Ἡ πραγματογνωμοσύνη τοῦ Ζελένσκυ ὡς πρόταση αὐτοκτονίας τῆς Ἐκκλησίας στήν Οὐκρανία
Φωτογραφία: Αρχείο ΕΟΔ
Πρεσβύτερος
π. Ἀναστάσιος Γκοτσόπουλος
Ἐφημέριος Ἱ. Ν. Ἁγ. Νικολάου Πατρῶν
τηλ. 6945-377621, agotsopo@gmail.com
Πάτρα 9.01.25
Ἡ «Κρατική Ὑπηρεσία τῆς Οὐκρανίας γιά τήν Ἐθνοπολιτική καί τήν Ἐλευθερία τῆς Συνείδησης» (DESS) δημοσίευσε Διάταγμα μέ ἀριθμ. Η-8/11/27.1.2023 καί τίτλο: «ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ θρησκευτικῆς ἐξέτασης τοῦ Καταστατικοῦ Λειτουργίας τῆς Οὐκρανικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας γιά τήν παρουσία ἐκκλησιαστικῆς καί κανονικῆς σύνδεσης μέ τό Πατριαρχεῖο Μόσχας» [1].
Τό Διάταγμα ἀποδέχεται τά πορίσματα τῆς Ὁμάδας Ἐμπειρογνωμόνων πού συστάθηκε μέ σκοπό νά ἐρευνήσει τή σχέση τῆς κανονικῆς Οὐκρανικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (UOC) ὑπό τόν Μακαριώτατο Μητροπολίτη Κιέβου Ὀνούφριο μέ τήν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας. Ἡ κρατική Ὑπηρεσία τῆς Οὐκρανίας μέ τό Διάταγμα αὐτό θέλησε νά ἀποδείξει ὅτι ἡ κανονική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας ἐξαρτᾶται ἀπό τό Πατριαρχεῖο Μόσχας, παρά τή διακηρυχθεῖσα ἀνεξαρτητοποίησή της.
A. Γενικές παρατηρήσεις:
1. Τονίζουμε μέ ἰδιαίτερη ἔμφαση ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας ὑπό τόν κανονικό Μητροπολίτη Κιέβου Ὀνούφριο χαρακτηρίζεται ὡς κανονική, διότι εἶναι ἀποδεκτή καί ἀπό τίς 14 Τοπικές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, ἀκόμα καί ἀπό τίς τέσσερες (Πατριαρχεῖα Οἰκουμενικό καί Ἀλεξανδρείας, Ἐκκλησίες Ἑλλάδος καί Κύπρου) πού ἔχουν ἀποδεχθεῖ τήν “αὐτοκεφαλία”. Ἐπίσης, ἐπισημαίνουμε ὅτι δέν ἔχει ὑπάρξει καμία κανονική διαδικασία ἤ ποινή εἰς βάρος τοῦ Μητροπολίτου Κιέβου Ὀνουφρίου ὥστε νά ἐκπέσει ἀπό τό ἀξίωμά του, τό ὁποῖο κατέχει ἀπό τίς 17.8.2014, καί ἔχει ἀναγνωριστεῖ ἀπό ὅλες, καί τίς δεκατέσσερες τοπικές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες. Συνεπῶς, ὁ Μητροπολίτης Ὀνούφριος ἐλλείψει κανονικῆς εἰς βάρος του ποινῆς ἦταν καί συνεχίζει νά παραμένει ὁ κανονικός Μητροπολίτης Κιέβου καί πάσης Οὐκρανίας.
2. Ἡ νέα ἐκκλησιαστική δομή ὑπό τόν Ἐπιφάνιο στήν ὁποία ἀποδόθηκε «Τόμος Αὐτοκεφαλίας» (6.1.2019) ἀπό τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαῖο ἔχει ἀναγνωριστεῖ μόνο ἀπό τρεῖς τοπικές Ἐκκλησίες (Ἀλεξανδρείας, Ἑλλάδος, Κύπρου), ἐνῶ οἱ ὑπόλοιπες δέκα τοπικές Ἐκκλησίες καί Πατριαρχεῖα δέν ἔχουν ἀναγνωρίσει τήν αὐτοκεφαλία ἀλλά καί τήν ἀρχιερωσύνη στήν ἐν λόγῳ δομή τοῦ Ἐπιφανίου. Ἡ μεγάλη πλειοψηφία τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν (10 Ὀρθόδοξα Πατριαρχεῖα καί Ἐκκλησίες) δέν ἀναγνωρίζουν κανονική ἀρχιερωσύνη στόν Ἐπιφάνιο Ντουμένκο.
3. Εἶναι πρόδηλο ὅτι τό πόρισμα τῆς Ὁμάδας Ἐμπειρογνωμόνων στό ὁποῖο στηρίχθηκε τό Διάταγμα εἶναι κατά κυβερνητική παραγγελία καί ἀποβλέπει στήν ἀπαγόρευση λειτουργίας τῆς κανονικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας.
4. Ἡ Μητρόπολις Κιέβου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας προσέφυγε ἤδη στήν Οὐκρανική Δικαιοσύνη κατά τῆς ἀποφάσεως τῆς Ἐπιτροπῆς Ἐμπειρογνωμόνων. Τό Ἐπαρχιακό Διοικητικό Δικαστήριο τοῦ Κιέβου στίς 25 Αὐγούστου 2023 ἔκανε δεκτή τήν προσφυγή καί ἀναμένεται ἡ ἀπόφασή του [2]. Σέ δήλωσή της ἡ Νομική Ὑπηρεσία τῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας σημειώνει: «Ἐλπίζουμε ὅτι στό ἐγγύς μέλλον τό δικαστήριο θά λάβει τήν κατάλληλη ἀπόφαση πού θά σταματήσει τή χρήση τῆς παράνομης ἐξέτασης μέ σκοπό τήν ὠμή παρέμβαση στίς ἐσωτερικές ὑποθέσεις τῆς μεγαλύτερης Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας, καθώς καί χειρισμούς πού ἀποσκοποῦν στήν παραβίαση τοῦ δικαιώματος στή θρησκευτική ἐλευθερία 12.000 θρησκευτικῶν ὀργανώσεων τῆς UOC καί ἑκατομμυρίων πιστῶν πολιτῶν τῆς Οὐκρανίας»[3].
Β. Σύντομο ἱστορικό
Ἡ Μητρόπολη Κιέβου καί ἡ περί αὐτήν Μικρά Ρωσία (ἔτσι ὀνομαζόταν στά ἐκκλησιαστικά ἔγγραφα ἡ περιοχή τῆς σημερινῆς Οὐκρανίας [Οὐκρανία=στήν ἄκρη]) ἀπό τόν 10ο μέχρι τό 17ο αἰ. ὑπαγόταν στήν κανονική δικαιοδοσία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Τό 1686 ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Διονύσιος Δ΄ ὑπήγαγε τό Κίεβο στή δικαιοδοσία τοῦ Πατριάρχη Μόσχας ἐκχωρώντας του τό δικαίωμα τῆς χειροτονίας καί κρίσεως τῶν ἐπισκόπων τῆς Μικρᾶς Ρωσίας. Στήν Πατριαρχική καί Συνοδική Πράξη (1686) ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Διονύσιος Δ΄ «ἀποφαίνεται ἳνα ἡ ἁγιωτάτη ἐπαρχία Κιέβου εἴη ὑποκειμένη ὑπὸ τοῦ ἁγιωτάτου πατριαρχικοῦ θρόνου τῆς Μεγάλης καὶ θεοσώστου πόλεως Μοσχοβίας»[4]. Μάλιστα σέ ἐπιστολή του ὁ Πατριάρχης Διονύσιος Δ΄ «πρός τούς βασιλεῖς τῆς Ρωσίας» διευκρινίζει γιά νά μήν ὑπάρξει παρερμηνεία: «ἡ Μητρόπολις αὕτη Κιόβου ἔστω ὑποκειμένη ὑπὸ τὸν Ἁγιώτατον Πατριαρχικόν τῆς Μοσχοβίας θρόνον, καὶ οἱ ἐν αὐτῇ ἀρχιερατεύοντες, ὃ τε ἤδη καὶ ὁ μετὰ τοῦτον, γινώσκωσι γέροντα καὶ προεστώτα αὐτὸν τὸν κατὰ καιροὺς Πατριάρχην Μοσχοβίας ὡς ὑπ’ αὐτοῦ χειροτονούμενοι»{5].
Ἔτσι, ἀπό τόν 1686 μέχρι τό 2018 ἐπί 332 συναπτά ἔτη ἡ Μητρόπολη Κιέβου καί ὅλη ἡ περιοχή τῆς σημερινῆς Οὐκρανίας (Μικρά Ρωσία), σύμφωνα μέ τήν πανορθόδοξη ἐκκλησιαστική συνείδηση -χωρίς καμιά καί ἀπό κανένα ἀντίρρηση- ὑπαγόταν στήν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας. Ἀκόμα καί αὐτό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, πάντοτε θεωροῦσε τήν Οὐκρανία τμῆμα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας, ὅπως ἔχουμε καταδείξει σέ σχετική μελέτη μας [6] καί προκύπτει ἀπό τήν ἀγόρευση τοῦ ἰδίου τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Βαρθολομαίου ἐνώπιον τῆς Συνάξεως τῶν Προκαθημένων τῶν Ὀρθόδοξων Ἐκκλησιῶν στό Σαμπεζύ (Ἰανουάριος 2016) [7].
Τό 1921 μέ τή δημιουργία τῆς Οὐκρανικῆς Σοσιαλιστικῆς Δημοκρατίας (στό πλαίσιο τῆς ΕΣΣΔ) ἀρχίζει νά ἀναπτύσσεται τό αἴτημα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀνεξαρτησίας καί δημιουργεῖται ἀντικανονικά ἡ Οὐκρανική Αὐτοκέφαλη Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἡ “Ἐκκλησία τῶν αὐτοχειροτονήτων” [8], ὅπως ἔχει ὀνομαστεῖ, διότι δέν εἶχαν κανονική ἱερωσύνη.
Μέ τήν κατάρρευση τοῦ Κομμουνισμοῦ στά τέλη τῆς δεκαετίας 1980 τό αἴτημα γιά ἐκκλησιαστική ἀνεξαρτησία ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας ἐπανῆλθε. Στίς 9.7.1990 οἱ Οὐκρανοί ἐπίσκοποι ὑπό τόν τότε Μητροπολίτη Κιέβου Φιλάρετο (Ντενισένκο) ὑπέβαλαν αἴτημα στήν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας ὡς Μητέρα Ἐκκλησία καί κανονικῶς ὑπαγόμενοι σέ αὐτή, γιά νά τούς παράσχει αὐτονομία. Ἡ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας ὑπό τόν Πατριάρχη Ἀλέξιο Β΄ στίς 25-27.10.1990 παρέσχε στήν Οὐκρανία ἐκτεταμένη ἐκκλησιαστική αὐτονομία:
Σύμφωνα μέ τήν ἀπόφαση αὐτή ἡ Αὐτονομία τῆς Οὐκρανίας εἶναι εὐρύτατη: τὸ Καταστατικὸ της προβλέπει ότι «Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας εἶναι ἀνεξάρτητη καί αὐτόνομη στὴ διοίκηση καὶ ὀργάνωσή της» (ἄρθρο I,1), ἔχει δική της Σύνοδο Ἱεραρχίας στὴν ὁποία συμμετέχουν ὅλοι οἱ ἐπίσκοποι τῆς Οὐκρανίας (ἄρθρο I, 2), ἡ ὁποία ἐπιλαμβάνεται «ὅλων τῶν θεμάτων ποὺ ἀφοροῦν στὴ ζωὴ τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας» (ἄρθρο III, 6). Ἡ Σύνοδος τῆς Οὐκρανίας χωρὶς τὴ συμμετοχὴ ἐκπροσώπου τοῦ Πατριαρχείου τῆς Μόσχας ἐκλέγει κυριαρχικά τούς ἐπισκόπους της (δίκαιο χειροτονιῶν-jus ordinandi), ἀκόμα καὶ τὸν Ἀρχιεπίσκοπό της (μὲ τὸν ἱστορικὸ τίτλο: «Μητροπολίτης Κιέβου») (ἄρθρο III, 9) καὶ ἀσφαλῶς ἔχει καὶ τὸ δικαίωμα κρίσεως τῶν ἀνωτέρω (δίκαιο κρίσεως-jus jurandi) (ἄρθρο 8). Ἐπίσης, «ἡ Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας μπορεῖ νὰ ἀνακοινώνει τὴν κατάταξη νέων Ἁγίων καὶ νὰ ἐγκρίνει τὶς ἱερές ἀκολουθίες, ποὺ συνθέτονται πρὸς τιμὴν τους» (ἄρθρο III,7). Ἐπὶ πλέον, ἡ Σύνοδος τῆς Οὐκρανίας κυριαρχικὰ ψηφίζει καὶ τροποποιεῖ τὸν Καταστατικό της Χάρτη (ἄρθρο II,7)! Γιὰ τὶς ἀποφάσεις αὐτὲς δὲν ἀπαιτεῖται ἔγκριση ἀπὸ τὴ Μόσχα οὔτε ἡ Μόσχα ἔχει δικαίωμα ἀρνησικυρίας (veto) στὴν ὃποια συνοδικὴ ἀπόφαση τῆς Οὐκρανίας. Τέλος, ὁ Μητροπολίτης Κιέβου συμμετεῖχε παλαιότερα στή Σύνοδο τοῦ Πατριαρχείου τῆς Μόσχας ὡς πρῶτος τῇ τάξει. Σημειώνεται μέ ἔμφαση ὅτι ναί μέν ὁ Προκαθήμενος τῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας συμμετεῖχε στή Ρωσική Σύνοδο ἀλλά κανένας ἐκπρόσωπος τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας δέν συμμετέχει στήν Οὐκρανική Σύνοδο. Μέ τήν ἀπό 27.5.22 ἀπόφασή της ἡ Ἱ. Σύνοδος τῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας ἀποφάσισε νά μήν συμμετέχει ὁ Μητροπολίτης Κιέβου στήν Ἱ. Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας.
