των Μικρών Αδελφών (Φραγκισκανοί) και μία από τις πιο δημοφιλείς μορφές της δυτικής μεσαιωνικής θρησκευτικότητας. Η οσιότητά του, όπως περιγράφεται στη λατινική παράδοση, φέρει χαρακτηριστικά ξένα προς την Ορθόδοξη ασκητική εμπειρία: εξωτερική μίμηση του Χριστού, θεατρικές εκδηλώσεις «ταπείνωσης», ρομαντικοποίηση της ασκήσεως (π.χ. «Κυρία Φτώχεια», «Αδελφή Θάνατος»), αναζήτηση αισθητών εμπειριών και σωματικών σημείων (στιγμάτα), καθώς και αυτοσυνειδησία αγιότητας. Οι μεταγενέστερες βιογραφίες του περιέχουν στοιχεία που οι Ορθόδοξοι Πατέρες θεωρούν χαρακτηριστικά της πνευματικής πλάνης, όπως η εξωτερική μίμηση του Χριστού, η επιθυμία για υπερφυσικά βιώματα και η αυτοπεποίθηση περί «τελειότητας». Παρά τη μεγάλη του επίδραση στη Δύση, η μορφή του αντιπροσωπεύει τη γένεση μιας νέας δυτικής αντίληψης περί αγιότητας, διαφορετικής από την Ορθόδοξη πατερική παράδοση.
[2] Ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσανίνωφ (1807–1867): Μεγάλος Ρώσος επίσκοπος και πατέρας της νεότερης ρωσικής ασκητικής γραμματείας. Τα έργα του —ιδίως οι Ασκητικοί Λόγοι και οι επιστολές του— αποτελούν μία από τις καθαρότερες εκφράσεις της πατερικής παράδοσης στον 19ο αιώνα. Τόνισε με ιδιαίτερη δύναμη την ανάγκη για νηπτική ζωή, ταπείνωση και υπακοή, και προειδοποίησε για τον κίνδυνο της πνευματικής πλάνης, ιδιαίτερα χαρακτηριστικής σε όσους εμπιστεύονται τα προσωπικά τους αισθήματα, οράματα ή «πνευματικές εμπειρίες» χωρίς διάκριση. Η θεολογία του συχνά αντιπαραβάλλεται με τις δυτικές μυστικιστικές τάσεις, οι οποίες τόνιζε ότι οδηγούν στη σύγχυση και στον εγωισμό.
[3] Ιωακείμ του Φιόρε (Joachim de Flore περ. 1135–1202): Ιταλός κιστερκιανός ηγούμενος και μυστικιστής, γνωστός για την ιδιαίτερη ερμηνεία του στην Αγία Γραφή και την ιστορία. Διατύπωσε τη θεωρία των τριών εποχών (του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος), σύμφωνα με την οποία η θεία οικονομία εξελίσσεται ιστορικά προς μια τελική «εποχή του Πνεύματος», όπου θα κυριαρχεί η πληρότητα της πνευματικής γνώσης και η ελευθερία από τον «γράμμα» του Νόμου. Η σκέψη του, αν και βασισμένη σε πατερικές τυπολογικές μεθόδους, οδηγεί σε μια έντονα εσχατολογική και προοδευτική θεώρηση της ιστορίας, η οποία άσκησε ισχυρή επίδραση σε μεταγενέστερα μυστικιστικά και χιλιαστικά κινήματα, ιδιαίτερα στους Φραγκισκανούς Πνευματικούς, που τον είδαν ως προφήτη της «νέας εποχής» και ερμήνευσαν τις ιδέες του με σχεδόν επαναστατικό τρόπο.
[4] Α’ Κορ. 13, 9–10

Читайте также

Πως αντιμετωπίζεται η ισότητα στην σύγχρονη εποχή

Η ισότητα των δυο φύλων, γεννά αντιπαλότητες ανάμεσα στις γυναίκες και τους άντρες, σε πολλές πτυχές της καθημερινότητας.

Σεραφείμ Ρόουζ: Δ’ ΜΕΡΟΣ 2ης Διάλεξης – Ο Μεσαίωνας

Ένα ζήτημα πολύ σοβαρό: εμφάνιση ενός νέου τύπου αγιότητας, διαφορετικού από την Ορθόδοξη αγιολογική παράδοση.

Σεραφείμ Ρόουζ: Γ’ ΜΕΡΟΣ 2ης Διάλεξης – Ο Μεσαίωνας

Μια σειρά διαλέξεων για την πνευματική ιστορία της νεότερης εποχής, δηλαδή από την εποχή του Σχίσματος της Ρώμης και εξής.

Δύναμη δυνάμεων, το «ισχυρό-έξυπνο» όπλο

Η «βακτηρία» της προσευχής

Ανακομιδή των λειψάνων του Αγίου Πρώτου Κοσμά στο Πρωτάτο

Η ανακομιδή των τιμίων λειψάνων του Αγίου Πρώτου Κοσμά (5 Δεκεμβρίου) έγινε την 18η Νοεμβρίου 1981 μ.Χ. επί Πρωτεπιστάτου Προηγουμένου Ματθαίου Βατοπαιδινού.

Το χριστοκεντρικό ήθος μέσα από τη ζωή ενός λαοφιλούς αγίου

Του Πρωτοπρ. Ιωάννου Γκιάφη, Πολιτικού Επιστήμονος - Θεολόγου, Προϊσταμένου Ι. Ν. Αγίου Χριστοφόρου Αγρινίου