Καί ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας ἀπολαμβάνει οὐσιαστικά πλήρους ἀνεξαρτησίας στή διοίκησή της, διακρατεῖται ὅμως ὁ πνευματικός σύνδεσμος πού ἀνέκαθεν ὑπῆρχε[9] μεταξύ τῶν δύο Ἐκκλησιῶν: «Ἡ Οὐκρανική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία συνδέεται μέσω τῆς Ρωσικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μέ τήν Μία Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία» (παρ. 3).
Ἀξίζει νά σημειώσουμε ὅτι ἡ Αὐτονομία πού ἔχει ἐξασφαλίσει ἡ Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας εἶναι πολύ εὐρύτερη ἀπό αὐτή πού ἔχει παραχωρηθεῖ ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο παραδείγματος χάριν στίς Αὐτόνομες Ἐκκλησίες τῆς Φινλανδίας καί τῆς Ἐσθονίας καί στήν ἡμιαυτόνομη Ἐκκλησία τῆς Κρήτης: α) Στήν Ἐκκλησία τῆς Ἐσθονίας «ἡ ἐκλογή, ἡ χειροτονία καί ἡ ἀντικατάσταση τοῦ μητροπολίτη θά ἐνεργοῦνται ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ἐνῶ τῶν ἄλλων ἐπισκόπων ἀπό τόν μητροπολίτη», β) παρομοίως καί στήν Ἐκκλησία τῆς Φινλανδίας, ἐνῶ γ) στήν Ἐκκλησία τῆς Κρήτης ἡ ἐκλογή τῶν μητροπολιτῶν γίνεται ὑπό τῆς Ἐπαρχιακῆς Συνόδου καί τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἀπό τό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως.
Μέ ἄλλα λόγια, μέ βάση τήν ἀπόφαση τῆς 27.10.1990 τῆς Ἱ. Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας ἡ Οὐκρανία ἀπολάμβανε καθεστῶτος πλήρους ἀνεξαρτησίας στή διοίκηση ὑπό τό ὠμoφόριο τοῦ Μόσχας, ἀλλά στίς διορθόδοξες σχέσεις συμμετεῖχε ὡς ἐπαρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας.
Κάποιοι ἐλάχιστοι ἀπό τούς Οὐκρανούς ἐπισκόπους δέν ἀποδέχθηκαν τήν αὐτονομία καί ἀποσχίσθηκαν ἀπό τήν Ἐκκλησία δημιουργώντας σχίσμα. Ὁ πρωτεργάτης τοῦ σχίσματος Μητροπολίτης Φιλάρετος καθαιρέθηκε (Ἰούνιος 1992) καί ἀφορίστηκε (1997). Ὁ Φιλάρετος ἀσκώντας τό δικαίωμα τῆς ἐκκλήτου προσφυγῆς μετέβη ἀμέσως ὁ ἴδιος στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί κατέθεσε αὐτοπροσώπως τήν ἔκκλητο προσφυγή του. Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαῖος ἐξέτασε λεπτομερῶς τήν ὑπόθεση ἀποστέλλοντας ἀντιπροσωπεία του στή Μόσχα (μέ τή συμμετοχή τοῦ Περγάμου Ἰωάννη Ζηζιούλα) καί ἀπέρριψε τήν ἒκκλητο προσφυγή τοῦ Φιλαρέτου (26.8.92) ἀποδεχόμενο τήν καταδικαστική ἀπόφαση τῆς καθαιρέσεως καί ἀργότερα καί τοῦ ἀφορισμοῦ ἐκ μέρους τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας. Τό ἴδιο καί οἱ λοιπές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες. Ὁ Φιλάρετος, ἄν καί καθηρημένος καί ἀφορισμένος, ὅμως συνέχιζε τό ἀποσχιστικό του ἔργο καί “χειροτόνησε” πολλούς “ἐπισκόπους” αὐτοανακηρυχθείς ὡς «Πατριάρχης Κιέβου καί πασῶν τῶν Ρωσιῶν»!
Ἡ μεγάλη πλειοψηφία τοῦ Ὀρθοδόξου Οὐκρανικοῦ λαοῦ δέν ἀκολούθησε τό σχίσμα ἀλλά ἔμεινε πιστή στήν Ἐκκλησία τῶν πατέρων του, στήν Ἐκκλησία πού βαπτίστηκε καί μεγάλωσε…
Στίς 6 Ἰανουαρίου 2019 κατόπιν αἰτήματος τῶν σχισματικῶν ὁμάδων καί παρά τήν κατηγορηματική ἄρνηση τῆς ἀναγνωρισμένης ἀπό ὅλες τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες κανονικῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας, ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης ἀπέδωσε στίς σχισματικές ὁμάδες τοῦ Φιλαρέτου Ντενισένκο καί τοῦ Μακαρίου Μάλετιτς «Τόμο τῆς Αὐτοκεφαλίας» καί συστάθηκε ἔτσι νέα ἐκκλησιαστική δομή ὑπό τόν Ἐπιφάνιο Ντουμένκο.
Τόσο ἡ Οὐκρανική Κυβέρνηση τοῦ Ποροσένκο ὅσο καί οἱ αὐτονομιστές διαβεβαίωναν τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ὅτι οἱ πιστοί παραμένουν στήν κανονική Ἐκκλησία ὑπό τόν Μητροπολίτη Ὀνούφριο λόγῳ τῶν πιέσεων τῆς Μόσχας καί ὅτι μέ τήν ἀπόδοση τῆς αὐτοκεφαλίας οἱ περισσότεροι ἀπό τούς 100 καί πλέον ἐπισκόπους, χιλιάδες ἱερεῖς καί ἑκατομμύρια πιστούς τῆς (κανονικῆς) ὑπό τόν Ὀνούφριο Ἐκκλησίας θά ἐγκαταλείψουν τήν Ἐκκλησία τους καί θά προστρέξουν στή νέα ἐκκλησιαστική δομή τοῦ Ἐπιφανίου. Δυστυχῶς ὅμως γι’ αὐτούς, δέν ἐπιβεβαιώθηκαν οἱ προβλέψεις-ἐπιθυμίες τους: Μόνο ἕνας Μητροπολίτης καί ἕνας τιτουλάριος ἐπίσκοπος καί κάποιοι ἐλάχιστοι ἱερεῖς ἐγκατέλειψαν τήν κανονική Ἐκκλησία καί ἐντάχθηκαν στή δομή τοῦ Ἐπιφανίου. Οἱ Ναοί τῆς νέας αὐτοκέφαλης δομῆς παρέμειναν ἀδειανοί ἀπό πιστούς. Μπροστά σέ αὐτή τήν ἀποτυχία τῆς αὐτοκεφαλίας, ἀντί οἱ πρωτεργάτες της νά ἔλθουν εἰς ἑαυτόν καί νά μετανοήσουν, ξεκίνησαν ἀνηλεή πόλεμο ἐναντίον τῆς κανονικῆς Ἐκκλησίας μέ ἁρπαγές ναῶν, βίαιες μετακινήσεις ἐνοριῶν, τραμπουκισμούς καί διώξεις κρατικῶν ὑπηρεσιῶν καί παρακρατικῶν ὁμάδων κατά κληρικῶν καί Ὀρθόδοξων πιστῶν πού μόνο στά ἀθεϊστικά καθεστῶτα συναντούσαμε. Τό θλιβερό εἶναι ὅτι ὅλα αὐτά πραγματοποιοῦνται ὄχι μόνο μέ τήν ἀνοχή ἀλλά καί μέ τίς εὐλογιές ἀκόμα καί τή σύμπραξη στελεχῶν -ἐπισκόπων καί ἱερέων- τῆς αὐτοκέφαλης. Ὁ λαός ὅμως παρά τίς δυσκολίες αὐτές ἀναδείχθηκε σύγχρονος Ὁμολογητής παραμένοντας πιστός στήν Ἐκκλησία στήν ὃποία γεννήθηκε, βαπτίστηκε, μεγάλωσε. στήν Ἐκκλησία τῶν πατέρων του. Ἄλλωστε οἱ Οὐκρανοί Ὀρθόδοξοι ἔχουν ἐμπειρία ἀπό διωγμούς…
Τόν Φεβρουάριο 2022 μέ τήν κήρυξη τοῦ πολέμου τῆς Ρωσίας ἐναντίον τῆς Οὐκρανίας οἱ συντελεστές καί οἱ ὑπέρμαχοι τοῦ «Τόμου Αὐτοκεφαλίας» πίστεψαν ὅτι θά λυθεῖ τό πρόβλημά τους καί πλέον οἱ ἐπίσκοποι, οἱ λοιποί κληρικοί καί ὁ πιστός λαός πού παρέμεινε πιστός στήν κανονική Ἐκκλησία ὑπό τόν Ὀνούφριο θά μετακινηθεῖ καί θά ἐνταχθεῖ στήν αὐτοκέφαλη τοῦ Ἐπιφανίου. Ἔτσι, ἐπιτέλους, θά… γεμίσουν οἱ ναοί τῆς αὐτοκέφαλης ἀπό πιστούς.
Μάταια ὃμως…
Καί πάλι διαψεύστηκαν οἱ προβλέψεις-ἐπιθυμίες τους. Καί ὄχι μόνο αὐτό ἀλλά καί ἐξέλιπε κάθε ἐπιχείρημα μέ τό ὁποῖο προσπαθοῦσαν νά δικαιολογήσουν τήν ἀπαξίωσή τους ἀπό τούς Οὐκρανούς Ὀρθοδόξους καί τήν ἐμμονή τῆς μεγάλης πλειοψηφίας τοῦ Οὐκρανικοῦ λαοῦ (κληρικῶν καί λαϊκῶν) νά παραμένει στήν παράδοσή του, στήν Ἐκκλησία τῶν πατέρων του, στήν κανονική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Πλέον ἡ ἐπίκληση τοῦ ἐπιχειρήματος ὅτι ἡ Μόσχα πιέζει, ἐπηρεάζει καί… χρηματοδοτεῖ τούς χιλιάδες κληρικούς καί τά ἑκατομμύρια τῶν πιστῶν γιά νά μήν ἐνταχθοῦν στόν Ἐπιφάνιο ἀλλά νά παραμένουν παρά τίς διώξεις πού ὑφίστανται στήν κανονική Ἐκκλησία καταδεικνύει τουλάχιστον ὡς ἀνόητους ὅσους τό ἐπικαλοῦνται…
Ἔτσι ἐντάθηκαν ἔτι πλέον οἱ διωγμοί, οἱ φυλακίσεις, οἱ βιαιότητες, οἱ τραμπουκισμοί ἐναντίον πολιῶν ἐπισκόπων, ἱερέων καί πιστῶν. Ἐνοριακοί ναοί καταλαμβάνονταν μέ λοστούς, σιδεροπρίονα, δακρυγόνα, ἀκόμα καί μέ πυροβολισμούς. Καί πάλι κανένα ἀποτέλεσμα. Ὁ πιστός λαός ἀποστρέφει τό πρόσωπό του ἀπό τόν Ἐπιφάνιο καί τήν παρέα του. Τελικά ἡ Κυβέρνηση Ζελένσκυ μέ τήν ὑποστήριξη τῆς αὐτοκέφαλης ἐκκλησιαστικῆς δομῆς, ἀκόμα καί αὐτοῦ τοῦ προκαθημένου της Ἐπιφανίου, ἀκολούθησε τά βήματα τοῦ σοβιετικοῦ ἀθεϊστικοῦ καθεστῶτος καί θέλησε νά βγάλει ἐκτός νόμου τήν κανονική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὑπό τόν Μητροπολίτη Ὀνούφριο, τήν ὁποία ἀναγνωρίζουν καί οἱ δεκατέσσερεις Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες καί Πατριαρχεῖα.
Γ. Ὁ Ν. 8371/20.8.2024 καί ἡ Ὁμάδα Ἐμπειρογνωμόνων.
Παρά τίς σοβαρές ἀντιδράσεις καί στό ἐσωτερικό τῆς Οὐκρανίας ἀλλά κυρίως τῆς Διεθνοῦς Κοινότητας ἡ Οὐκρανική Βουλή ψήφισε τόν Αὔγουστο 2024 τό Ν. 8371/20.8.2024 (ὑπογραφή προέδρου Ζελένσκυ στίς 28.8.24), μέ φωτογραφική διάταξη, ἡ ὁποία προβλέπει ὅτι ὅποια Ἐκκλησία ἔχει τό διοικητικό της κέντρο στή Ρωσία νά τίθεται ἐκτός νόμου.
Ὅπως ἤδη ἀναφέραμε ἡ κανονική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας ὑπό τόν Μητροπολίτη Ὀνούφριο εἶχε καθεστώς εὐρύτατης αὐτονομίας καί οὐσιαστικά πλήρους ἀνεξαρτησίας στή διοίκησή της. Παρ’ ὅλα αὐτά μέ τήν ἀπό 27.5.2022 Συνοδική της ἀπόφαση τροποποίησε τόν Καταστατικό Χάρτη της καί ἐπανέλαβε μέ κάθε σαφήνεια καί κατηγορηματικά ὅτι τυγχάνει ἐντελῶς ἀνεξάρτητη στή διοίκηση ἀπό τό Πατριαρχεῖο Μόσχας. Οἱ ἀποφάσεις τῆς Ἱ. Συνόδου τῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας κοινοποιήθηκαν στίς ἁρμόδιες Οὐκρανικές Ἀρχές μέ τήν ὑπ’ ἀριθμ. 464/1.6.2022 ἐπιστολή τοῦ Προκαθημένου της Μητροπολίτου Ὀνουφρίου, ἐνῶ μέ τό 838/28.9.2022 ἔγγραφό του παρέσχε ἐπίσημες ἐξηγήσεις ὁρισμένων διατάξεων τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτου τῆς UOC, ὅπως τροποποιήθηκαν μέ τήν Συνοδική ἀπόφαση τῆς 27.5.22.
Ἡ Κυβέρνηση ὅμως Ζελένσκυ ἐπιδιώκει μέ κάθε τρόπο νά θέσει ἐκτός νόμου τήν κανονική Ἐκκλησία. Ἔτσι, τόν Ἰανουάριο 2023 ἐν ὄψει τῆς συζητήσεως καί ψηφίσεως τοῦ Ν. 8371/20.8.2024 συνέστησε Ὁμάδα Ἐμπειρογνωμόνων μέ σκοπό νά ἐρευνήσει τή σχέση τῆς κανονικῆς Ἐκκλησίας μέ τό Πατριαρχεῖο Μόσχας. Τά συμπεράσματα τῆς Ὁμάδας τά ἀποδέχθηκε ἡ Κρατική Ὑπηρεσία Ἐθνοπολιτικῆς καί Ἐλευθερίας τῆς Συνείδησης μέ τό μέ ἀριθμ. Η-8/11/27.1.2023 Διάταγμά της καί οὐσιαστικά ἀπορρίπτει τίς τροποποιήσεις τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτου πού ἀποφάσισε ἡ Ἱ. Σύνοδος τῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας. Πιό συγκεκριμένα τό πόρισμα τῆς Ὁμάδας Ἐμπειρογνωμόνων ἀναφέρει ὅτι ἡ Οὐκρανική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία:
«1. Ἀπολαμβάνει ὁρισμένα δικαιώματα ἀνεξαρτησίας, ἀλλά δέν ἀποτελεῖ αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία.
2. Σέ σχέση μέ τή Ρωσική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει μιά ἐκκλησιαστική καί κανονική σύνδεση τοῦ μέρους μέ τό σύνολο. Ἡ σχέση μεταξύ τῆς UOC καί τῆς Ρωσικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας δέν εἶναι ἡ σχέση μιᾶς ἀνεξάρτητης (αὐτοκέφαλης) ἐκκλησίας μέ μιά ἄλλη ἀνεξάρτητη αὐτοκέφαλη ἐκκλησία. Ἡ UOC δέν ἔχει ἐπίσης τό καθεστώς μιᾶς αὐτόνομης Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία θά ἀναγνωρίζεται ἀπό ἄλλες ἐκκλησίες.
3. Δέν ἐνεργεῖ ὡς ἀνεξάρτητη (αὐτοκέφαλη) Ἐκκλησία καί δέν διακηρύσσει τή δική τῆς ἀνεξαρτησία (αὐτοκέφαλο)».
Δ. Ἀξιολόγηση τῶν πορισμάτων τῆς Ὁμάδας Ἐμπειρογνωμόνων καί τοῦ Διατάγματος.
Ἐπί τῶν τελικῶν συμπερασμάτων τῆς Ὁμάδας Ἐμπειρογνωμόνων καί τοῦ μέ ἀριθμ. Η-8/11/27.1.2023 Διατάγματος τῆς Κρατικῆς Ὑπηρεσίας Ἐθνοπολιτικῆς καί Ἐλευθερίας τῆς Συνείδησης παρατηροῦμε τά ἑξῆς:
1. Οὐσιαστικά τό πόρισμα δέν κομίζει κάτι καινούργιο, πολλῷ μᾶλλον δέν προβαίνει σέ κάποια ἀποκάλυψη, ἀλλά καταλήγει στή γνωστή ὄχι μόνο στήν Οὐκρανία ἀλλά καί σέ ὅλη τήν Ὀρθοδοξία πραγματικότητα ὅτι ἡ Οὐκρανική Ἐκκλησία ὑπό τόν Μητροπολίτη Κιέβου Ὀνούφριο δέν εἶναι αὐτοκέφαλη ἀλλά αὐτόνομη μέ εὐρύτατη διοικητική ἀνεξαρτησία: «ἀπολαμβάνει ὁρισμένα δικαιώματα ἀνεξαρτησίας, ἀλλά δέν ἀποτελεῖ αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία». Μέ ἂλλα λόγια τό πόρισμα ὁμολογεῖ ὅτι ἀπό διοικητικῆς ἀπόψεως ἡ Οὐκρανική Ἐκκλησία δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας ἀλλά στά πλαίσια τῆς εὐρύτατης αὐτονομίας ἀπολαμβάνει διοικητικῆς ἀνεξαρτησίας.
2. Ἂξιο ἐπισημάνσεως εἶναι ὅτι στήν Ὁμάδα τῶν Ἐμπειρογνωμόνων συμμετεῖχαν ὡς μέλη της «ἀνώτερος ἐρευνητής καί ὑποψήφιος ἱστορικῶν ἐπιστημῶν» (;), διδάκτορες ἱστορίας καί φιλοσοφίας-καθηγητές καθώς καί κρατικός ὑπάλληλος. Ἐντύπωση προκαλεῖ ὅτι σέ μιά τόσο κρίσιμη κρατική Ἐπιτροπή τῆς ὁποίας τό ἔργο ἅπτεται λεπτῶν ζητημάτων τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου καί εὐρύτερα τῆς Ὀρθόδοξης ἐκκλησιολογίας δέν συμμετέχει ἐπιστήμονας τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου ἤ ἔστω κάποιος θεολόγος, γνώστης τῆς Ὀρθόδοξης ἐκκλησιολογίας καί κανονικῆς τάξεως. Ἡ ἔλλειψη θεολογικῆς παιδείας καί γνώσεως καί κατανοήσεως θεμελειωδων διατάξεων τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου στήν Ὁμάδα Ἐμπειρο-γνωμόνων εἶναι ἐμφανής στά πορίσματά της.
Καί μόνο ἡ παρ. 7.4.2. στήν ὁποία οἱ Ἐμπειρογνώμονες ὑποδεικνύουν στήν κανονική Ἐκκλησία πώς πρέπει νά ἐνεργεῖ στήν πανορθόδοξη κοινωνία τῶν Ὀρθοδόξων τοπικῶν Ἐκκλησιῶν καταδεικνύει τήν παντελή ἔλλειψη ἀκόμα καί στοιχειώδους θεολογικῆς καταρτίσεώς τους.
3. Ἐπίσης, ἐντύπωση προκαλεῖ ὅτι στήν ἐν λόγῳ κρατική Ἐπιτροπή δέν συμμετέχει οὔτε νομικός παρά τό γεγονός ὅτι, ὅπως προκύπτει ἀπό τό ἴδιο τό κείμενο, ἡ Ἐπιτροπή ἔλαβε «ὑπόψη τίς διατάξεις τῆς νομοθεσίας τῆς Οὐκρανίας, οἱ ὁποῖες ὁρίζουν τά σημάδια εἰσόδου θρησκευτικῶν ὀργανώσεων πού ἀσκοῦν τίς δραστηριότητές τους στήν Οὐκρανία στή δομή ξένων θρησκευτικῶν κέντρων κατά τόν προσδιορισμό τῆς παρουσίας/ἀπουσίας μιᾶς σύνδεσης ἐκκλησίας -κανονικῆς- σύνδεσης τῆς UOC μέ τό Πατριαρχεῖο Μόσχας (δηλαδή, ὁ Νόμος τῆς Οὐκρανίας "Περί Ἐλευθερίας Συνείδησης καί Θρησκευτικῶν Ὀργανώσεων")».
4. Ἡ Ὁμάδα Ἐμπειρογνωμόνων ἀναφέρει ὅτι στήν ἒρευνά της χρησιμοποίησε «γενικές ἀρχές ἀντικειμενικότητας, γνώσης, μοντελοποίησης, πλουραλισμοῦ κοσμοθεωρίας, ἀκεραιότητας, συστηματικότητας καί συμφραζομένων στίς προσεγγίσεις, τή συγκριτική ἀνάλυση, καθώς καί εἰδικότερα θρησκευτικές ἀρχές ἐλευθερίας συνείδησης καί ἀνεκτικότητας». Ἐπισημαίνεται ὅτι, ὅπως ἡ ἲδια ὁμολογεῖ, δέν συνεκτίμησε στά πορίσματά της τίς θεμελιώδεις κανονικές καί θεολογικές-ἐκκλησιολογικές ἀρχές πού πρέπει νά διέπουν τίς σχέσεις μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Ἐπίσης, ἡ Ὁμάδα δέν συνεκτίμησε στά πορίσματά της τίς περί θρησκευτικῆς ἐλευθερίας διατάξεις τῆς ΕΣΔΑ καί τή σχετική πλούσια νομολογία τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Δικαστηρίου Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου (ΕΔΔΑ). Ἡ ἔλλειψη τῶν ἀνωτέρω θεολογικῶν καί νομικῶν ἀρχῶν καί διατάξεων εἶναι ἐμφανής στά πορίσματά της.
5. Πέραν αὐτοῦ ἡ Ὁμάδα Ἐμπειρογνωμόνων ὑπεισέρχεται, ὡς μή ὤφειλε, σέ ζητήματα πού ἅπτονται τῆς Ὀρθόδοξης ἐκκλησιολογίας, τῆς κανονικῆς τάξεως καί τῆς πανορθόδοξης ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας. Ὅμως μιά κρατική ὑπηρεσία δέν δικαιοῦται νά προβαίνει σέ ἔλεγχο πού ἀφορᾶ στά interna corporis, στήν ἐσωτερική ζωή τῶν θρησκευτικῶν κοινοτήτων. Μπορεῖ νά ἐξετάζει ἀποκλειστικά καί μόνο ἄν ἡ δράση μιᾶς ἐκκλησιαστικῆς δομῆς καί τῶν ἐκπροσώπων της εἶναι σύννομη. Τίποτα πέραν αὐτοῦ. Ἡ κανονική καί ἐκκλησιολογική θέση μιᾶς τοπικῆς Ἐκκλησίας καί οἱ σχέσεις της μέ τίς ἄλλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες εἶναι ζητήματα αὐστηρά ἐνδοεκκλησιαστικά, θεολογικά, ἐκκλησιολογικά, πού δέν ἐμπίπτουν στόν ἔλεγχο κρατικῶν ὑπηρεσιῶν.
Συνεπῶς, στό πλαίσιο τῆς αὐτοδιοικήσεως τῶν θρησκευτικῶν κοινοτήτων, τό ἐκκλησιολογικό status (αὐτονομία ἤ αὐτοκεφαλία) τῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας, πού εἶναι ἀναγνωρισμένη ὡς κανονική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀπό ΟΛΕΣ τίς τοπικές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, δέν μπορεῖ νά γίνεται ἀντικείμενο ἒρευνας, ἀξιολόγησης καί κριτικῆς ἀπό κρατική ὑπηρεσία. Πολλῷ μᾶλλον δέν δικαιοῦται ἡ κρατική ἐξουσία νά συστήνει ἤ νά ἀπαιτεῖ ἀπό μιά κανονικῶς ἀναγνωρισμένη Ἐκκλησία νά ἀλλάξει τήν ἐκκλησιολογική της κατάσταση καί νά τροποποιήσει τίς σχέσεις της μέ τίς ἄλλες τοπικές Ἐκκλησίες, σύμφωνα μέ τίς ἐπιθυμίες τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν εἶναι κρατική ὑπηρεσία ὥστε νά δέχεται συστάσεις- ἐντολές[10] ἀπό τή Διοίκηση-Κυβέρνηση πώς νά ρυθμίζει τήν ἐκκλησιαστική της ζωή καί τίς σχέσεις της μέ τίς ἄλλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες.
Κατόπιν αὐτῶν, εἶναι ἀδιανόητο οἱ Ἐμπειρογνώμονες νά ἀπαιτοῦν ἀπό τήν κανονική Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας, ‒ὡσάν ἡ Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας νά εἶναι μιά κρατική ὑπηρεσία‒ νά καταθέσει «προτάσεις σχετικά μέ μοντέλα συνύπαρξης μέ τήν OCU (τοῦ Ἐπιφανίου) κ.λ.π.» (παρ. 7.4.2.), τή στιγμή πού ἀμφισβητεῖται βάσιμα ἀκόμα καί αὐτή ἡ ἐγκυρότητα τῆς Ἀρχιερωσύνης τοῦ Ἐπιφανίου καί τῶν σύν αὐτῷ, τόσο ἀπό τήν κανονική Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας, ὅσο καί ἀπό τίς περισσότερες Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες ἀλλά καί ἀπό σημαίνοντες Ἀρχιερεῖς καί Συνόδους ἀκόμα καί αὐτῶν τῶν Ἐκκλησιῶν πού τόν ἀναγνώρισαν (ἐνδεικτικά: Ἱ. Σύνοδος Ἐκκλησίας Κύπρου, Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ἱερόθεος κλπ)!
6. Ἄλλωστε, σύμφωνα μέ τίς θεμελιώδεις ἀρχές τοῦ Ὀρθοδόξου Κανονικοῦ Δικαίου δέν εἶναι δυνατόν μιά Ἐκκλησία αὐτογνωμόνως, ἀπό μόνη της, νά τροποποιήσει τό καθεστώς σχέσεως μέ τίς ἄλλες τοπικές Ἐκκλησίες. Ἡ Ὁμάδα Ἐμπειρογνωμόνων ἀγνοώντας τήν ἐκκλησιολογία καί τήν κανονική τάξη τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας -ὅπως ἤδη ἀναφέραμε, δέν ὑπάρχει θεολόγος στά μέλη τῆς Ὁμάδας- μέμφεται τήν Αὐτόνομη Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας πού δέν εἶναι αὐτοκέφαλη καί ἀπαιτεῖ ἀπό αὐτή νά αὐτοανακηρυχθεῖ ὡς αὐτοκέφαλη!
Οἱ Ἐμπειρογνώμονες θέλουν νά ἀγνοοῦν ὅτι σύμφωνα μέ τήν κανονική τάξη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας γιά τήν ἀνακήρυξη αὐτοκεφαλίας πρέπει νά ἀκολουθηθοῦν συγκεκριμένα βήματα. Ὅπως προβλέπει ἡ ἀπόφαση τῆς Διορθοδόξου Προπαρα-σκευαστικῆς Ἐπιτροπῆς (Σαμπεζύ, 9-17.12.2009) πού ὁμόφωνα ἔχει ἀποφασιστεῖ ἀπό ὅλες τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες «ἐκφράζων τήν συγκατάθεσιν τῆς Ἐκκλησίας-μητρός καί τήν πανορθόδοξον συναίνεσιν ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης ἀνακηρύσσει ἐπισήμως τό αὐτοκέφαλον τῆς αἰτησαμένης Ἐκκλησίας διά τῆς ἐκδόσεως τοῦ Τόμου Αὐτοκεφαλίας»[11] . Εἶναι πρόδηλο ὅτι ὅπως ἔχει διαμορφωθεῖ ἡ πανορθόδοξη κοινωνία δέν ὑπάρχει καμία περίπτωση νά εὐδοκιμήσει αἴτημα γιά αὐτοκεφαλία στήν ὑπό τόν Μητροπολίτη Ὀνούφριο Οὐκρανική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, διότι: α) δέν θέλουν ὃλοι οἱ πιστοί τῆς κανονικῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας τήν αὐτοκεφαλία τῆς Ἐκκλησίας τους καί, ἀσφαλῶς, κανένας δέν ἐπιτρέπεται νά τούς ἀναγκάσει νά… θέλουν, β) ἡ Ρωσία, ὡς Μητέρα Ἐκκλησία, δέν ἔχει δηλώσει ὅτι εἶναι διατεθειμένη νά χορηγήσει τέτοια αὐτοκεφαλία στήν UOC, γ) τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί οἱ ἄλλες τρεῖς Ἐκκλησίες πού ἔχουν ἀναγνωρίσει τόν Ἐπιφάνιο (Ἀλεξάνδρεια, Κύπρος, Ἑλλάδα) φυσικά δέν θά θελήσουν νά ὑπάρξει καί ἄλλη αὐτοκεφαλία στήν Οὐκρανία. Συνεπῶς, ἡ ἀπαίτηση τῆς Ὁμάδας Ἐμπειρογνωμόνων γιά χορήγηση αὐτοκεφαλίας στόν Μητροπολίτη Ὀνούφριο, στερεῖται στοιχειώδους σοβαρότητας. Ἐκτός καί ἄν ὁ Πρόεδρος Ζελένσκυ θέλει ὁ Μητροπολίτης Ὀνούφριος καί ἡ περί αὐτόν Σύνοδος νά αὐτοανακηρυχθεῖ αὐτοκέφαλη. ἔτσι ὅμως θά πάψει νά εἶναι ἡ κανονική Ἐκκλησία πού ἀναγνωρίζεται ἀπό ΟΛΕΣ τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες καί θά ἐκπέσει σέ σχισματική, τήν ὁποία δέν θά ἀναγνωρίζει καμία ἄλλη Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἴσως αὐτό ἐπιδιώκεται: μιά κανονική Ἐκκλησία νά αὐτοαναιρεθεῖ καί νά μετατραπεῖ σέ σχισματική!
7. Εἶναι, λοιπόν, προφανές, ὅτι ὃπως ἒχει διαμορφωθεῖ σήμερα ἡ πανορθόδοξη κοινωνία, δέν εἶναι δυνατόν οὔτε νά χορηγηθεῖ αὐτοκεφαλία οὔτε νά ὑπάρξει αὐτοανακήρυξη αὐτοκεφαλίας ἐκ μέρους τοῦ Μητροπολίτου Ὀνουφρίου. Τότε γιατί οἱ Ἐμπειρογνώμονες ἀναφέρονται στήν αὐτοκεφαλία; Προφανῶς, ὁ Ζελένσκυ μεθοδεύει ὥστε ἡ Οὐκρανική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μέ τά ἑκατομμύρια πιστῶν, τίς χιλιάδες τῶν ἐνοριῶν, τῶν ἱερέων καί μοναχῶν, τά ἑκατοντάδες μοναστήρια καί τούς 100 καί πλέον ἐπισκόπους νά τεθεῖ ἐκτός νόμου καί νά ὁδηγηθεῖ στήν παρανομία μή μπορώντας νά ἐπιτελέσει τό σωτηριῶδες λειτουργικό, κηρυκτικό, φιλανθρωπικό, ἱεραποστολικό καί ἐν γένει ποιμαντικό ἔργο της.
8. Πολύ συχνά στά πορίσματά της ἡ Ὁμάδα Ἐμπειρογνωμόνων μέμφεται τήν Οὐκρανική Ἐκκλησία γιά ἀποφάσεις τῆς Ἱ. Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας στήν ὁποία ἀπό 22.5.22 δέν συμμετέχει κανένας Οὐκρανός ἐπίσκοπος, οὔτε ὁ Μητροπολίτης Κιέβου καί ἀπό τήν ὁποία διοικητικά ἔχει ἀνεξαρτητοποιηθεῖ. Δηλαδή, οἱ Ἐμπειρο- γνώμονες ἐξαρτοῦν τήν ἀπόδοση δικαιωμάτων καί αὐτῆς τῆς νομικῆς ὑποστάσεως καί ὑπάρξεως τῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας ἀπό τήν συμπεριφορά ἄλλης Ἐκκλησίας ἀπό τήν ὁποία εἶναι διοικητικά ἀνεξάρτητη καί τίς ἀποφάσεις τῆς ὁποίας δέν μπορεῖ νά ἐπηρεάσει. Χαρακτηριστικά παραπέμπουμε:
i. Στήν παρ. 3 τό πόρισμα ἀναφέρεται στά ἔγγραφα πού ἐξετάζει ἡ Ὁμάδα Ἐμπειρογνωμόνων. Ἀπό τά ἑπτά ἔγγραφα τά τρία εἶναι ἀποκλειστικά καί μόνο τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας [«Χάρτης τοῦ Ἀλεξίου Β’» (27.10.90), «Ἀποφάσεις τῆς Ι. Συνόδου τῶν Ἐπισκόπων τῆς Ρωσικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας» (25-27.10.90), «Ἡ ἐν ἰσχύει ἔκδοση τοῦ Καταστατικοῦ τῆς Ρωσικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας» (2017)].
ii. Στήν παρ. 6.1 οἱ Ἐμπειρογνώμονες δέχονται ὅτι πράγματι «ἀφαιρέθηκε» «ἀπό τή νέα ἔκδοση τοῦ Καταστατικοῦ Λειτουργίας τῆς UOC, ἡ ρήτρα γιά τήν “ἔγκριση ἀπό τόν Πατριάρχη Μόσχας καί πασῶν Ρωσιῶν” τοῦ Καταστατικοῦ διαχείρισης τῆς UOC», ὅμως ἐγκαλεῖται ἡ Οὐκρανική Ἐκκλησία διότι «οἱ κανόνες… παραμένουν σέ ἰσχύ στό Καταστατικό τῆς Ρωσικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας»! Καί πιό κάτω οἱ Ἐμπειρογνώμονες ἀποφαίνονται: «Αὐτό μπορεῖ ἐπίσης νά σημαίνει ὅτι γιά τό ROC (Ρωσική Ἐκκλησία) ἡ UOC θεωρεῖται de facto ὅτι ἔχει τήν προηγούμενη ἔκδοση τοῦ Καταστατικοῦ, ὅπου ὅλες οἱ ἀναφορές στή σύνδεση μέ τό ROC δέν ἔχουν ἀφαιρεθεῖ ἀπό τό κείμενο»!
iii. Στήν παρ. 6. 2 οἱ Ἐμπειρογνώμονες ἀναφέρονται ἀποκλειστικά σέ δύο ἔγγραφα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας τά ὁποῖα ἀλληλοσχετίζονται «Ἡ διατύπωση τοῦ Χάρτη (σσ. τοῦ Πατριάρχη Μόσχας Ἀλεξίου Β΄) ἀπαιτεῖ νά διερευνηθεῖ ἡ ἀπόφαση τοῦ Ἐπισκοπικοῦ Συμβουλίου τῆς Ρωσικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, πού ἔλαβε χώρα στίς 25-27 Ὀκτωβρίου 1990. Ἄλλωστε, σύμφωνα μέ τόν Χάρτη, ἡ UOC πρέπει νά διοικεῖται ἀπό “τούς ὁρισμούς αὐτῆς τῆς Συνόδου τῶν Ἐπισκόπων”». Ἀποσιωποῦν οἱ Ἐμπειρογνώμονες ὅτι μέ τήν ἀπό 27.5.22 ἀπόφαση τῆς Ἱ. Συνόδου τῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας (UOC) ἡ Ἐκκλησία δέν διοικεῖται πλέον ἀπό «τούς ὁρισμούς αὐτῆς τῆς Συνόδου τῶν Ἐπισκόπων» τῆς Ρωσίας.
iv. Στήν παρ. 6. 3 οἱ Ἐμπειρογνώμονες ἐπικαλοῦνται τή διάταξη τοῦ Καταστατικοῦ τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία προβλέπει τήν «Παρουσία σέ μόνιμη βάση τοῦ ἀρχηγοῦ τῆς Οὐκρανικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας στό διοικητικό ὄργανο τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας». Ἀποκρύπτουν ὅμως στό κρίσιμο αὐτό σημεῖο ὅτι μετά τήν ἀπόφαση τῆς 27.5.22 δέν συμμετέχει πλέον ὁ Προκαθήμενος τῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας στήν Ἱ. Σύνοδο τῆς Ρωσίας.
v. Ἡ παρ. 6.4 ἀναλύει διά πολλῶν τό ἰσχῦον Καταστατικό τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας (2017) καί καταλήγει ὅτι ἡ «ἐξάρτηση τῆς Οὐκρανικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ἀπό τή Ρωσική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία προκύπτει ἐπίσης ἀπό τίς ἀκόλουθες ρῆτρες τοῦ Καταστατικοῦ τῆς Ρωσικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας». Σημειώνεται καί πάλι μέ ἔμφαση ὅτι ἡ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας δέν μπορεῖ νά ἐπηρεάσει τίς ἀποφάσεις τῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας!
vi. Στήν παρ. 7. 3 οἱ Ἐμπειρογνώμονες ἀποφαίνονται ὅτι «Τό καθεστώς τῆς Οὐκρανικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ὡς ὑποτελοῦς τμήματος τῆς Ρωσικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ὁρίζεται ἐπίσης στήν τρέχουσα ἔκδοση τοῦ Καταστατικοῦ τῆς Ρωσικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας» καί στήν 7.3.1. «Τό καταστατικό τῆς Ρωσικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας προβλέπει τό καθεστώς τοῦ "ἀνεξάρτητου καί αὐτοδιοικούμενου" γιά τήν UOC (Κεφάλαιο 10, ρήτρα 2). Ἕνα τέτοιο καθεστώς δέν ἑρμηνεύεται ἀπό τή Ρωσική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὡς ἔνδειξη μιᾶς ξεχωριστῆς ἤ ἐντελῶς ἀνεξάρτητης ἐκκλησιαστικῆς δομῆς».
9. Ἡ Κυβέρνηση Ζελένσκυ καί οἱ Ἐμπειρογνώμονες συνδέουν τήν ἀπαίτησή τους γιά ἀπόσχιση ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας καί αὐτοανακήρυξη αὐτοκεφαλίας ἐκ μέρους τῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας μέ τόν πόλεμο πού ἔχει κηρύξει ἡ Ρωσία ἐναντίον τῆς Οὐκρανίας (Φεβρουάριος 2022) μέ τό ἐπιχείρημα ὅτι δέ νοεῖται ἡ Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας νά ἔχει τό κέντρο της στό ἐχθρικό κράτος. Σέ ἀντίθετη περίπτωση ἄν δέν συμμορφωθεῖ μέ τήν κυβερνητική ἀπαίτηση ἡ Ἐκκλησία θά τεθεῖ ἐκτός νόμου (βλ. Ν. 8371/20.8.2024).
Ἐπ’ αὐτοῦ σημειώνουμε:
α) Οἱ σχέσεις μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καί τό κανονικό τους status ἔχουν μεγάλο ἱστορικό βάθος καί παράδοση αἰώνων πού ὄχι μόνο δέν συναντᾶται σέ κανένα ἄλλο τομέα τῆς ἀνθρώπινης δράσης (πολιτική, οἰκονομία, γεωπολιτική κ.ο.κ.), ἀλλά καί ὑπάρχει πολύ πρίν ἀπό τή διαμόρφωση τῶν σημερινῶν κρατῶν. Δηλαδή δέν πρόκειται γιά μιά συγκυριακή διαμόρφωση σχέσεων πού ἐξαρτᾶται ἀπό πρόσωπα ἤ καταστάσεις τοῦ παρόντος. Ὅποιος δέν λαμβάνει αὐτό ὑπ’ ὄψιν του εἴτε εἶναι πολιτικός εἴτε ἐκκλησιαστικός ἡγέτης ἤ ἀγνοεῖ πολύ βασικά στοιχεῖα ἤ συνειδητά ἀσεβεῖ ἐνώπιον τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας παραδόσεως ἤ θέλει νά δυναμιτίσει τήν πανορθόδοξη συνεργασία καί κοινωνία.
β) Ὁ πόλεμος στήν Οὐκρανία εἶναι ἀσφαλῶς ἕνα θλιβερό καί καταστροφικό γεγονός γιά τό ὁποῖο οἱ ὑπαίτιοι τῆς κηρύξεως, τῆς συνεχίσεως καί κλιμακώσεώς του εἶναι ὑπόλογοι ἐνώπιον τῆς ἱστορίας. Μέ κανένα τρόπο ὅμως, δέν μπορεῖ νά ἀποτελέσει κυβερνητικό ἄλλοθι γιά τήν προσπάθεια διαλύσεως μιᾶς ἱστορικῆς Ἐκκλησίας ἡ ἀρχή τῆς ὁποίας ἀνάγεται στήν πρώτη χιλιετία. Ἀσφαλῶς ὁ πόλεμος θά τελειώσει γρήγορα. τό εὐχόμαστε ὅλοι ὁλοκαρδίως. Εἶναι ἀδιανόητο, λοιπόν, ἕνα τριετές γεγονός, ὅσο ἀπαράδεκτο, σκληρό καί καταστροφικό καί ἄν εἶναι, νά σβήσει καί νά ἀνακαθορίσει τίς πνευματικές, κανονικές καί ἱστορικές σχέσεις μεταξύ τῶν Ὀρθόδοξων Ἐκκλησιῶν πού σφυρηλατήθηκαν καί διαμορφώθηκαν βάσει τῆς Ὀρθόδοξης ἐκκλησιολογίας καί κανονικῆς παραδόσεως μέσα στούς αἰῶνες σέ συνθῆκες, ἐξίσου, ἄν ὄχι καί σκληρότερες.
γ) Ἀκούω ἤδη τήν ἔνσταση: «Ὁ πατριάρχης Μόσχας Κύριλλος εὐλόγησε τόν πόλεμο. πῶς μποροῦμε νά εἴμαστε σέ ἐκκλησιαστική κοινωνία μαζί του καί νά τόν μνημονεύουμε;»
Ἀπάντηση: i) ἀνέφερα ἤδη ὅτι τό κανονικό status τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν δέν ἐξαρτᾶται ἀπό καιρικές συμπεριφορές κάποιων προσώπων-ἐκκλησιαστικῶν Ἡγετῶν.
ii) Σύμφωνα μέ τήν κανονική καί ἐκκλησιαστική μας παράδοση ἡ διακοπή κοινωνίας (ἀποτείχιση) μέ Προκαθήμενο προβλέπεται ἀποκλειστικά καί μόνο ὅταν αὐτός «κηρύττει αἵρεση κατεγνωσμένη» καί ὄχι γιά ἄλλες του ἀπρεπεῖς συμπεριφορές (Κανόνες 13-15 τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου). Ὅμως ἀκόμα καί σέ αὐτή τήν περίπτωση δέν διακόπτεται ἡ ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία τοῦ αἱρετίζοντος πατριάρχου ἀλλά μόνο μέ αὐτόν.
iii) Ὅσοι ἐπικαλοῦνται μέ ἰδιαίτερη ἔμφαση τό ἐπιχείρημα ὅτι ὁ Κύριλλος «εὐλόγησε τά ὅπλα ἐναντίον τῆς Οὐκρανίας» ξεχνοῦν (;) ὅτι καί ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαῖος σέ παρόμοια περίπτωση «εὐλόγησε» τά τούρκικα στρατεύματα τῆς «ἐπιχείρησης Κλάδος Ἐλαίας» (2018) ἐναντίον τῆς Συρίας. Νά ὑπενθυμίσουμε τή σχετική ἐπιστολή τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου πρός τόν Πρόεδρο τῆς Τουρκίας Ρ. Ἐρντογάν, ὅπως τήν δημοσίευσαν τά ΝΕΑ (26.1.2018) [12]: «Ὡς παράδοση τῆς ἐκκλησίας μας, προσευχόμαστε πάντα γιά τό κράτος μας, τήν ὑγεία τῶν ἡγετῶν μας καί τήν εὐτυχία καί καλοδαιμονία τοῦ λαοῦ μας. Δέν ἔχουμε ξεχάσει τούς ἑκατοντάδες πού ἔχουν ἐκτοπισθεῖ ἐξαιτίας τῶν συγκρούσεων στή νότια γειτονιά μας, καί εἰδικά στή Συρία» ἀναφέρει, μεταξύ ἄλλων, ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης, ἐνῶ συνεχίζει, λέγοντας πώς «εἶναι ἐπιθυμία τῆς κοινότητάς μας τό ἔθνος μας νά ἀναπτυχθεῖ τάχιστα σέ ἕνα περιβάλλον ἐμπιστοσύνης, μέ τό τέλος αὐτῆς τῆς ἀρρώστιας πού εἶναι ὁ τρόμος, ὁ ὁποῖος ἔχει ἐπηρεάσει ὅλους τούς πολίτες μας, ἀλλά κυρίως τούς Κούρδους πολίτες πού ζοῦν στά νοτιοανατολικά τῆς Τουρκίας» καί καταλήγει ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης στήν ἐπιστολή του πρός τόν Ερντογάν: «ἡ ἀποφασιστική στάση τοῦ Προέδρου Ἐρντογάν πού ἀπαγορεύει αὐστηρά τό συσχετισμό μιᾶς θρησκείας μέ τήν τρομοκρατία ἀντικατοπτρίζεται στήν παγκόσμια κοινή γνώμη. Προσευχόμαστε ἐσεῖς καί οἱ τουρκικές Ἔνοπλες Δυνάμεις νά ὁδηγηθεῖτε σέ ἐπιτυχία καί ἡ ”Ἐπιχείρηση Κλάδος Ἐλαίας” νά φέρει εἰρήνη στήν περιοχή ὅπως τό ὄνομά της ὑπόσχεται» καταλήγει.
Οὐδείς, βέβαια, διανοήθηκε νά καταγγείλει τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη ἢ νά ὑποστηρίξει ὅτι τό Πατριαρχεῖο Ἀντιοχείας πρέπει νά διακόψει τήν κοινωνία μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο λόγω τῆς εὐλογίας τῆς τούρκικης εἰσβολῆς στή Συρία…
Ἡ χρήση δύο μέτρων καί δύο σταθμῶν δέν τιμᾶ τούς χρῆστες τους…
δ) Σέ παρόμοιες συνθῆκες βρέθηκε καί ἡ Ὀρθοδοξία στήν Ἑλλάδα. Καθ’ ὅλη τήν Τουρκοκρατία καί κατά τόν ἑπταετή Ἀγώνα τῆς Ἐθνικῆς Παλλιγγενεσιας (1821-1828) τό πνευματικό καί διοικητικό Κέντρο τῆς Ἐκκλησίας μας ἦταν τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, στήν Κωνσταντινούπολη (στό «ἐχθρικό κράτος»). Καί μάλιστα ἡ κανονική δικαιοδοσία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἦταν ἀπόλυτη (πλῆρες δίκαιο χειροτονιῶν καί κρίσεως ἐπισκόπων, διορισμοί ἐπισκόπων) στήν ἐπαναστατημένη Ἑλλάδα. Οὐδέποτε ὅμως οἱ ὑπόδουλοι καί μετέπειτα ἐπαναστατημένοι ἀγωνιστές εἶπαν, οὔτε κἂν διανοήθηκαν, ὅτι θά ἔπρεπε νά διακόψουν τήν πνευματική καί ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τήν Κωνσταντινούπολη, ἐπειδή ἀνῆκε σέ «ἐχθρικό κράτος»! Ἀκόμα καί ὅταν ὁ Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ “καταδίκασε” καί “ἀφόρισε” τήν Ἐπανάσταση, οἱ Ἕλληνες κατανοοῦσαν τή θέση του καί αἰσθάνονταν τό πραγματικό του φρόνημα ἔναντι τοῦ ἐθνικοῦ ξεσηκωμοῦ, τό ὁποῖο ἄλλωστε ἐπιβεβαιώθηκε ὅταν κατεστάθη μέ τό Μαρτύριό του Ἐθνομάρτυρας καί Ἱερομάρτυρας.
Τό ἐκκλησιαστικό φρόνημα τῶν ἀμόρφωτων ἐν πολλοῖς Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων ἀντιλαμβανόταν ὅτι δέν εἶναι δυνατόν πρόσκαιρες ἱστορικές συνθῆκες νά θέτουν ἐν ἀμφιβόλῳ καί νά καταστρέφουν τήν ἐκκλησιαστική καί πνευματική ἐμπειρία αἰώνων. Μόνο ἀργότερα, ὅταν τό νεοσύστατο Ἑλληνικό Κράτος ἐπί βασιλείας τοῦ γερμανικῆς καταγωγῆς Ὄθωνος περιῆλθε στά χεριά τῶν Δυτικῶν παπικο-προτεσταντών ἀντιβασιλέων τότε ἀκούστηκε ἡ ἐπιχειρηματολογία πού ἐπαναλαμβάνει σήμερα ἡ Κυβέρνηση Ζελένσκυ καί οἱ ἐκκλησιαστικοί παράγοντες πού τήν ὑποστηρίζουν. Τότε “θυμήθηκαν” κάποιοι Ἕλληνες ὅτι ἡ Κωνσταντινούπολη ἀνῆκε σέ «ἐχθρικό κράτος» καί ἔπρεπε πάσῃ θυσίᾳ νά ἀποσχισθοῦμε ἀπ΄ αὐτή διά τῆς αὐτοκεφαλίας! Οἱ συνέπειες εἶναι γνωστές… Ἡ ἱστορία ἐπαναλαμβάνεται σήμερα στήν Οὐκρανία, τραγικά ἀντίστροφα: αὐτοί πού καταδικάζουν τήν φαρμακίδειο ἐπιχειρηματολογία γιά τήν αὐτοκεφαλία τῆς Ἑλλάδος τήν ἀξιοποιοῦν κατά λέξη στήν Οὐκρανία…
ε) Δέν πρέπει ὅμως νά λησμονοῦμε ὅτι ἡ ἐχθρική στάση τῆς Οὐκρανικῆς πολιτείας ἐναντίον τῆς κανονικῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας δέν ξεκίνησε λόγῳ τοῦ πολέμου (Φεβρουάριος 2022) ἀλλά μιά δεκαετία πρίν μετά τό Maidan (2014), ἐντάθηκε μετά τήν ἀπόδοση αὐτοκεφαλίας (Ἰανουάριος 2019) καί κορυφώνεται ἀπό τήν Οὐκρανική Κυβέρνηση Ζελένσκυ μέ τίς βιαιότητες, τίς καταλήψεις καί ἁρπαγές ἱερῶν ναῶν, τίς ποινικές διώξεις καί τελευταία μέ τό Ν. 8371/20.8.2024, ὥστε ἡ κανονική Ἐκκλησία νά τεθεῖ ἐκτός νόμου καί νά σταματήσει νά λειτουργεῖ. Ἄν ὅμως θέλουμε νά εἴμαστε εἰλικρινεῖς καί ἀναζητήσουμε στήν ἱστορία τήν προσπάθεια πνευματικοῦ, κανονικοῦ καί ἐκκλησιαστικοῦ διαχωρισμοῦ τῆς Μητροπόλεως Κιέβου (Ἐκκλησία Οὐκρανίας) καί τῆς Μητροπόλεως Μόσχας (Ἐκκλησία Ρωσίας) εὔκολα θά διαπιστώσουμε ὅτι αὐτό ἦταν καί παραμένει ἕνας διακαής πόθος ὀκτώ καί πλέον αἰώνων τῶν δυτικῶν πολιτικῶν καί θρησκευτικῶν δυνάμεων. Ἀνάχωμα στά σχέδια αὐτά ἦταν τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο τό ὁποῖο ἐπί Ἁγίων Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν ἀγωνίστηκε γιά τήν ἐκκλησιαστική καί πνευματική ἑνότητα Κιέβου-Μόσχας. Ἡ ἱστορία ἔχει ἀποδείξει ὅτι ὅταν στά μέσα τοῦ 14ου αἰῶνα στό Θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως εἶχε ἀνέλθει ὁ κακόδοξος καί λατινόφρονας πατριάρχης Ἰωάννης (Καλέκας) τότε διασπάστηκε ἐκκλησιαστικά ἡ ἑνότητα Κιέβου-Μόσχας. Ἡ ἀποκατάσταση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητας ἔγινε ἐπί τοῦ Ὀρθοδόξου ἡσυχαστοῦ πατριάρχου Ἰσιδώρου Α΄ καί γιά τήν ἑνότητα αὐτή ἀγωνίστηκαν οἱ διάδοχοί του Ἅγιοι Πατριάρχες Κάλλιστος Α΄ καί Φιλόθεος (Κόκκινος). Ἀναλυτικά γιά τήν ἑνότητα καί τίς προσπάθειες διασπάσεώς της βλ. Πρωτοπρ. Θ. Ζήσης, Τό Οὐκρανικό Αὐτοκέφαλο, Ἀντικανονική καί διαιρετική εἰσπήδηση τῆς Κωνσταντινούπολης, ἐκδ. Τό Παλίμψηστον, Θεσσαλονίκη 2018, σ. 38-78.
στ) Ὅμως ἀκόμα καί ἡ ἐμπόλεμη κατάσταση τήν ὁποία βιώνει ἡ Οὐκρανία δέν ἐπιτρέπει στήν Κυβέρνησή της νά λάβει τόσο ἀκραῖο μέτρο καί νά θέσει ἐκτός νόμου μιά ἱστορική Ἐκκλησία μέ μέλη της τήν πλειοψηφία τοῦ Οὐκρανικοῦ λαοῦ, ἐπειδή δέν εἶναι αὐτοκέφαλη ἀλλά ὑπάγεται ἀπό κανονικῆς καί πνευματικῆς ἀπόψεως στήν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας. Τό ἄρθρο 15 τῆς Εὐρωπαϊκῆς Σύμβασης Ἀνθρώπινων Δικαιωμάτων (ΕΣΔΑ) εἶναι σαφές καί προβλέπει ὅτι «ἐν περιπτώσει πολέμου ἤ ἑτέρου δημοσίου κινδύνου ἀπειλοῦντος τήν ζωήν τοῦ ἔθνους ἕκαστον Ὑψηλόν Συμβαλλόμενον Μέρος δύναται νά λάβή μέτρα κατά παράβασιν τῶν ὑπό τῆς παρούσης Συμβάσεως προβλεπόμενων ὑποχρεώσεων, ἐν τῷ ἀπαιτουμένῳ ὑπό τῆς καταστάσεως ἀπολύτως ἀναγκαίῳ ὃρῳ καί ὑπό τόν ὃρον ὅπως τά μέτρα ταῦτα μή ἀντιτίθενται εἰς τάς ἂλλας ὑποχρεώσεις τάς ἀπορρεούσας ἐκ τοῦ διεθνοῦς δικαίου».
10. Ὅπως ἤδη ἀναφέραμε ἡ Ὁμάδα Ἐμπειρογνωμόνων ὑπεισῆλθε σέ ἔλεγχο καί ἀποφαίνεται ἐπί ζητημάτων πού ἅπτονται τῆς Ὀρθόδοξης ἐκκλησιολογίας, τῆς κανονικῆς τάξεως καί τῆς διορθόδοξης κοινωνίας, δηλαδή στά interna corporis, στόν ἐσώτατο πυρήνα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, μιᾶς ἱστορικῆς Ἐκκλησίας πού τυγχάνει ἀναγνώρισης καί σεβασμοῦ ἀπό ὅλες τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες. Οὐσιαστικά θέλει νά καταλύσει τό αὐτοδιοίκητο μιᾶς ἱστορικῆς θρησκευτικῆς κοινότητας.
Ἡ στάση αὐτή τῆς κρατικῆς ἐξουσίας ἔναντι μιᾶς ἱστορικῆς Ἐκκλησίας, ἀποτελεῖ ὠμή παραβίαση τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας τόσο τῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας ὡς νομικοῦ προσώπου ὅσο καί προσωπικά τῶν ἑκατομμυρίων Οὐκρανῶν πολιτῶν-μελῶν τῆς Ἐκκλησίας. Ὅμως ἡ θρησκευτική ἐλευθερία προστατεύεται ἀπό τήν Οἰκουμενική Διακήρυξη Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου (1948) (ἄρθρο 18), τό Διεθνές Σύμφωνο γιά τά Οἰκονομικά, Κοινωνικά καί Πολιτιστικά Δικαιώματα (ἄρθρο 5), τό Διεθνές Σύμφωνο γιά τά Ἀτομικά καί Πολιτικά Δικαιώματα (ἄρθρο 18), τή Σύμβαση Πλαίσιο γιά τήν Προστασία τῶν Ἐθνικῶν Μειονοτήτων (προοίμιο καί ἄρθρο 8), καί κυρίως ἀπό τήν Εὐρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου (ΕΣΔΑ) [ἄρθρα 9, 10 (ἐλευθερία ἔκφρασης καί θρησκείας), 11 (ἐλευθερία συνέρχεσθαι καί συνεταιρίζεσθαι) ἀλλά καί ἄρθρο 6 (πρόσβαση στή δικαιοσύνη)] καί ἀπό τό Πρῶτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο τῆς ΕΣΔΑ (ἄρθρα 1 καί 2), διατάξεις τίς ὁποῖες ἡ Οὐκρανική πολιτεία ὀφείλει νά σεβαστεῖ.
Τό Εὐρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου (ΕΔΔΑ) ἔχει διατυπώσει ἐνδιαφέρουσα νομολογία βάσει τῆς ΕΣΔΑ σέ ἀντίστοιχες περιπτώσεις, μέ τήν ὁποία καταδικάζονται οἱ πρακτικές τῆς Οὐκρανικῆς Κυβέρνησης Ζελένσκυ ἐναντίον τῆς κανονικῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας. Ἐνδεικτικά, σύμφωνα μέ τό ΕΔΑΔ:
α) Ἡ αὐτονομία καί αὐτοδιοίκηση τῶν θρησκευτικῶν κοινοτήτων πού κατοχυρώνονται συνδυαστικά στά ἄρθρα 9 καί 11 τῆς ΕΣΔΑ, ὥστε νά διασφαλίζεται ἡ συλλογική ἐκδήλωση τῶν θρησκευτικῶν πεποιθήσεων ἔναντι αὐθαίρετων κρατικῶν ἐπεμβάσεων, ἀποτελεῖ βασική συνιστώσα τῆς πλουραλιστικῆς δημοκρατικῆς κοινωνίας, ὅπου συνυπάρχουν διάφορες θρησκεῖες ἤ δόγματα τῆς ἴδιας θρησκείας καί συνεπῶς, σύμφωνα μέ τό Δικαστήριο, οἱ κρατικές ἀρχές ὀφείλουν νά τηροῦν τό καθῆκον οὐδετερότητας καί ἀμεροληψίας [13].
β) Σέ περιπτώσεις ὅπου οἱ κρατικές ἀρχές ἐπιχειροῦν νά ἐπέμβουν σέ ζητήματα ἐσωτερικῆς σύγκρουσης μεταξύ μελῶν θρησκευτικῆς κοινότητας, τό ἄρθρο 9 ἑρμηνευόμενο ὑπό τό φῶς τοῦ ἄρθρου 11, «ἐμπερικλείει τήν προσδοκία ὅτι σέ [μία τέτοια] κοινότητα θά ἐπιτραπεῖ νά λειτουργήσει εἰρηνικά, ἀπαλλαγμένη ἀπό αὐθαίρετες κρατικές ἐπεμβάσεις» καί συνεπῶς «κρατικά μέτρα πού εὐνοοῦν ἕνα συγκεκριμένο ἡγέτη ἤ ὁμάδα σέ μία διαιρεμένη θρησκευτική κοινότητα ἤ ἐπιδιώκουν νά ἐπιβάλουν στήν κοινότητα, ἤ μέρος αὐτῆς, ἕναν μόνον ἡγέτη ἐνάντια στήν ἐπιθυμία της, ἀποτελοῦν ἐπέμβαση στή θρησκευτική ἐλευθερία» [14].
γ) Σέ περιπτώσεις ἐντάσεων καί διχογνωμιῶν μεταξύ θρησκευτικῶν κοινοτήτων ὑποχρέωση τοῦ κράτους εἶναι νά προωθήσει τόν πλουραλισμό: «Ἄν καί τό Δικαστήριο ἀναγνωρίζει ὅτι εἶναι πιθανό νά δημιουργεῖται ἔνταση σέ περιπτώσεις ὅπου θρησκευτική ἤ ἄλλη κοινότητα διασπᾶται, πιστεύει ὅτι ἡ διάσπαση αὐτή εἶναι μία ἀπό τίς ἀναπόφευκτες συνέπειες τοῦ πλουραλισμοῦ. Ὁ ρόλος τῶν ἀρχῶν σέ τέτοιες περιπτώσεις δέν εἶναι νά ἀπομακρύνουν τήν αἰτία τῆς ἔντασης ἐξαλείφοντας τόν πλουραλισμό, ἀλλά νά ἐξασφαλίσουν τήν ἀνοχή ἀνάμεσα στίς ἀνταγωνιζόμενες ὁμάδες» [15].
δ) Ἐξαιρετικά ἐνδιαφέρουσα εἶναι ἡ ἀπόφαση τοῦ ΕΔΔΑ «Μητροπολιτική Ἐκκλησία Βεσσαραβιας κατά Μολδαβιας» (13.12.2001) [16]:
Ἡ Μητρόπολη τῆς Βεσσαραβίας εἶναι μιά Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία πού δραστηριοποιεῖται στήν Μολδαβία ἀλλά ἐκκλησιαστικά ὑπάγεται στό Πατριαρχεῖο Ρουμανίας. Τήν Ἐκκλησία αὐτή δέν τήν ἀναγνώρισε ἡ Μολδαβία μέ ἐπιχειρήματα παρόμοια μέ αὐτά τῆς Οὐκρανικῆς Κυβέρνησης (κίνδυνος γιά τήν ἀσφάλεια τοῦ κράτους, κοινωνικές ἀναταραχές, ὑπάρχει ἄλλη Ἐκκλησία κ.ο.κ.). Ἡ ἄρνηση ἀναγνώρισης εἶχε συνέπεια ἡ Μητρόπολη Βεσσαραβίας νά τεθεῖ ἐκτός νόμου, νά στερηθεῖ τή νομική της προσωπικότητα, νά μήν μπορεῖ νά παρασταθεῖ ἐνώπιον διοικητικῶν καί δικαστικῶν Ἀρχῶν, νά μήν τῆς παρέχεται ἡ προβλεπόμενη προστασία ἀπό τίς κρατικές Ἀρχές, νά στερηθεῖ τῆς ἀναγκαίας γιά τό ἔργο της περιουσίας ἐνῶ τά μέλη της νά ἐκτεθοῦν σέ πράξεις βίας καί ἐκφοβισμοῦ, χωρίς καμία προστασία ἀπό τίς Ἀρχές κ.ο.κ.
Ἡ Μητρόπολη Βεσσαραβίας προσέφυγε στό Εὐρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου (ΕΔΔΑ) τοῦ Στρασβούργου μέ τήν 45701/1999 προσφυγή της κατά τοῦ Κράτους τῆς Μολδαβίας. Ἐπειδή πολλά ἀπό τά δεδομένα τῆς ὑπόθεσης «Μητρόπολη Βεσσαραβίας κατά Μολδαβίας» εἶναι παρόμοια μέ ὅσα συμβαίνουν ἐναντίον τῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας σταχυολογοῦμε λίγα ἀποσπάσματα ἀπό τό σκεπτικό τῆς ἀπόφασης τοῦ ΕΔΑΔ:
i) «Μή ἀναγνωρισμένη, ἡ προσφεύγουσα Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά λειτουργήσει. Εἰδικότερα, οἱ ἱερεῖς της δέν μποροῦν νά τελέσουν θεία Λειτουργία, τά μέλη της δέν μποροῦν νά συνέρχονται γιά νά ἀσκήσουν τή θρησκεία τους καί, μή ἔχοντας νομική προσωπικότητα, δέν δικαιοῦται δικαστικῆς προστασίας τῆς περιουσίας της. Συνεπῶς, τό Δικαστήριο θεωρεῖ ὅτι ἡ ἄρνηση τῆς κυβέρνησης νά ἀναγνωρίσει τήν προσφεύγουσα Ἐκκλησία, ἡ ὁποία ἐπικυρώθηκε μέ τήν ἀπόφαση τοῦ Ἀνώτατου Δικαστηρίου τῆς 9ης Δεκεμβρίου 1997, συνιστᾶ παρέμβαση στό δικαίωμα τῆς προσφεύγουσας Ἐκκλησίας καί τῶν ἄλλων προσφευγόντων στήν ἐλευθερία τῆς θρησκείας, ὅπως αὐτή κατοχυρώνεται ἀπό τό ἄρθρο 9 § 1 τῆς Σύμβασης» (παρ. 105 τῆς ἀπόφασης)
ii) «Τό Δικαστήριο παρατηρεῖ περαιτέρω ὅτι κατ' ἀρχήν τό δικαίωμα στή θρησκευτική ἐλευθερία γιά τούς σκοπούς τῆς Σύμβασης ἀπαγορεύει στό κράτος νά ἀξιολογεῖ τή νομιμότητα τῶν θρησκευτικῶν πεποιθήσεων ἤ τῶν τρόπων μέ τούς ὁποίους ἐκφράζονται οἱ πεποιθήσεις αὐτές. Τά κρατικά μέτρα πού εὐνοοῦν ἕναν συγκεκριμένο ἡγέτη ἤ συγκεκριμένα ὄργανα μιᾶς διαιρεμένης θρησκευτικῆς κοινότητας ἤ ἐπιδιώκουν νά ἐξαναγκάσουν τήν κοινότητα ἤ μέρος αὐτῆς νά τεθεῖ, παρά τή θέλησή της, ὑπό ἑνιαία ἡγεσία, συνιστοῦν ἐπίσης παραβίαση τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας. Στίς δημοκρατικές κοινωνίες τό κράτος δέν χρειάζεται νά λαμβάνει μέτρα γιά νά διασφαλίσει ὅτι οἱ θρησκευτικές κοινότητες παραμένουν ἤ τίθενται ὑπό ἑνιαία ἡγεσία» (παρ. 117 τῆς ἀπόφασης).
iii) «Δεδομένου ὅτι οἱ θρησκευτικές κοινότητες παραδοσιακά ὑφίστανται μέ τή μορφή ὀργανωμένων δομῶν, τό ἄρθρο 9 πρέπει νά ἑρμηνεύεται ὑπό τό πρίσμα τοῦ ἄρθρου 11 τῆς Σύμβασης, τό ὁποῖο προστατεύει τή συλλογική δράση (σ.σ. σύσταση Ἐκκλησιαστικοῦ φορέα) ἀπό ἀδικαιολόγητες κρατικές παρεμβάσεις. Ἐξεταζόμενο ἀπό αὐτή τήν ἄποψη, τό δικαίωμα τῶν πιστῶν στήν ἐλευθερία τῆς θρησκείας, τό ὁποῖο περιλαμβάνει τό δικαίωμα νά ἐκδηλώνουν τή θρησκεία τους συλλογικά, περιλαμβάνει τήν προσδοκία ὅτι οἱ πιστοί θά μποροῦν νά συνεταιρίζονται ἐλεύθερα, χωρίς αὐθαίρετη κρατική παρέμβαση. Πράγματι, ἡ αὐτόνομη ὕπαρξη τῶν θρησκευτικῶν κοινοτήτων εἶναι ἀπαραίτητη γιά τόν πλουραλισμό σέ μιά δημοκρατική κοινωνία καί συνεπῶς ἀποτελεῖ ζήτημα πού βρίσκεται στήν καρδιά τῆς προστασίας πού παρέχει τό ἄρθρο 9» (παρ. 118 τῆς ἀπόφασης)
iv) «Τό Δικαστήριο παρατηρεῖ ὅτι τό καθῆκον οὐδετερότητας καί ἀμεροληψίας τοῦ κράτους, ὅπως ὁρίζεται στή νομολογία του, εἶναι ἀσυμβίβαστο μέ ὁποιαδήποτε ἐξουσία τοῦ κράτους νά ἀξιολογεῖ τή νομιμότητα τῶν θρησκευτικῶν πεποιθήσεων καί ἀπαιτεῖ ἀπό τό κράτος νά διασφαλίζει ὅτι οἱ συγκρουόμενες ὁμάδες ἀνέχονται ἡ μία τήν ἄλλη, ἀκόμη καί ὅταν προέρχονται ἀπό τήν ἴδια ὁμάδα. Στήν προκειμένη περίπτωση, τό Δικαστήριο θεωρεῖ ὅτι τό Κράτος, λαμβάνοντας τήν ἄποψη ὅτι ἡ προσφεύγουσα Ἐκκλησία δέν ἦταν ἕνα νέο δόγμα καί ἐξαρτώντας τήν ἀναγνώρισή της ἀπό τή βούληση μιᾶς ἐκκλησιαστικῆς ἀρχῆς πού εἶχε ἀναγνωριστεῖ -τῆς Μητροπολιτικῆς Ἐκκλησίας τῆς Μολδαβίας-, δέν ἐκπλήρωσε τό καθῆκον οὐδετερότητας καί ἀμεροληψίας. Κατά συνέπεια, τό ἐπιχείρημα τῆς Κυβέρνησης ὅτι ἡ ἄρνηση ἀναγνώρισης ἦταν ἀναγκαία γιά τήν προάσπιση τῆς νομοθεσίας τῆς Μολδαβίας καί τοῦ Συντάγματος τῆς Μολδαβίας πρέπει νά ἀπορριφθεῖ» (παρ. 123 τῆς ἀπόφασης).
v) «Ἡ ἄρνηση ἀναγνώρισης τῆς προσφεύγουσας Ἐκκλησίας ἔπαιξε ρόλο στά ἐπεισόδια σέ βάρος τῶν μελῶν της» (παρ. 127 τῆς ἀπόφασης).
vi) «Ἐν κατακλεῖδι, τό Δικαστήριο θεωρεῖ ὅτι ἡ ἄρνηση ἀναγνώρισης τῆς προσφεύγουσας Ἐκκλησίας ἔχει τέτοιες συνέπειες γιά τή θρησκευτική ἐλευθερία τῶν προσφευγόντων πού δέν μποροῦν νά θεωρηθοῦν ἀνάλογες πρός τόν ἐπιδιωκόμενο νόμιμο σκοπό ἤ, κατά συνέπεια, ἀναγκαῖες σέ μιά δημοκρατική κοινωνία, καί ὅτι ὑπῆρξε παραβίαση τοῦ ἄρθρου 9 τῆς Σύμβασης» (παρ. 130 τῆς ἀπόφασης).
Τελικά τό Δικαστήριο τοῦ Στρασβούργου καταδίκασε τή Μολδαβια καί τήν ὑποχρέωσε νά ἀποζημιώσει καί νά ἀναγνωρίσει τή Μητρόπολη Βεσσαραβίας -πού ὑπάγεται ἐκκλησιαστικά στό Πατριαρχεῖο Ρουμανίας- παρέχοντάς της ὅλα τά δικαιώματα πού προβλέπονται ἀπό τίς διεθνεῖς συμβάσεις περί προστασίας τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων.
11. Ἐξαιρετικό ἐνδιαφέρον, συναφές μέ τήν παροῦσα κριτική, ἔχει ἡ τελευταία 41η Ἔκθεση τοῦ Γραφείου τῆς Ὕπατης Ἁρμοστείας τοῦ ΟΗΕ γιά τά Ἀνθρώπινα Δικαιώματα (31.12.24) ἀναφορικά μέ τή θρησκευτική ἐλευθερία στήν Οὐκρανία (παρ. 84-89). Ἡ Ὕπατη Ἁρμοστεία τοῦ ΟΗΕ ἐγκαλεῖ τήν Οὐκρανική Κυβέρνηση γιά «σοβαρό περιορισμό πού ἐπηρεάζει τήν ἱκανότητα τῶν ἀτόμων νά ἀσκοῦν τή θρησκεία ἤ τίς πεποιθήσεις τους μαζί μέ ἄλλους καί ἀπειλεῖ τή βιωσιμότητα τῆς κοινότητας στό σύνολό της» [17]. Λόγω τῆς σπουδαιότητάς της οἱ σχετικές παράγραφοι τῆς τελευταίας ἐκθέσεως δημοσιεύονται ὡς παράρτημα τοῦ παρόντος. Σημειώνεται, ἐπίσης, ὅτι παρόμοιες ἀνησυχίες ἔχουν ἐκφραστεῖ ἀπό τό Γραφεῖο τῆς Ὕπατης Ἁρμοστείας καί κατά τό παρελθόν [18], ἐνῶ ὁ Ὕπατος Ἁρμοστής τοῦ ΟΗΕ γιά τά ἀνθρώπινα Δικαιώματα Volker Türk, στίς 19.12.23 σέ ὁμιλία του ἐνώπιον τῆς Ἐπιτροπῆς Ἀνθρώπινων Δικαιωμάτων τοῦ ΟΗΕ ἀναφέρει: «Σημειώνω ἐπίσης τίς ἀνησυχίες μου σχετικά μέ τήν ἐλευθερία τῆς θρησκείας καί τῆς πίστης στήν Οὐκρανία, δεδομένης τῆς συνεχιζόμενης δράσης τῶν ἀρχῶν κατά τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας. Ἕνα σχέδιο νόμου θά καθόριζε μιά διαδικασία γιά τή διάλυση κάθε θρησκευτικῆς ὀργάνωσης πού ἔχει δεσμούς μέ τή Ρωσική Ὁμοσπονδία. Αὐτοί οἱ προτεινόμενοι περιορισμοί στό δικαίωμα στή θρησκευτική ἐλευθερία δέν φαίνεται νά συμμορφώνονται μέ τό διεθνές δίκαιο τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων»[19].
Τό ἐνδιαφέρον τῆς Ὕπατης Ἁρμοστείας τοῦ ΟΗΕ γιά τήν προστασία τῆς κανονικῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας θά πρέπει νά ἀποτελέσει ἔλεγχο συνειδήσεως στίς ἐκκλησιαστικές Ἡγεσίες ὁρισμένων Ὀρθόδοξων Ἐκκλησιῶν πού ἀντίθετα σέ κάθε ἐννοία ἀδελφικῆς καί χριστιανικῆς συμπαράστασης σιωποῦν ἐνόχως μπροστά στό συνεχιζόμενο ἔγκλημα τοῦ διωγμοῦ τῆς κανονικῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας ἀπό τήν Κυβέρνηση Ζελένσκυ μέ τή σύμφωνη γνώμη καί συνενοχή τῆς Αὐτοκέφαλης θρησκευτικῆς δομῆς τοῦ Ἐπιφανίου καί τῶν συνεργατῶν του. Πῶς εἶναι δυνατόν κοσμικοί φορεῖς νά ὑψώνουν φωνή διαμαρτυρίας καί τά μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ νά σιωποῦν;!
Συμπερασματικά: Τά πορίσματα τῆς Ὁμάδας Ἐμπειρογνωμόνων καί τό μέ ἀριθμ. Η-8/11/27.1.2023 Διάταγμα τῆς Κρατικῆς Ὑπηρεσίας γιά τήν Εθνοπολιτική καί τήν Ἐλευθερία τῆς Συνείδησης τῆς Οὐκρανίας μέ τίτλο: «ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ θρησκευτικῆς ἐξέτασης τοῦ Καταστατικοῦ Λειτουργιᾶς τῆς Οὐκρανικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας γιά τήν παρουσία ἐκκλησιαστικῆς καί κανονικῆς σύνδεσης μέ τό Πατριαρχεῖο Μόσχας», εἶναι ἄκρως μεροληπτικά εἰς βάρος τῆς ἱστορικῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας καί δέν μποροῦν νά γίνουν ἀποδεκτά στά πλαίσια μιᾶς εὐνομούμενης πολιτείας πού ὀφείλει νά σέβεται τήν ἱστορία, τήν πίστη καί τά θρησκευτικά δικαιώματα τῶν πολιτῶν της.
Ἡ Οὐκρανική Ἐκκλησία μέ χιλιάδες στελέχη (ἐπισκόπους, ἱερεῖς, μοναχούς) καί ἑκατομμύρια πιστούς, ὅλοι Οὐκρανοί πολίτες, μέ ἱστορία 1.000 καί πλέον χρόνων, ἀναγνωρισμένη ἀπό ὅλες τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες καί τά Πατριαρχεῖα βρίσκεται ἀντιμέτωπη μέ τή μεθόδευση τῆς Οὐκρανικῆς Κυβέρνησης. Οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, Ἡγεσίες καί πιστοί, ὀφείλουμε νά συμπαρασταθοῦμε μέ κάθε μέσο καί ὁποιοδήποτε κόστος στή χειμαζόμενη καί διωκόμενη Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, μοναδική στήν Εὐρώπη, στήν ἱστορική Οὐκρανική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὑπό τόν Μητροπολίτη Ὀνούφριο.
Υποσημειώσεις: [1]www.facebook.com/dess.gov.ua/posts/pfbid02JiS2yjMSmxcfGNFAeNeujFUALeDqqUYgqHnEFCLGFTpuuDi6H8weDLtZK3aKu4Rtl
[2] Βλ. στό spzh.eu/ru/news/75741-upts-obzhalovala-v-sude-provedennuju-hess-ekspertizu-tserkovnoho-ustava
[3] Βλ. ἀνακοίνωση τῆς Νομικῆς Ὑπηρεσίας τῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας στό law.church.ua/2023/08/30/komentar-yuridichnogo-viddilu-upc-pro-sudove-oskarzhennya-religijeznavchoji-ekspertizi-statutu-pro-upravlinnya-ukrajinskoji-pravoslavnoji-cerkvi/
[4] Πρωτοπρ. Θ. ΖΗΣΗΣ, Τό Οὐκρανικό Αὐτοκέφαλο, Ἀντικανονική καί διαιρετική εἰσπήδηση τῆς Κωνσταντινούπολης, ἐκδ. Τό Παλίμψηστον, Θεσσαλονίκη 2018, σ. 90.
[5] Πρωτοπρ. Θ. ΖΗΣΗΣ, Τό Οὐκρανικό Αὐτοκέφαλο, Ἀντικανονική καί διαιρετική εἰσπήδηση τῆς Κωνσταντινούπολης, ἐκδ. Τό Παλίμψηστον, Θεσσαλονίκη 2018, σ. 95.
[6] Ἀναστ. Γκοτσοπούλου, Τό Οὐκρανικό αὐτοκέφαλο συμβολή στόν διάλογο, Θεσσαλονίκη, 2019, σελ. 15-36, https://eeod.gr/oukraniko-autokefalo/82563-konpoli-mscha-pagtan-okrana-stn-dikaiodosa-ts-konpolis-v-mros-
[7] Ἀναστ. Γκοτσοπούλου, «Οὐκρανικό “αὐτοκέφαλο”: Ἕνας ἀποκαλυπτικός διάλογος», στό eeod.gr/oukraniko-autokefalo/82762-okranik-atokfalo-nas-pokalyptiks-dilogos
[8] Αναστ. Γκοτσοπουλου, Τό Οὐκρανικό αὐτοκέφαλο συμβολή στόν διάλογο, Θεσσαλονίκη, 2019, σελ. 112-118.
[9] Πρωτοπρ. Θ. ΖΗΣΗΣ, Τό Οὐκρανικό Αὐτοκέφαλο, Ἀντικανονική καί διαιρετική εἰσπήδηση τῆς Κωνσταντινούπολης, ἐκδ. Τό Παλίμψηστον, Θεσσαλονίκη 2018, σ. 35-78
[10] Βλ. συστάσεις τοῦ ἐπικεφαλῆς τοῦ DESS Viktor Yelenskyi ὅτι ἡ Οὐκρανική Ἐκκλησία πρέπει νά ἀποσχιστεῖ αὐτογνω-μόνως ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας, στό https://spzh.eu/ua/news/81750-u-dess-pojasnili-jak-upts-mozhe-dovesti-rozriv-zvjazkiv-iz-rpts.
[11] Ἱ. Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Περί τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου, Ἀθῆναι, Ὀκτώβριος 2014, σ. 54
[12] https://www.tanea.gr/2018/01/26/world/o-bartholomaios-eylogei-tin-epembasi-tis-toyrkias-sto-afrin/
[13] Miroïubovs και λοιποί κατά Λεττονίας, §§82-96.) (μελετη σ. 74) και Hasan & Chaush v. Bulg., App. No. 30985/96, § 62 {26.10.2000}).
[14] Ανώτατο Πνευματικό Συμβούλιο της Μουσουλμανικής Κοινότητας κατά Βουλγαρίας, στην §73.
[15] Σερίφ κατά Ελλάδας, §§49-54.
[16] Metropolitan Church of Bessarabia and Others v. Moldova, no. 45701/99, § 118, ECHR 2001-XII, στο https://hudoc.echr.coe.int/eng#{%22itemid%22:[%22001-59985%22]}.
[17] United Nations Human Righs, Office of the High Commissioner, Report on the Human Rights Situation in Ukraine (1.9 – 30.11.2024), 31.12.24, στό www.ohchr.org/en/documents/country-reports/41st-periodic-report-human-rights-situation-ukraine-1-september-30
[18] Βλ. 40η Ἔκθεση τοῦ Γραφείου τῆς Ὕπατης Ἁρμοστείας τοῦ ΟΗΕ γιά τά Ἀνθρώπινα Δικαιώματα ἀναφορικά μέ τή θρησκευτική ἐλευθερία στήν Οὐκρανία (παρ. 114-115): «114. Στίς 20 Αὐγούστου 2024, τό Κοινοβούλιο τῆς Οὐκρανίας ἐνέκρινε τό νόμο “Γιά τήν προστασία τῆς συνταγματικῆς τάξης στόν τομέα τῶν δραστηριοτήτων τῶν θρησκευτικῶν ὀργανώσεων” (N. 3894-IX), εἰσάγοντας νομοθετικές τροποποιήσεις, οἱ ὁποῖες μεταξύ ἄλλων ἀπαγορεύουν τίς δραστηριότητες στήν Οὐκρανία τῆς Ρωσικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, καθώς καί ἄλλων θρησκευτικῶν ὀργανώσεις πού συνδέονται μέ αὐτήν. Ὁ νόμος ἀπαγορεύει ἐπίσης τίς δραστηριότητες ὁποιωνδήποτε θρησκευτικῶν ὀργανώσεων πού χρησιμοποιοῦνται γιά τήν “προπαγάνδα τῆς ἰδεολογίας τοῦ ρωσικοῦ κόσμου”. 115. Ὁ νόμος ἐγείρει ἀνησυχίες ὅσον ἀφορᾶ τή συμμόρφωσηη του μέ τά διεθνή πρότυπα γιά τά ἀνθρώπινα δικαιώματα. Ειδικότερα, ὁ νόμος ἀναφέρεται στήν ἐθνική ἀσφάλεια ὡς λόγο γιά τούς περιορισμούς τῆς ἐλευθερίας τῆς θρησκείας ἤ τῶν πεποιθήσεων καί τῆς ἐλευθερίας τῆς θρησκευτικῶν ενώσεων.85 Ὡστόσο, οὔτε ὁ ΔΣΑΠΔ οὔτε ἡ Εὐρωπαϊκή Σύμβαση γιά τά Ἀνθρώπινα Δικαιώματα περιλαμβάνουν “ἐθνική ἀσφάλεια” μεταξύ τῶν ἐπιτρεπόμενων λόγων γιά ἕναν τέτοιο περιορισμό», στό https://www.ohchr.org/en/documents/country-reports/40th-periodic-report-human-rights-situation-ukraine-treatment -prisoners
[19] https://www.ohchr.org/en/statements-and-speeches/2023/12/russia-should-immediately-cease-its-use-force-against-ukraine-turk
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 41ης ΕΚΘΕΣΕΩΣ
της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα
αναφορικα με τη θρησκευτικη ελευθερια στην Ουκρανια, 31.12.2024.
[United Nations Human Righs, Office of the High Commissioner, Report on the Human Rights Situation in Ukraine (1.9 – 30.11.2024), https://www.ohchr.org/en/ documents/country-reports/41st-periodic-report-human-rights-situation-ukraine-1-september-30]
VI. ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΣΤΟ ΈΔΑΦΟΣ ΠΟΥ ΕΛΕΓΧΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΟΥΚΡΑΝΙΑΣ
A. Πολιτικός χώρος και θεμελιώδεις ελευθερίες
Ελευθερία θρησκείας ή πεποιθήσεων
84. Στις 23 Σεπτεμβρίου 2024 τέθηκαν σε ισχύ νομικές τροποποιήσεις που αφορούν τις θρησκευτικές οργανώσεις. Ο νόμος που εισήγαγε τις εν λόγω τροποποιήσεις επικαλέστηκε την «εθνική (ή δημόσια) ασφάλεια» ως λόγο περιορισμού της ελευθερίας της θρησκείας ή των πεποιθήσεων και της ελευθερίας των θρησκευτικών ενώσεων- ωστόσο, ούτε το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (ICCPR) ούτε η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου περιλαμβάνουν την «εθνική ασφάλεια» μεταξύ των επιτρεπόμενων λόγων για έναν τέτοιο περιορισμό.56 Οι τροποποιήσεις θέσπισαν επίσης δυσανάλογους περιορισμούς στην ελευθερία εκδήλωσης της θρησκείας ή των πεποιθήσεων57.
85. Οι τροπολογίες απαγορεύουν τις δραστηριότητες «ξένων θρησκευτικών οργανώσεων που εδρεύουν σε κράτος υπεύθυνο για ένοπλη επίθεση κατά της Ουκρανίας ή για κατοχή του εδάφους της» και απαγορεύουν συγκεκριμένα τις δραστηριότητες της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Επιπλέον, εάν ένα δικαστήριο διαπιστώσει ότι μια ουκρανική θρησκευτική οργάνωση συνδέεται με μια απαγορευμένη ξένη θρησκευτική οργάνωση, θα μπορούσε να διατάξει τη διάλυση της ουκρανικής θρησκευτικής οργάνωσης58. Υπάρχει ανησυχία ότι μόλις εφαρμοστεί αυτή η διάταξη, μπορεί να επηρεάσει την Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία (UOC).
86. Η διάλυση μιας θρησκευτικής οργάνωσης αποτελεί σοβαρό περιορισμό που επηρεάζει την ικανότητα των ατόμων να ασκούν τη θρησκεία ή τις πεποιθήσεις τους μαζί με άλλους και απειλεί τη βιωσιμότητα της κοινότητας στο σύνολό της, γεγονός που απαιτεί πολύ σοβαρούς λόγους ως αιτιολόγηση. Η Ουκρανία δεν απέδειξε την αναγκαιότητα και την αναλογικότητα αυτού του μέτρου, όπως π.χ. αποδεικνύοντας γιατί λιγότερο περιοριστικά μέτρα, όπως μέτρα που περιορίζονται ειδικά σε άτομα που ευθύνονται για παραπτώματα, δεν θα ήταν ικανοποιητικά και επαρκή59.
87. Επιπλέον, οι τροπολογίες αναφέρουν ότι μια θρησκευτική οργάνωση διαλύεται εάν τα «εξουσιοδοτημένα πρόσωπα» της καταδικαστούν για διάφορα εγκλήματα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων κατά της εθνικής ασφάλειας, ή εάν η οργάνωση εμπλέκεται σε «επαναλαμβανόμενα γεγονότα» διάδοσης της «προπαγάνδας της ιδεολογίας του Ρωσικού Κόσμου», όροι ασαφείς που δεν δίνουν δίκαιη ειδοποίηση για το τι απαιτεί ο νόμος60. Οι διατάξεις αυτές μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα ολόκληρες θρησκευτικές κοινότητες να θεωρούνται υπεύθυνες για τη συμπεριφορά συγκεκριμένων ατόμων. Επιπλέον, η υπερβολικά ευρεία και ασαφής διατύπωση μπορεί να θέσει σε κίνδυνο το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης61.
88. Οι τροποποιήσεις απαγορεύουν επίσης τις ουκρανικές θρησκευτικές οργανώσεις που συνδέονται με άλλη οργάνωση που κατέχει απαγορευμένη σύνδεση, επιτρέποντας τη διάλυση πολλών διασυνδεδεμένων θρησκευτικών οργανώσεων χωρίς ατομική αξιολόγηση κατά περίπτωση. Τέλος, βάσει διοικητικής απόφασης ότι μια ουκρανική θρησκευτική οργάνωση έχει απαγορευμένη σύνδεση, οι κρατικές οντότητες διατάσσονται να ακυρώσουν όλες τις συμβάσεις μίσθωσης ακινήτων προς τη θρησκευτική οργάνωση, ακόμη και πριν το δικαστήριο λάβει απόφαση για τη διάλυση της θρησκευτικής οργάνωσης. Δεδομένου ότι το κράτος κατέχει και εκμισθώνει ιστορικά εκκλησιαστικά κτίρια σε ολόκληρη την Ουκρανία, αυτό μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα οι θρησκευτικές οργανώσεις να χάσουν την πρόσβαση στους χώρους αυτούς. Στο παρελθόν, το OHCHR έχει παρατηρήσει ότι ορισμένα εκκλησιαστικά κτίρια είχαν κλείσει και είχαν καταστεί απρόσιτα στην κοινότητα μετά την ακύρωση των συμβάσεων ενοικίασης, μια κατάσταση που, ιδίως σε κοινότητες με λίγες εκκλησίες, μπορεί να περιορίσει την άσκηση της ελευθερίας της λατρείας και να συμβάλει σε κοινωνικές εντάσεις.
89. Επιπλέον, στις 17 Οκτωβρίου 2024, το OHCHR κατέγραψε τρία διαδοχικά περιστατικά βίας μεταξύ υποστηρικτών, κληρικών και ενοριτών διαφορετικών ορθόδοξων κοινοτήτων στην πόλη Cherkasy. Η σειρά των γεγονότων ξεκίνησε από μια ομάδα αγνώστων ατόμων που φορούσαν καμουφλάζ χωρίς διακριτικά, οι οποίοι εκδίωξαν με τη βία κληρικούς και ενορίτες της UOC από τις εγκαταστάσεις της UOC γύρω στις 4 π.μ. Σύμφωνα με την UOC, τουλάχιστον 10 άνδρες και τέσσερις γυναίκες μεταξύ των οπαδών τους τραυματίστηκαν και χρειάστηκαν ιατρική περίθαλψη. Τα όργανα επιβολής του νόμου που ήταν παρόντα στο χώρο σε τουλάχιστον δύο από αυτά τα περιστατικά δεν φάνηκε να διαχωρίζουν αποτελεσματικά τους οπαδούς των διαφορετικών κοινοτήτων μέχρι αργά το πρωί. Η αστυνομία ανέφερε ότι ξεκίνησε ποινική έρευνα για χουλιγκανισμό σε σχέση με την εκδήλωση. Το OHCHR συνεχίζει να παρακολουθεί την αντίδραση των αρχών στο περιστατικό.
Υποσημειώσεις:
56 Βλ. OHCHR, Treatment of prisoners of war and the human rights situation in Ukraine, 1 June - 31 August 2024, παρ. 114- 115. Σύμφωνα με το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (ICCPR) και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (την οποία η Ουκρανία επικύρωσε το 1997), η εθνική ασφάλεια δεν μπορεί να θεωρηθεί νόμιμος στόχος για τον περιορισμό της θρησκευτικής ελευθερίας.
57 ICCPR άρθρα 18 (3) και 19 (3) προβλέπουν ότι κάθε περιορισμός του δικαιώματος στην ελευθερία εκδήλωσης της θρησκείας ή των πεποιθήσεων και της έκφρασης πρέπει να είναι αναλογικός και αναγκαίος για την επίτευξη των νόμιμων στόχων. Σύμφωνα με την έγκυρη ερμηνεία της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και τις Αρχές της Συρακούσας, οι εν λόγω περιορισμοί δεν πρέπει να εισάγουν διακρίσεις ως προς την πρόθεση ή το αποτέλεσμα (CCPR/C/21/Rev.1/Add.4, παρ. 8- CCPR/C/GC/34, παρ. I.A.9).
58 Νόμος «Για την προστασία της συνταγματικής τάξης στον τομέα των δραστηριοτήτων των θρησκευτικών οργανώσεων» (Ν. 3894-IX).
59 CCPR/C/21/Rev.1/Add.4, παρ. 8- CCPR/C/GC/34, παρ. 35- E/CN.4/1984/4, άρθρο 1, παρ. I.A.10.
60 Η κυβέρνηση της Ουκρανίας ενημέρωσε το OHCHR ότι σχεδιάζει να εκδώσει ψήφισμα το 2025 με εξαντλητικό κατάλογο κριτηρίων για τον ορισμό της ιδεολογίας του «ρωσικού κόσμου».
61 ICCPR art. 19- CCPR/C/GC/34, παρ. 21 και 34.
Читайте также
Ἡ πραγματογνωμοσύνη τοῦ Ζελένσκυ ὡς πρόταση αὐτοκτονίας τῆς Ἐκκλησίας στήν Οὐκρανία
ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ του ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ της DESS ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας.
Οὐκρανικό «αὐτοκέφαλο»: Ἕνας ἀποκαλυπτικός διάλογος
Γράφει ο π. Αναστάσιος Γκοτσόπουλος, Εφημέριος του Ι. Ν. Αγ. Νικολάου Πατρών
Κων/πολη ἤ Μόσχα; «Ὑπαγόταν ἡ Οὐκρανία στήν δικαιοδοσία τῆς Κων/πολης;». Γ' Μέρος
Τί ἒλεγε ὁ ἴδιος ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Βαρθολομαῖος;
Κων/πολη ἤ Μόσχα; «Ὑπαγόταν ἡ Οὐκρανία στήν δικαιοδοσία τῆς Κων/πολης;». Β' Μέρος
Τί ἒλεγαν οἱ ἱστορικοὶ-στελέχη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου;
Κων/πολη ἤ Μόσχα; «Ὑπαγόταν ἡ Οὐκρανία στήν δικαιοδοσία τῆς Κων/πολης;». Α’ Μέρος
Τί λένε τά ἐπίσημα «Συνταγμάτια» τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου;
Απαγόρευση της UOC και το Ευαγγέλιο: προφανείς παραλληλισμοί
Η 20η Αυγούστου 2024 θα παραμείνει για πάντα ημέρα ντροπής για την Ουκρανία.